Στιγμιότυπο από το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Μακεδονία», στις 5 Δεκεμβρίου 1967
Σ’ αυτό το δισέλιδο δημοσιεύουμε, κατά κανόνα, αναλύσεις και απόψεις για διάφορα θέματα που αφορούν την πολιτική οικονομία, την οικολογία, το γυναικείο ζήτημα, τις κοινωνικές τάξεις, την ιστορία, τις νέες τεχνολογίες, τις τέχνες κ.λπ., αλλά και παρουσιάσεις νέων βιβλίων ή συνεντεύξεις με τους συγγραφείς τους. Αυτή τη φορά αποφασίσαμε να κάνουμε μια τιμητική εξαίρεση, φιλοξενώντας ένα βιωματικό κείμενο που γράφτηκε στη μνήμη του αγαπημένου μας Μίμη Δαρειώτη που τον χάσαμε πρόσφατα, καθώς και τεσσάρων άλλων συντρόφων του/μας που έχουν επίσης πεθάνει. Αυτό το κείμενο, που είναι ένα χρονικό τριών δικών κομμουνιστών και κομμουνιστριών οι οποίες έγιναν στο έκτακτο στρατοδικείο της χούντας, στις 22 Ιανουαρίου 1969, γράφτηκε από την Πόπη Τζεμπελίκου, μια από τις εμβληματικές μορφές της αντίστασης κατά της χούντας από το χώρο της νεολαίας, η οποία εκείνη την ημέρα κάθισε στο ίδιο εδώλιο με τον Μίμη. Για την συγγραφή του κειμένου της, η Τζεμπελίκου δεν αρκέστηκε στην προσωπική της επώδυνη μνήμη∙ όπως φαίνεται στο τέλος της αφήγησής της χρησιμοποίησε διάφορες γραπτές πηγές, ενώ επιπλέον, κατά πληροφορίες μας, συνομίλησε με συναγωνιστές και συναγωνίστριές της εκείνης της περιόδου, σε μια διαδικασία συγγραφής που διήρκεσε πάνω από μία εβδομάδα.
Στις 20 Φεβρουαρίου, στην εκπομπή των ΑΣΚΙ «Η ιστορία στο Κόκκινο», για τα 49 χρόνια από την κατάληψη της Νομικής στις 21 Φεβρουαρίου 1973, ο εκ των πρωταγωνιστών της Νίκος Μπίστης μιλώντας στον Ηλία Νικολακόπουλο, απέδωσε τη δέουσα τιμή στον Μίμη και στο πρόσωπό του τους αγωνιστές και αγωνίστριες της ζόρικης πρώτης περιόδου της αντιδικτατορικής αντίστασης με τη φράση: «Αν δεν υπήρχε ο Δαρειώτης δεν θα μπορούσαμε να υπάρχουμε εμείς». Εκείνη τη γενιά της αντίστασης, στην οποία ανήκει και ίδια, τιμά με το κείμενό της η Πόπη Τζεμπελίκου, και μαζί της εμείς στις Ιδέες. Την ευχαριστούμε.
Χ.Γο.
Στη μνήμη του Μίμη Δαρειώτη
και των Σωτήρη Αναστασιάδη, Γιάννη Πετρόπουλου,
Χρήστου Ρεκλείτη, Τίτου Μυλωνόπουλου
Τα χρόνια πέρασαν, περνούν, αλλά το σκηνικό της 22ας Ιανουαρίου 1969 στην αίθουσα του Έκτακτου Στρατοδικείου Αθηνών, μένει ανεξίτηλο στην μνήμη. Μας άρπαξαν πρωί-πρωί με τις κλούβες από τις φυλακές Αβέρωφ, αυτή την παγερή γεναριάτικη μέρα, για να είμαστε στις 8:00 π.μ. στην έναρξη τριών αντιδικτατορικών δικών. Από τις Γυναικείες Φυλακές φύγαμε οι Μπούλη Θεοφυλακτοπούλου, Μαρία Καλλέργη, Μάγδα Πίττακα και Πόπη Τζεμπελίκου˙ μπαίνοντας στην αίθουσα του Στρατοδικείου, ψηλά επί της Ακαδημίας, στη διασταύρωση με την Κανάρη-Κριεζώτου, μας υποδέχονται πολλοί σύντροφοι, γνωστοί μας από την Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη (ΔΝΛ).
