Με αφορμή την έρευνα του Eteron -Ινστιτούτου για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή, στο πλαίσιο της αναζήτησης ενός παραδείγματος οικονομικής δικαιοσύνης, την οποία υλοποίησε η aboutpeople, συζητάμε με τον πολιτικό αναλυτή της δημοσκοπικής εταιρείας Πέτρο Ιωαννίδη για τα συμπεράσματα που προέκυψαν. Όπως ο ίδιος τονίζει, μέσα από τις αντιφάσεις της κοινωνίας, που καταγράφηκαν προκύπτει ένας πραγματισμός: θέλουμε αποτέλεσμα, θέλουμε τη ζωή μας καλύτερη. Αυτό ανοίγει παράθυρα δράσης για τα κόμματα, που τα υποχρεώνει να επικεντρωθούν στα πραγματικά προβλήματα.
Η έρευνα μελέτησε 130 μεταβλητές, είναι 504 διαφάνειες με ερωτήσεις για το σύνολο σχεδόν των ζητημάτων που αφορούν τους πολίτες. Από τα δεδομένα της, πώς θα περιέγραφες την ελληνική κοινωνία;
Είναι μια προσπάθεια χαρτογράφησης της ελληνικής κοινωνίας, σε ένα ευρύ πεδίο θεματολογίας. Κράτος, θεσμοί, αξίες και κυρίως οι απόψεις για την οικονομία είναι τα βασικά αντικείμενα της έρευνας, την επιστημονική επιμέλεια της οποίας έχει ο καθηγητής Γεράσιμος Μοσχονάς. Η έρευνα εντάσσεται σε ένα ευρύτερο project του Ινστιτούτου Eteron με γενικό τίτλο «Οικονομική Δικαιοσύνη». Οφείλω να πω ότι είναι από τις δουλειές που πραγματικά χαίρεται ένας ερευνητής όταν έχει την ευκαιρία να τις πραγματοποιήσει και ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης και η ομάδα τους μας έδωσαν την ευκαιρία να κάνουμε πράξη αυτή την «ακτινογραφία».
Επικεντρώσαμε την έρευνα στο αξιακό και οικονομικό προφίλ του ελληνικού πληθυσμού και διαπιστώσαμε ότι αυτό είναι μεικτό και αντιφατικό. Είναι βέβαια σαφές ότι η πανδημία αφήνει το αποτύπωμά της και για αυτό καταγράφεται μια τάση για ένα περισσότερο διευρυμένο ρόλο του κράτους. Έφερε, δηλαδή, η πανδημία το κράτος στο προσκήνιο ξανά και ανέδειξε την ανάγκη για μεγαλύτερη εμπλοκή του σε διάφορους τομείς, όπως για παράδειγμα η Υγεία. Συνολικά, όμως, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ελληνική κοινωνία είναι αντιφατική, αναζητά τη Δικαιοσύνη ή μάλλον επισημαίνει το άδικο και θεωρεί κρίσιμο να αντιμετωπιστεί. Είναι μια κοινωνία στην οποία συνυπάρχουν προοδευτικές και συντηρητικές απόψεις, κρατικιστικές και αντικρατικιστικές, νεοφιλελεύθερες και αντινεοφιλελεύθερες. Μέσα από αυτές τις αντιφάσεις, όμως, αναδεικνύεται και ένας πραγματισμός: θέλουμε αποτέλεσμα, θέλουμε τη ζωή μας καλύτερη.
