Ηταν αυτονόητο ότι τα ελληνικά κόμματα θα καταδίκαζαν μια εισβολή σε έδαφος τρίτης χώρας, όπως σίγουρο ήταν ότι όλα θα εκφράσουν την ανησυχία τους για την ελληνικη μειονότητα στην Ουκρανία, αλλά και τη συμπαράστασή τους προς αυτήν. Κάπου εκεί όμως τελείωσαν και οι ομοιότητες, ειδικά από τη στιγμή που η κυβέρνηση επιχείρησε για μια ακόμα φορά να χειριστεί με επικοινωνιακά κριτήρια ένα ζήτημα ζωής και θανάτου (στην κυριολεξία). Κάτι που δεν κάλυψε πάντως την αμηχανία της και τον αιφνιδιασμό της. Γιατί αν θεωρήσουμε «απόδειξη αντανακλαστικών» την εσπευσμένη επιστροφή του Νίκου Δένδια από την Αφρική, όπως παρουσιάστηκε από τα φίλια στην κυβέρνηση Μέσα, τότε πώς θα έπρεπε να χαρακτηριστεί η απόφαση του να μεταβεί στην Αφρική την ώρα που χτυπούσαν τα «τύμπανα του πολέμου»;
Δείγμα επικοινωνισμού και οι δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου μεσοβδόμαδα για τις πολύπλευρες επαφές και τις πρωτοβουλίες του πρωθυπουργού, που προβλήθηκε περίπου ως «μάγος» της διπλωματίας, που θα απέτρεπε τον πόλεμο. Ο ίδιος πολιτικός που λίγες μέρες πριν στο Μόναχο αντί να μιλήσει για την Ουκρανία, το ρόλο του ΝΑΤΟ, τις ανησυχίες της Ελλάδας και το «προηγούμενο» της Κύπρου, προτίμησε να αναλωθεί σε κινδυνολογίες για το ενδεχόμενο να χάσει στις επόμενες εκλογές από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Κι όταν η σπίθα έγινε πυρκαγιά περιορίστηκε σε άνευρες διαπιστώσεις.
Η πολιτική αντιπαράθεση πάντως έδειξε να περιορίζεται σε «πρακτικά θέματα», δείχνοντας μια απροθυμία «τοποθέτησης» για ζητήματα βαριάς πολιτικής, αν εξαιρέσει κανείς το γραφικό «ανήκομεν είς την Δύσιν», που έδειξε ότι η πυξίδα της ΝΔ έχει μείνει κολλημένη σε άλλες δεκαετίες όχι μόνο σε ό,τι αφορά τα ρουσφέτια και τις εξυπηρετήσεις. Ατυχώς αυτή η νοοτροπία διατρέχει και την εξωτερική της πολιτική.
Το επικοινωνιακό βάρος δόθηκε σε θέματα «ενέργειας και ακρίβειας» με τα κυβερνητικά στελέχη και τον ίδιο τον πρωθυπουργό να το παίζουν «δίπορτο». Από τη μια διαβεβαιώσεις για την ενεργειακή επάρκεια της χώρας και, από την άλλη, προληπτική αναζήτηση άλλοθι για το ενδεχόμενο μεγαλύτερων επιβαρύνσεων για τα λαϊκά στρώματα, χωρίς τη δυνατότητα παρέμβασης για τη στήριξή τους. Το αφήγημα «φταίει για όλα η πανδημία» αντικαθίσταται τώρα από το «φταίει για όλα η κατάσταση στην Ουκρανία».
Στο σημείο αυτό εντοπίστηκε και η κριτική της αντιπολίτευσης με τον Αλέξη Τσίπρα να δηλώνει μετά από έκτακτη σύσκεψη ότι «η κυβέρνηση οφείλει άμεσα, έστω και τώρα, να προετοιμάσει και να αποκαταστήσει την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας αλλά και την επάρκεια αερίου από άλλες πηγές...» Κάτι που πάντως δε μπορεί να γίνει από τη μία μέρα στην άλλη.
Αυτό που φάνηκε να λείπει ήταν μάλλον η κριτική στην έλλειψη σχεδιασμού στην εξωτερική πολιτική. Αλέξης Τσίπρας και Νίκος Ανδρουλάκης μίλησαν για τις αστοχίες και την καθυστέρηση ανάληψης δράσης από την ΕΕ. Αλλά μια πραγματική κουβέντα για το πώς θα έπρεπε να έχει λειτουργήσει εδώ και χρόνια διαφορετικά η Ευρώπη και αν τελικά η Ελλάδα ενδιαφέρεται να επηρεάσει αυτό το διάλογο δεν ξεκίνησε ποτέ.