* * *
Είμαι συγκατηγορούμενη στην πρώτη δίκη του με τον Μίμη Δαρειώτη, με τον οποίο έχουμε να ιδωθούμε από τα χρόνια πριν από τη δικτατορία, όταν ανταμώναμε στα γραφεία της ΔΝΛ -στην οδό Πειραιώς 4, στα ακτίφ στα γραφεία της ΕΔΑ -στην οδό Αριστείδου 6, στις πορείες ειρήνης, στις διαδηλώσεις, στις συλλήψεις. Στην ίδια δίκη συγκατηγορούμενος είναι ο Τίτος Μυλωνόπουλος και άλλοι δύο φοιτητές, ο Γεώργιος Βαρβάτης της Φυσικομαθηματικής και ο Μανώλης Μιχελάκης της Γεωπονικής. Χαίρομαι που ξαναβλέπω τον συμφοιτητή μου Μιχελάκη τον οποίο επίσης δεν είχα δει μετά από την εσταυρωμένη εκείνη Παρασκευή της 21ης Απριλίου που έκοψε το νήμα των σπουδών μου όπως και πολλών άλλων φοιτητών.
Την ίδια μέρα, ο Μίμης περνάει και δεύτερη δίκη με συγκατηγορούμενους τους Σωτήρη Αναστασιάδη, Χρήστο Ρεκλείτη, Γιάννη Πετρόπουλο, Νίκο Αρμάο, Κώστα Μανταίο, τις άλλες τρεις κοπέλες που προαναφέρθηκαν, και τον κύπριο φοιτητή Ευάνθη Αριστείδου. Σ' αυτήν τη δίκη, πέραν των τυποποιημένων κατηγοριών περί παράβασης του άρθρου 2 του Α.Ν. 509/1947 για την ανατροπή του κρατούντος κοινωνικού συστήματος και πολιτεύματος, των γνωστών παραγεμισμάτων «υπήκουσαν εις τας εντολάς του ΚΚΕ», τις γενικόλογες κατηγορίες για δράση στο Πατριωτικό Μέτωπο (ΠΑΜ) και τον «Ρήγα Φεραίο», στους πέντε πρώτους και στη Μαρία Καλέργη είχαν προσάψει επιπλέον την κατηγορία για συμμετοχή σε τρομοκρατική ομάδα, έργο της οποίας ήταν η έκρηξη βόμβας στο υπουργείο Δικαιοσύνης, στην οδό Ζήνωνος, στις 30 Νοεμβρίου 1967, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο της διερχομένης Αικατερίνης Μυλωνά. Λόγω της στοχευμένης αυτής κατηγορίας, είχαν επικηρύξει, στις αρχές Δεκέμβρη 1967, τους Μίμη Δαρειώτη, Σωτήρη Αναστασιάδη και Γιάννη Νίκα, ως ληστές, γεμίζοντας τους δρόμους της Αθήνας με αφίσες της επικήρυξης στις οποίες υπήρχαν οι φωτογραφίες τους. Κανείς δεν τους κατέδωσε παρά το δέλεαρ του υψηλού ποσού.
* * *
Η διαδικασία άρχισε με τη δίκη του Παύλου Νεφελούδη και του Περικλή Ροδάκη, βρυσομάνες και οι δύο της Εθνικής και της νέας Αντίστασης. Πρόεδρος του Δικαστηρίου ο Παναγιώτης Βουγάς και βασιλικός επίτροπος Ιωάννης Λιαπής που ξεσπαθώνει με την πρώτη, έμπλεος μίσους, προτείνοντας τη θανατική ποινή για τον Νεφελούδη, προκαλώντας την εύστοχη αντίδραση του συνηγόρου του Γεωργίου Βασιλείου Μαγκάκη: «Η Ηρωδιάς μαίνεται και ζητά την κεφαλήν επί πίνακι». Δικάστηκαν τελικά σε ισόβια ο πρώτος και σε 17 χρόνια ο δεύτερος.