Ποιες είναι οι κυριότερες αντιφάσεις που καταγράφηκαν;
Οι αντιφάσεις εντοπίζονται κυρίως κατά τη μετάβαση από τη θεωρία στην πράξη. Ενώ για παράδειγμα στη θεωρία βλέπουμε μια αντινεοφιλελεύθερη προσέγγιση, υπέρ του κράτους, στην πράξη αυτό δεν είναι τόσο καθαρό, είναι στην πραγματικότητα πολύ πιο σύνθετο. Δηλαδή, το 62,5% απαντά ότι «οι οικονομικές ανισότητες δεν συνδέονται με τη βαθύτερη φύση του ανθρώπου, αλλά με το οικονομικό και κοινωνικό σύστημα το οποίο τις προκαλεί», το 62,7% πιστεύει ότι «οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης κάνουν κακό στην οικονομία, διότι δημιουργούν ανασφάλεια στους εργαζόμενους, με αποτέλεσμα να καταναλώνουν λιγότερο». Την ίδια στιγμή όμως το 63,4% πιστεύει ότι «δεν είναι σωστό να πληρώνει η μεσαία τάξη τα επιδόματα αλληλεγγύης στους φτωχούς», το 50,6% ότι «όταν το κράτος δίνει πολλά επιδόματα μαθαίνει τους πολίτες να μην προσπαθούν» και το 45,1% ότι «οι άνεργοι θα μπορούσαν να βρουν εργασία εάν το επιθυμούσαν πραγματικά».
Οι αντιθέσεις αυτές στην κοινωνία έχουν περισσότερο ιδεολογική βάση ή στηρίζονται στις κοινωνικές ανάγκες; Είναι συνειδητό, δηλαδή, στην κοινωνία ότι οι πολιτικές έχουν ιδεολογικό πρόσημο ή δεν απασχολεί αυτό τον κόσμο;
Καταρχήν, να διευκρινίσω ότι οι αντιφάσεις αυτές έχουν λογική. Όπως είπαμε και πριν είναι διαφορετικό να μιλάς σε μία θεωρητική βάση και είναι άλλο να απαντάς σε κάτι που νιώθεις ότι σε αφορά και προσωπικά. Για παράδειγμα, η έννοια της «ανταγωνιστικότητας» συγκεντρώνει εξαιρετικά υψηλή αποδοχή (71,9%), ενώ ο καπιταλισμός αξιολογείται ως «κάτι καλό» μόλις από το 24,1%.
Εντοπίζεται, επομένως, μια τάση αποπολιτικοποίησης;
Όχι αποπολιτικοποίησης, αλλά αποκλιμάκωσης των πολιτικών/κομματικών παθών θα έλεγα. Εκτιμώ ότι τους πολίτες τούς ενδιαφέρει κυρίως η αποτελεσματικότητα. Είναι κουρασμένοι από μια δεκαετή κρίση και άλλα δύο χρόνια πανδημίας και σε αυτή τη φάση δεν τους απασχολούν ιδιαίτερα τα ιδεολογικά πρόσημα. Δείχνουν αποδοχή σε ό,τι κρίνουν ότι μπορεί να τους βοηθήσει να γίνει καλύτερη η ζωή τους και να γίνει πιο δίκαιη η χώρα.
Η έννοια της Οικολογίας καταγράφει 82,4% αποδοχή. Θεωρείς ότι ο κόσμος επιζητά περιβαλλοντικές πολιτικές, χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι το ιδεολογικό τους πρόσημο είναι αυτό που θα ορίσει και την κατεύθυνση; Είναι εντυπωσιακό πως το 75,8% συμφωνεί με μια «πιο αυστηρή περιβαλλοντική νομοθεσία, έστω και αν αυτό σημαίνει ότι θα ακυρωθούν μεγάλες επενδύσεις».
Έτσι είναι. Καταλαβαίνουν ότι υπάρχει πολύ μεγάλο πρόβλημα με το ζήτημα της κλιματικής κρίσης. Ωστόσο, δεν το αντιμετωπίζουν ως ένα θέμα που αφορά άμεσα τους ίδιους, αλλά που θα επηρεάσει τις επόμενες γενιές. Υπάρχει σαφώς μια γενική τάση να προστατευθεί το κλίμα και υπάρχει ένα αίτημα τα κόμματα να εφαρμόσουν τέτοιες πολιτικές. Επομένως, εδώ ανοίγει ένα παράθυρο δράσης για τα κόμματα. Για να είμαι πιο ακριβής τα κόμματα οφείλουν να ασχοληθούν σοβαρά με το περιβάλλον.
