Κωνσταντίνος Παλαιολόγος «Ιστορία και ανθολόγιο κειμένων της σύγχρονης ισπανικής λογοτεχνίας (20ός αιώνας)», εκδόσεις Πεδίο, 2021
Δύσκολο εγχείρημα να συνοψίσει κανείς σε έναν τόμο κάτι τόσο πλούσιο, πολύμορφο, πολύπλευρο, όσο οι λογοτέχνες και η λογοτεχνία που γράφτηκε στην Ισπανία τον 20ό αιώνα. Και, αν κρίνει κανείς από αυτή την πρώτη ιστορία της ισπανικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα που γράφεται στα ελληνικά, ένα τέτοιο εγχείρημα μπορεί να αποδώσει ένα πολύ γόνιμο και ενδιαφέρον αποτέλεσμα, που μάλιστα δεν απευθύνεται αποκλειστικά σε ειδικούς, αλλά σε οποιονδήποτε αναγνώστη ή αναγνώστρια αγαπά τη λογοτεχνία, ειδικά μάλιστα εκείνη της Ισπανίας.
Στις σελίδες του βιβλίου, ο συγγραφέας αποτυπώνει ένα πλήρες πανόραμα της λογοτεχνίας που γράφτηκε στην Ισπανία τον 20ό αιώνα, και μάλιστα εξετάζοντάς την παράλληλα και σε σχέση με τα εγχώρια και τα διεθνή λογοτεχνικά αλλά και ιδεολογικά ρεύματα που αναπτύχθηκαν όλη εκείνη την τόσο εύφορη, για τη λογοτεχνία, περίοδο.
Το ιδιαίτερα ενδιαφέρον στοιχείο στο βιβλίο αυτό είναι ότι ο συγγραφέας θέλει να συνδέσει και να εντάξει όλο αυτό το φάσμα των λογοτεχνών, όλη αυτή την πλούσια λογοτεχνία, στο ιστορικό, κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο, εγχώριο και διεθνές, εντός του οποίου γράφτηκε. Έτσι, η άνοδος της ισπανικής αστικής τάξης και η συνεπακόλουθη πτώση της αριστοκρατίας, η αποσύνθεση της πανίσχυρης, κάποτε, ισπανικής αυτοκρατορίας, οι παγκόσμιοι πόλεμοι, το πραξικόπημα του Φράνκο και ο ισπανικός εμφύλιος, η εξορία αλλά και οι λογοτέχνες που δούλεψαν στη φρανκική Ισπανία, η σχέση «ελέγχου και απαξίωσης» του φρανκικού καθεστώτος με τη λογοτεχνία, η ανάδυση της καθαρά πολιτικής και «στρατευμένης» λογοτεχνίας, η μεταπολίτευση, η περίφημη Movida και τα κινήματα αμφισβήτησης και άλλα πολλά γίνονται ο καμβάς που πάνω του αποτυπώνεται όλη αυτή η λογοτεχνική ιστορία.
Ο συγγραφέας θίγει και ζητήματα της σύγχρονης βιομηχανίας και αγοράς του βιβλίου, όπως οι μηχανισμοί κυριαρχίας του «ευπώλητου» και οι σοβαρές επιπτώσεις τους στο βιβλίο, ενώ διαβάζει με κριτικό μάτι κάποιες έννοιες (όπως εκείνη των «λογοτεχνικών γενεών») και τη σχέση τους με τη λογοτεχνική εκδοτική και κριτική (και διαφημιστική, ενίοτε) βιομηχανία.
Σημαντική εξέλιξη τις τελευταίες δεκαετίες, όσον αφορά τη λογοτεχνία που γράφεται στο ισπανικό κράτος, μας θυμίζει το βιβλίο, ήταν «η αναγνώριση ως επίσημων γλωσσών του ισπανικού κράτους, πλην των καστιλιάνικων, των καταλανικών, των γαλικιανών και των βασκικών», με αποτέλεσμα «την ελεύθερη έκδοση και κυκλοφορία λογοτεχνίας και σε αυτές τις γλώσσες».
Μια πρωτοτυπία του τόμου αυτού είναι βεβαίως και το ανθολόγιο των κειμένων. Ο συγγραφέας παραθέτει αποσπάσματα ή και πλήρη κείμενα (διηγήματα, ποιήματα) από 63 συγγραφείς, αντιπροσωπευτικά κάθε περιόδου, και μάλιστα σε δίγλωσση μορφή, ισπανικά και σε μετάφραση στα ελληνικά. Το βιβλίο συμπληρώνεται με βιβλιογραφία, εκτεταμένο χρονολόγιο και (απαραίτητο, εν προκειμένω) ευρετήριο των συγγραφέων που αναφέρονται.
Μεταξύ άλλων, ο συγγραφέας κάνει αναφορά και στους συγγραφείς που προέρχονται από χώρες της Λατινικής Αμερικής αλλά ζουν και εργάζονται στην Ισπανία. Υπάρχει ένα άλλο στοιχείο, ένα ανεξάρτητο και μεγάλο κεφάλαιο που εκφεύγει βέβαια από τους σκοπούς αυτού του τόμου ωστόσο τέμνεται με όλο αυτό το πανόραμα και μακάρι κάποια στιγμή κάποιος, κάποια συγγραφέας να καταπιαστεί μελλοντικά και με αυτή τη σημαντική ψηφίδα: την επικοινωνία, τη σύνδεση, τις γέφυρες, την αλληλοτροφοδότηση της λογοτεχνίας που γράφτηκε στην Ισπανία με εκείνη –την τόσο πλούσια– που γράφτηκε την ίδια εποχή στην ισπανόφωνη Λατινική Αμερική.