Πρόσφατη ήταν η καταδίκη δις εις θάνατον σε βάρος αείμνηστου στην χορεία των ηρώων, Αλέξανδρου Παναγούλη. Τώρα, χωρίς καθυστέρηση, μπαίνει μπροστά η μηχανή τρομοκράτησης που στόχο έχει τα παιδιά που είναι κατηγορούμενα ως δολοφόνοι για τη βόμβα, των οποίων προσπαθούν να σπιλώσουν το όνομα και την τιμή, έχοντας ταυτόχρονα ως στόχο την εμφυλιοπολεμικού τύπου συκοφάντηση του ΠΑΜ, προκαλώντας πανικό στον ελληνικό λαό. Ακολουθούν άλλες δύο προτάσεις για καταδίκη σε θάνατο (του Δαρειώτη και της Τζεμπελίκου) στην πρώτη δίκη Δαρειώτη. Η ίδια ποινή προτείνεται εναντίον των Αναστασιάδη, Πετρόπουλου, Ρεκλείτη και πάλι Δαρειώτη (στη δεύτερη δίκη του), με αποτέλεσμα σε μια μόνο μέρα να προταθούν επτά θανατικές ποινές. Για την Καλλέργη προτάθηκαν τα ισόβια.
* * *
Οι βροχηδόν προτάσεις θανάτου δεν άγγιξαν το αγωνιστικό μας φρόνημα, αλλά η φρουρά που μας περικύκλωνε δεν άφηνε να απευθύνουμε ούτε μια λέξη, ούτε ένα νεύμα ενθάρρυνσης στους γονείς μας.
Ο Μίμης, καθήμενος στα αριστερά μου, αρνήθηκε τη συγκεκριμένη κατηγορία εμπλοκής του στην πρώτη υπόθεση χαρακτηρίζοντάς την ως προκατασκευασμένη από την Ασφάλεια Πειραιά (πράγμα που λίγο-πολύ ομολόγησε, σε κάποια στιγμή αργότερα στη διαδικασία, ο ίδιος ο διαβόητος βασανιστής Κουβάς Σωτήρης ο οποίος ενοχλημένος από την ευψυχία των απολογιών είπε σε απειλητικό τόνο: «Τα λένε εδώ, αλλά αν τους είχαμε πιάσει εμείς να δούμε αν θα τα ΄λεγαν», επαιρόμενος έτσι για την «ανακριτική» του δεινότητα). Ο Δαρειώτης, που υπέφερε τα πάνδεινα στην Ασφάλεια της Αθήνας, που τον συνέλαβε και τον κράτησε επί τετράμηνο σε απομόνωση, κατάγγειλε τα βασανιστήρια στα οποία υποβλήθηκε και αυτός, όπως και άλλοι κρατούμενοι.
Aπεργία πείνας για την απελευθέρωση του Μίμη Δαρειώτη και του Σωτήρη Αναστασιάδη το 1971 στην Δυτική Γερμανία.
Μίλησε για τη ΔΝΛ την οποία παρουσίασε ως σχολείο υψηλού πατριωτικού φρονηματισμού και δημοκρατίας, δήλωσε ρητά ότι είναι κομμουνιστής, πως πάλεψε για τις ελευθερίες και την δημοκρατία και ότι η δράση του είναι καθαρά πολιτική, όπως και όλες οι δράσεις του Πατριωτικού Μετώπου (ΠΑΜ) στο οποίο έχει ενταχθεί. Υποστήριξε ότι η 21η Απριλίου ήταν βίαιη ανατροπή και παρανομία και ότι η αντίσταση είναι νόμιμη, καταλήγοντας στο γνωστό ρητορικό ερώτημα: «Το θέμα είναι ποίος ανέτρεψε ποίον». Αντέταξε ότι η δράση του είναι βαθύτατα πατριωτική και με εμφατικό τρόπο συμπέρανε ότι γνωρίζει γιατί κατηγορείται: «Κατηγορούμαι γιατί δεν δέχθηκα τις τεθωρακισμένες μεραρχίες και τις προκρούστιες κλίνες της Ασφάλειας. Το μέλλον της Ελλάδας είναι η λαϊκή κυριαρχία».
Τότε ένα ηλεκτρικό ρεύμα διαπέρασε όλους μας και με τα εκφραστικά βλέμματα-σπίθες μεταξύ μας συνεννοηθήκαμε για το ατσάλινο τείχος που είχαμε να προτάξουμε.
* * *
Στην επόμενη απολογία αντήχησε ο στίχος του Κάλβου: «Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία», κύριοι στρατοδίκαι, ένα ηχηρό ράπισμα στα κουδουνίσματα του προέδρου να περιοριζόμαστε στις κατηγορίες.