Το 71,1% εκτιμά ότι «στο μέλλον θα ενισχυθεί η συνεργασία των πολιτών, η συλλογικότητα και η αλληλεγγύη». Σε επιμέρους ερωτήματα, ωστόσο, δεν αποτυπώνεται αυτή η ανάγκη. Για παράδειγμα, το 45,1% λέει ότι «οι άνεργοι θα μπορούσαν να βρουν εργασία αν το επιθυμούσαν πραγματικά», το 50,6% συμφωνεί πως «όταν το κράτος δίνει πολλά επιδόματα μαθαίνει τους πολίτες να μην προσπαθούν» και το 63,4% πως «δεν είναι σωστό να πληρώνει η μεσαία τάξη τα επιδόματα αλληλεγγύης στους φτωχούς». Όταν εξειδικεύονται, δηλαδή τα ερωτήματα, η αλληλεγγύη γίνεται ατομισμός. Είναι έτσι;
Ξαναμπαίνει εδώ η διάσταση μεταξύ θεωρίας και πράξης. Σε θεωρητικό επίπεδο δηλώνουμε πλειοψηφικά υπέρ της αλληλεγγύης και της συλλογικότητας. Όταν, πάλι, το ερώτημα γίνεται πιο προσωπικό, μας αφορά, μας αγγίζει, γινόμαστε πιο ατομιστές. Στο τέλος της ημέρας, η ατομικότητα φτάνει να είναι πιο ισχυρή της συλλογικότητας. Είμαστε, θα έλεγα, περισσότερο προοδευτικοί στη θεωρία και πιο συντηρητικοί στην πράξη.
Η ιδεολογία δημιουργεί αποστροφή;
Θα έλεγα ότι αποστροφή -σκληρή λέξη- δημιουργούν τα κόμματα, όχι η ιδεολογία. Οι πολίτες εκτιμώ ότι απομακρύνονται από τα κόμματα και επειδή αυτά έχουν χάσει την ιδεολογία τους. Για παράδειγμα, ο ΣΥΡΙΖΑ εφάρμοσε μνημόνιο. Αυτό προκάλεσε απογοήτευση στους ψηφοφόρους του. Τώρα βλέπουμε μια Νέα Δημοκρατία να ασκεί επιδοματική πολιτική στην πανδημία, που είναι κόντρα στη δική της ιδεολογία. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι τα κόμματα απομακρύνονται από τα πιστεύω τους και αναγκάζονται να προσαρμόζονται στις συνθήκες που καλούνται να κυβερνήσουν. Αυτό τα κάνει να μοιάζουν μεταξύ τους στις πολιτικές που ασκούν και οι πολίτες, στο τέλος, μπερδεύονται. Γι’ αυτό και ψάχνουν να στηρίξουν το κόμμα που θα είναι πιο αποτελεσματικό, κάποιες φορές και το λιγότερο κακό. Στη λογική του «αφού μοιάζουν, ας προτιμήσω αυτόν που θα κάνει τη δουλειά».
Το ότι η οικονομία της αγοράς (64,9%) και η ανταγωνιστικότητα (71,9%) συγκεντρώνουν αποδοχή, μας δείχνει ότι η κοινωνία έχει προσαρμόσει τα αιτήματά της –ύστερα από δέκα χρόνια οικονομικής κρίσης και άλλα δύο τριπλής κρίσης– στο να τα περνά από το φίλτρο της λιτότητας και των δημοσιονομικών περιορισμών;
O Γεράσιμος Μοσχονάς στην έκθεση που έχει κάνει για την έρευνα περιγράφει με απόλυτη σαφήνεια νομίζω την κοινωνία σε σχέση με αυτό: «Στο οικονομικό πεδίο, η έρευνα τεκμηριώνει την κυριαρχική παρουσία στην Ελλάδα μιας μικτής οικονομικο-πολιτικής κουλτούρας που συνδυάζει γνώμες και αξιακές προτεραιότητες (νέο)φιλελεύθερης προέλευσης με προτεραιότητες περισσότερο «σοσιαλδημοκρατικές» και «κρατικιστικές». Αυτή η διπλή μήτρα, ταυτόχρονα οικονομικά φιλελεύθερη και «κρατικοκεντρική», παράγει έναν ισχυρό δυϊσμό αξιών και πεποιθήσεων».
