Το πιο ισχυρό από τα προπαγανδιστικά όπλα των αυταρχικών κυβερνήσεων είναι αναμφίβολα το ψευτοδίλημμα «ασφάλεια ή ελευθερία». Είναι όμως σημαντικό να ειπωθεί ότι αυτό εδράζεται στη βάση της φιλοσοφίας ενός ακραίου ατομικισμού. Αυτός ο Λεβιάθαν –το κράτος της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς– έχει πολλά να κερδίσει από την ιδέα ενός υπαρκτού επικίνδυνου εσωτερικού εχθρού που απειλεί την κοινωνική ειρήνη και την ασφάλεια των πολιτών του. Για τον λόγο αυτό, επενδύει στρατηγικά στο δόγμα «Νόμος και Τάξη». Ο φόβος του εγκλήματος, της ανομίας και της διατάραξης της δημόσιας τάξης διασπείρεται «από τα πάνω» με ποικίλους τρόπους στην κοινωνία, πότε αφηρημένα και πότε στιγματιστικά αλλά πάντοτε μεθοδικά. Κι όταν η απειλή δεν είναι διαθέσιμη, κατασκευάζεται για να δώσει ζωή στους μηχανισμούς του κοινωνικού ελέγχου και να υπενθυμίσει στους επίδοξους «αντιφρονούντες» ότι το μονοπώλιο στη βία ανήκει στο κράτος. Διότι ο Λεβιάθαν ξέρει από πριν και καλύτερα από τον κάθε απεργό, διαμαρτυρόμενο ή διαδηλωτή ότι βία είναι και η απεργία, η διαδήλωση, η διαμαρτυρία. Είναι η βία που ασκείται από τον αγωνιζόμενο πολιτικά σκεπτόμενο άνθρωπο προς το ίδιο το κράτος και το ιδιοκτησιακό καθεστώς, το οποίο σθεναρά περιφρουρεί και διαιωνίζει. Είναι η βία στη βία της φτώχειας και της εξαθλίωσης, που αξιώνει να υποστούν καρτερικά οι μη προνομιούχοι υποτελείς του.
Η κατασκευή του εχθρού οδηγεί νομοτελειακά στη δημιουργία ενός αντίστοιχου νομικού πλαισίου και την υιοθέτηση ακραίων δογμάτων, όπως αυτό της «μηδενικής ανοχής», δαιμονοποιώντας κάθε αντίσταση προς τις επιταγές υπακοής και συμμόρφωσης. Η αυθαίρετη παραβίαση θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων και η κατάχρηση της καταστολής αποτελεί το σύνηθες καταφύγιο της μη στέρεης εξουσίας, η οποία αδυνατεί πλέον να πείσει την κοινωνία. Αν και στις αστικές δημοκρατίες η κρατική αντίδραση είναι κι αυτή πλαισιωμένη από τους κανόνες που επιβάλλει το συναφθέν κοινωνικό συμβόλαιο, είναι εντυπωσιακή η συχνότητα και η ταχύτητα με την οποία αυτοί παραβιάζονται, καταφεύγοντας στην άμετρη βία και την καταχρηστική καταστολή, υπενθυμίζοντας κάθε φορά τη φύση και την ουσία του αστικού κράτους. Η επιθετική αντιμετώπιση των διαμαρτυρόμενων και διαδηλωτών γίνεται πάντα στο όνομα της δημόσιας ασφάλειας και του συλλογικού συμφέροντος, παρά το γεγονός ότι οι αυταρχικές κυβερνήσεις είναι εκείνες που τα υπομονεύουν κάθε φορά με την εφαρμογή σειράς αντιδραστικών μέτρων όπως η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Ο Λεβιάθαν «αγιάζει» και τους σκοπούς και τα μέσα των γραφειοκρατών του κοινωνικού ελέγχου και δικαιολογεί από πριν τη χρήση τους. Αγιάζει και τα κατασταλτικά όπλα της αστυνομίας –και του στρατού ακόμη αν χρειαστεί– για την εξουδετέρωση του εσωτερικού στόχου - εχθρού. Τον στιγματίζει, τον διαπομπεύει και στη συνέχεια τον κακοποιεί σε live μετάδοση από τα συστημικά τηλεοπτικά δίκτυα, πανηγυρίζοντας για την αποκατάσταση της δημόσιας τάξης, αποσπώντας τεχνηέντως τη συμπαράσταση μερίδας της κοινής γνώμης αντί της γενικής κατακραυγής.
Η τοξικότητα αυτής της «κανονικότητας» είναι πιο επικίνδυνη από όλα τα δακρυγόνα όλων αστυνομιών του κόσμου. Είναι πιο ασφυκτική και από τα δακρυγόνα που εισέπνευσαν οι διαμαρτυρόμενοι εργατοϋπάλληλοι βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων προ λίγο ημερών έξω από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και την καταγγελλόμενη βλάβη της υγείας τους. Είναι εμφανές λοιπόν ότι η εμπέδωση του αισθήματος ασφάλειας στρέφεται προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς και την πολιτική εξουσία και μόνο κατ’ επίφαση προς την κοινωνία.
Η συχνά δε αναίτια ή υπερβολική βία κατά των διαμαρτυρόμενων κοινωνικών ομάδων από τις δυνάμεις καταστολής αλλά και ο βαθμός αυτονομίας των τελευταίων από την εκάστοτε πολιτική εξουσία, είναι η πιο ξεκάθαρη αποτύπωση μιας σειράς στιγματιστικών αντιλήψεων με τις οποίες το αστικό κράτος έχει τροφοδοτήσει τα οργανικά του μέρη, για κάθε αντίρροπη μη υποταγμένη δράση, στοχοποιώντας τα πιο υγιή στοιχεία της κοινωνίας και κυρίως τους εργαζόμενους και τη νεολαία. Οι προκαταλήψεις αυτές είναι το εποικοδόμημα πάνω στη βάση των παραγωγικών σχέσεων και για τον λόγο αυτό δεν είναι δυνατόν να τις απομονώσει κανείς από τις βασικές λειτουργίες και τους όρους ύπαρξης του ίδιου του αστικού κράτους. Μπορεί όμως να επέμβει στις δομές του!
Στο ψευδοδίλλημα «ασφάλεια ή ελευθερία» η Αριστερά οφείλει να δώσει σαφή και ξεκάθαρη απάντηση για τις υπηρεσίες που προσδοκά να παρέχει στους πολίτες η δική της κυβερνητική προοπτική. Με θεσμικές τομές και νέες κατευθύνσεις στα όργανα του κράτους, η βάση της δικής της φιλοσοφίας δεν μπορεί να είναι άλλη από τη θέση ότι όσο περισσότερο ελεύθερη είναι μια κοινωνία, τόσο πιο ασφαλής είναι.