Ο παραλογισμός των προτάσεων σε θάνατο, που ο εγκάθετος Λιαπής προσπαθούσε να τις ενισχύσει με ερωτήσεις - παγίδες περί ένοπλης πάλης, προκάλεσαν την εξανάσταση του συνηγόρου Κωνσταντίνου Κιζιρίδη: «Μα...πώς ζητάτε την κεφαλήν 20ετούς νεάνιδος επί πίνακι!", αλλά και τότε πάλι ο Λιαπής έδραξε την ευκαιρία για να εκδηλώσει την κακεντρέχειά του διορθώνοντάς τον: «23 ετών παρακαλώ»ˑ φαίνεται είχε ανάγκη να μετράει, πόντο τον πόντο, σε ποιο σημείο ακριβώς της άνθισης της ζωής μας θα την αφαιρούσε.
Προς το απόγευμα άρχισε η δεύτερη δίκη του Δαρειώτη και των άλλων μελών του ΠΑΜ. Δίνουν μάχη για να απολογηθούν επιγραμματικά, ο καθένας ό,τι προλάβει. Υπερασπίζονται με σθένος την ιδεολογική τους ταυτότητα, το δημοκρατικό τους χρέος που επιτάσσει το ακροτελεύτιο άρθρο 114 του Συντάγματος, θέτουν τα πολιτικά αιτήματα για ελεύθερες εκλογές και για συνεργασία όλων των κομμάτων και οργανώσεων με σκοπό την απαλλαγή από την δικτατορία, διατρανώνουν την πίστη τους ότι η χούντα θα πέσει, μιλούν για την υπεροχή του ηθικού νόμου έναντι των στρατιωτικών απαγορεύσεων και της βίας, αποκαλύπτουν την νομική δολιότητα της έκνομης χουντικής κυβέρνησης να ταυτίζει τον εαυτό της με το κοινωνικό καθεστώς και πολίτευμα, ώστε να καταδιώκει την αντιδικτατορική αντίσταση βάσει του αντισυνταγματικού και εμφυλιοπολεμικού νόμου 509/1947.
Οι καταγγελίες των βασανιστηρίων, πύρινα βλήματα στην ειδυλλιακή εικόνα που προπαγάνδιζε η Χούντα, στοχεύουν πέραν της ύψωσης της κραυγής της κοινής γνώμης κατά της βαρβαρότητας, και στην αποπομπή της Ελλάδας από το Συμβούλιο της Ευρώπης που τελικά επιτεύχθηκε το Δεκέμβριο του 1969. Σε μια αποστροφή του λόγου του ο Χρήστος Ρεκλείτης επιχειρεί να επιδείξει το γεμάτο σπασίματα και ραγίσματα πόδι του από τα βασανιστήρια που υπέστη με τον φάλαγγα και την μέγγενη (μέθοδος βασανισμού και αυτή) και ο Γιάννης Πετρόπουλος τα τέσσερα βγαλμένα, με κάψιμο τσιγάρου, νύχια των ποδιών του∙ τότε μια συγκλονιστικά ανατριχίλα διατρέχει το ακροατήριο.
Αποκρούουν ως χαλκευμένη την κατηγορία για την ευθύνη της θανατηφόρου βομβιστικής ενέργειας που είναι πλήρως αντίθετη με τις αρχές του ΠΑΜ, και γιατί «εξαφανίστηκαν τα ενοχοποιητικά στοιχεία» καθ΄ομολογίαν της ίδιας της Ασφάλειας στη δίκη.
* * *
Σε εκείνα τα πρώτα χρόνια της δικτατορίας, η προσέλευση μάρτυρα υπεράσπισης θα σήμαινε από την επαύριον ποικίλες δυσάρεστες συνέπειες γι’ αυτόν, αλλά ο τίμιος πατέρας της Αικατερίνης Μυλωνά, παρά το πένθος του, που τον είχαν φέρει ως μάρτυρα κατηγορίας μετατράπηκε τελικά σε μάρτυρα υπεράσπισης. Στην ερώτηση που του έγινε από τον πρόεδρο αν είναι οι κατηγορούμενοι οι δράστες της δολοφονικής ενέργειας, απάντησε σταθερά τονίζοντας τις δύο πρώτες λέξεις «μου είπανε πως αυτοί είναι» και στρεφόμενος ελαφρώς προς τους κατηγορούμενους συμπλήρωσε «αλλά δεν τους πιστεύω για ενόχους μιας τέτοιας πράξης».