Τι συναισθήματα καταγράφονται; Το 43,6% των συμμετεχόντων δηλώνουν ικανοποιημένοι από τη ζωή τους και το 12,2% πολύ ικανοποιημένοι. Διαμορφώνεται μια τάση αμφισβήτησης, οργής και επομένως κινητοποίησης;
Περίπου 6 στους 10 δηλώνουν ικανοποιημένοι από τη ζωή τους, αλλά λιγότερο ή και καθόλου ικανοποιημένοι νιώθουν όσοι αυτοτοποθετούνται στα κατώτερα στρώματα και τις μεσαίες τάξεις, οι άνεργοι, οι χαμηλόμισθοι. Υπάρχει, δηλαδή, μια σημαντική διαφοροποίηση στο πόσο ικανοποιημένοι νιώθουν με τη ζωή τους οι άνθρωποι, ανάλογα με το εισόδημά τους. Όταν δε η ερώτηση αφορά την προσωπική οικονομική κατάσταση αντιστρέφεται το κλίμα, με 6 στους 10 να δηλώνουν δυσαρεστημένοι. Δεν διακρίνω μια τάση κινητοποιητική, που να μας προετοιμάζει για μια κοινωνική έκρηξη. Αντίθετα, οι πολίτες επιδιώκουν μια «κανονικότητα», η οποία θα τους κάνει τη ζωή πιο εύκολη, πιο καλή, με καλύτερες υπηρεσίες υγείας.
Σε δημοσκοπήσεις με πρόθεση ψήφου καταγράφεται μια τάση ανόδου της ακροδεξιάς. Από την έρευνά σας προκύπτουν τέτοια στοιχεία;
Δεν φαίνεται να είμαστε και πάλι σε μια περίοδο ανόδου της ακροδεξιάς, όπως όταν αναδείχθηκε η Χρυσή Αυγή. Υπάρχει μια έξαρση του «αντιεμβολιαστικού κινήματος» με τέτοια χαρακτηριστικά, αλλά δεν θεωρώ ότι μπορεί να δούμε στις επόμενες εκλογές μεγάλα ποσοστά όπως στο παρελθόν. Άλλωστε η πολυδιάσπασή αυτού του χώρου δεν βοηθά ένα τέτοιο σενάριο.
Μεγάλο μέρος της έρευνας επικεντρώθηκε στην κοινωνική δικαιοσύνη. Το ότι το 74,5% νιώθει πως ζει σε μία άδικη χώρα για τους πολίτες της, τι μας δείχνει;
Είναι ισχυρό το αίτημα για ενίσχυση της δικαιοσύνης στη χώρα μας. Σε πάρα πολλές εκφάνσεις της ζωής τους, οι πολίτες αισθάνονται ότι αδικούνται. Για παράδειγμα σε ό,τι αφορά στο αίτημα για λιγότερη φορολογία, εκτιμώ ότι οι πολίτες πιστεύουν πως οι φόροι τους δεν πιάνουν τόπο, τα χρήματα που δίνουν δηλαδή στο κράτος δεν τους επιστρέφονται με υπηρεσίες ποιότητας. Αν το κράτος γίνει πιο αποτελεσματικό αυτή η τάση πιθανότατα θα αλλάξει. Παρατηρούμε ότι διαμορφώνονται αιτήματα (π.χ. στην εργασία, στη φορολογία, στην υγεία κ.α.) που οφείλουν τα κόμματα εξουσίας να δουν και να ικανοποιήσουν. Αν δεν το κάνουν, τότε θα υπάρξει ακόμα μεγαλύτερη αποστροφή προς τα κόμματα και τους φορείς έκφρασης της πολιτικής.
Συνολικά, ποιο είναι το μήνυμα που στέλνει η έρευνα στα κόμματα εξουσίας;
Είμαστε μια αντιφατική κοινωνία, όπου οι πολίτες επιζητούν αποτελεσματικότητα στις ασκούμενες πολιτικές και ενίσχυση του αισθήματος δικαίου. Θέλουν ένα καλύτερο κράτος. Οι πολλοί αισθάνονται ότι ζουν σε μία χώρα άδικη. Θα έλεγα ότι τα κόμματα θα έπρεπε να ασχοληθούν με τα πραγματικά προβλήματα και όχι με μικροπολιτικές τακτικές.