Όταν έφτασε η σειρά να απολογηθεί η επίσης αγρίως βασανισθείσα Μαρία Καλλέργη (εγγονή του πρωτοπόρου σοσιαλιστή Σταύρου Καλλέργη, οργανωτή της πρώτης Εργατικής Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα το 1993), πριν ολοκληρώσει καν μια πρώτη διατύπωση, της αφαιρέθηκε ο λόγος. Φαίνεται ότι είχε επιφυλαχθεί για το τέλος μια ιδιαίτερη μεταχείριση στις γυναίκες, αφού και στις άλλες δύο συγκατηγορούμενές της συνέβη το ίδιο.
Οι συνήγοροι Χριστόφορος Αργυρόπουλος, Ανδρέας Δραγάτσης, Ευάγγελος Γιαννόπουλος, Γεώργιος Θεοτοκάτος, Κωνσταντίνος Κιζιρίδης, Γεώργιος Βασίλειος Μαγκάκης, έδωσαν κι αυτοί, απ΄το δικανικό τους μετερίζι, με θέρμη τη μάχη τους. Αθωωτική η απόφαση για τη βόμβα, ενώ οι ποινές ανήλθαν το πολύ σε 16 χρόνια πρόσκαιρης κάθειρξης για τη νεολαία (Αναστασιάδης, Δαρειώτης, Καλλέργη, Πετρόπουλος, Ρεκλείτης, Τζεμπελίκου), με τις προτάσεις του Λιαπή για καταδίκη σε θάνατο να αυτοαναφλέγονται. «Είσαστε οι νικητές» τιτλοφόρησε το άρθρο του για το αποτέλεσμα της δίκης ο Ριζοσπάστης (Μαχητής), [Φλεβ. 1969, αρ. φ. 4 (9)]. Η δε Ασφάλεια έπρεπε να αναμένει άλλες συλλήψεις στελεχών (του Τάκη Μπενά, τον Μάρτη 1969 και του Μπάμπη Θεοδωρίδη, τον Μάρτη 1970) για να επαναφέρει τις κατηγορίες για την υπόθεση της βόμβας, αλλά και αυτή τη φορά «άνθρακες οι θησαυροί».
Ενδιαφέρον για τις δίκες είχαν δείξει ευρωπαίοι δημοσιογράφοι και δικηγόροι που είχαν έρθει για να παρακολουθήσουν τα τεκταινόμενα και η συμπαράστασή τους υπήρξε σημαντική. Μάλιστα ένα δημοσιογράφος, που μπόρεσε να μιλήσει με γονείς μας, έγραψε σε γαλλική εφημερίδα την απορία του «πώς στην Ελλάδα έχει γίνει συνήθεια η δυστυχία». Στις αθηναϊκές εφημερίδες απαγορεύτηκε να γράψουν οτιδήποτε γι’ αυτές τις δίκες.
* * *
Γυρίσαμε στις φυλακές πολύ αργά τη νύχτα, όπου μας περίμεναν στον θάλαμο άγρυπνες οι συντρόφισσές μας, με τον αέρα της νίκης για τον εξευτελισμό της χούντας από τις απολογίες όλων μας και το φιάσκο της Ασφάλειας αλλά και τη στενοχώρια της Μαρίας που το Δικαστήριο της απαγόρευσε να εκφράσει την αντιδικτατορική της φλόγα, αν και την καταδίκασε σε 16 χρόνια.
Βοηθήματα:
1. Πρακτικά της συνεδρίασης 22/1/1969 με αρ. 38/1969 του Έκτακτου Στρατοδικείου Αθηνών.
2. Αρχείο Παράνομου Αντιστασιακού Εντύπου 1967-1974, έκδ. ΚΚΕ εσωτερικού, Νοέμβρης 1974, Αθήνα.
3. Χρήστος Ρεκλείτης 1937-2014, έκδ. εταιρείας Μελέτης της Ιστορίας της Αριστερής Νεολαίας (ΕΜΙΑΝ), Αθήνα 2014.
4. Γιάννης Πετρόπουλος 1935-2010, έκδ. ΕΜΙΑΝ, Αθήνα 2011.
5. Το Λεύκωμα του Ρήγα Φεραίου 1967-1974, έκδ. «Ρήγας Φεραίος», (σημείωση: Χρόνος έκδ. μέσα δεκαετίας ‘70), Αθήνα. Όπου και η απολογία της Τζεμπελίκου της 22/01/1969 και οι λεπτομερείς καταγγελίες των Μίμη Δαρειώτη και Σωτήρη Αναστασιάδη για τα βασανιστήρια τους, μεταξύ των άλλων στοιχείων.