Η επέμβαση της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι πολεμικές συγκρούσεις που συνεχίζονται, επέβαλαν στον Ε. Μακρόν να αλλάξει τον προγραμματισμό του, σχετικά με την έναρξη και τη διεξαγωγή του προεκλογικού του αγώνα. Η διεκδίκηση της προεδρίας, για δεύτερη φορά, ίσως θα αποδειχτεί πως δεν είναι εύκολη υπόθεση. Ο ίδιος πίστευε ότι με τον διαμεσολαβητικό του ρόλο, έχοντας και την εξάμηνη προεδρία της ΕΕ, θα πετύχαινε μιαν, έστω, αποκλιμάκωση της έντασης στην Ανατολική Ευρώπη. Έτσι, θα είχε ένα ισχυρό χαρτί στα χέρια του, για να κάνει μια σύντομη προεκλογική καμπάνια. Θα μπορούσε να διασφαλίσει μια άνετη εκλογική νίκη, χωρίς να αναφερθεί στα πεπραγμένα της προεδρικής του θητείας. Να απαντήσει στις ερωτήσεις για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης και των ολοένα οξύτερων προβλημάτων, όπως η ακρίβεια και η μείωση της αγοραστικής δυνατότητας των εργαζομένων. Τα προβλήματα έχουν ήδη τεθεί στις διεκδικήσεις των εργαζομένων και των συνδικάτων CZT, FO, SOLIDAIRE καθώς και των οργανώσεων της νεολαίας UNEF κλπ, με τις πολύμορφες και μαζικές εκδηλώσεις τους, το τελευταίο διάστημα.
«Η αγοραστική δύναμη, βραδυφλεγής βόμβα…»
Με αυτόν τον πρωτοσέλιδο τίτλο κυκλοφόρησε την προηγούμενη εβδομάδα η συντηρητική Ζουρνάλ Ντε Ντιμάνς, αναφερόμενη προφανώς στις διεκδικήσεις των εργαζομένων αλλά και στη δυστοκία της κυβερνητικής πολιτικής. Οι οργανώσεις των εργαζομένων και της νεολαίας, ωστόσο, έχουν τονίσει ότι θα συνεχίσουν τις κινητοποιήσεις. Μάλιστα έχουν προγραμματίσει νέα γενική κινητοποίηση για τις 17 Μαρτίου. Στο διάστημα αυτό κατόρθωσαν να επιβάλουν στο δημόσιο λόγο τα αιτήματά τους και, μάλιστα, υποχρέωσαν όλες τις πολιτικές δυνάμεις να πάρουν θέση, αναδεικνύοντας τη διαχωριστική γραμμή Αριστεράς - Δεξιάς. Οι δυνάμεις της Αριστεράς τάχτηκαν υπέρ της αύξησης του κατώτατου μισθού – ημερομισθίου και την υπογραφή συλλογικών συμβάσεων, ως πρώτο βήμα για τη βελτίωση της θέσης των εργαζομένων και τη μείωση των μεγάλων ανισοτήτων. Υπέρ της αύξησης των μισθών τάχτηκαν και τα κόμματα της Δεξιάς, όμως με όρους και προϋποθέσεις που στην ουσία αφαιρούν αντί να προσθέτουν στην αγοραστική δύναμη των εργαζομένων. Πιο συγκεκριμένα: η υποψήφια των συντηρητικών για την προεδρία Βαλερί Πεγκρές προβλέπει στο πρόγραμμά της μια αύξηση 10%, στο βάθος μιας πενταετίας. Δηλαδή, μια αύξηση 2,2% τον πρώτο χρόνο και το υπόλοιπο μέχρι το 2027. Όλα επαφίενται στην καλή διάθεση της εργοδοσίας. Για τα κόμματα της άκρας δεξιάς, Λεπέν και Ερίκ Ζαμούρ, τα πράγματα είναι πιο απλά. Οι αυξήσεις μπορούν να προέλθουν από τις μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών και των άλλων ταμείων. Οι εισφορές έχουν μάλιστα βαφτιστεί και βάρη από τα οποία πρέπει να απαλλαγούν οι εργαζόμενοι και κυρίως οι εργοδότες.
Πρόκειται για μια καθαρή απάτη, υποστηρίζουν τα συνδικάτα. Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών θα οδηγήσει στη μείωση των κοινωνικών δαπανών, ακόμα και τη χρεοκοπία των ασφαλιστικών – κοινωνικών οργανισμών. Η συνέχεια είναι εύκολο να προβλεφθεί. Οι ιδιώτες θα αναλάβουν τη διαχείριση των ασφαλιστικών θεμάτων των εργαζομένων…. Αυτός είναι και ο στόχος του Ε. Ζαμούρ που καλεί τους Γάλλους «να υπερβούν τις διαχωριστικές γραμμές δεξιά – αριστερά και να εργαστούν από κοινού για το μέλλον της Γαλλίας». Όμως, για τους εργαζόμενους, ο αγώνας για τις αυξήσεις συνδέεται στενά και με τη διατήρηση και βελτίωση των κοινωνικών υπηρεσιών. Σε αυτή τη διεκδίκηση των συνδικάτων, συγκλίνουν και οι θέσεις των κομμάτων της Αριστεράς και της Οικολογίας. Αποτελούν δε, μια καλή βάση για τη συνεργασία αυτών των δυνάμεων στις βουλευτικές, έναν μήνα μετά τις προεδρικές, για την εκλογή μιας αριστερής πλειοψηφίας στο κοινοβούλιο, όπως υποστηρίζει το ΚΚΓ.
Αντιπαραθέσεις στην Αριστερά για το ουκρανικό
Η σύγκληση αυτή των αριστερών δυνάμεων δεν είναι ανέφελη. Ιδιαίτερα τις τελευταίες μέρες, μετά την επέμβαση της Ρωσίας στην Ουκρανία, την οποία – αρχικά - όλα τα κόμματα καταδίκασαν ομόφωνα. Όμως, η ανακοίνωση της κυβέρνησης για αποστολή στρατιωτικού υλικού στην Ουκρανία, προκάλεσε τις πρώτες διαφωνίες. Ή μάλλον, η πρώτη ρήξη σημειώθηκε ανάμεσα στους «φιλο- αντλαντιστές» και τους «ανεκτικούς» προς τον Πούτιν. Στους πρώτους συγκαταλέγονται το Σοσιαλιστικό Κόμμα και οι Πράσινοι. Οι Πράσινοι, μάλιστα, επιτέθηκαν στον Ζαν Λυκ Μελανσόν, που βρέθηκε στο κέντρο της κριτικής τους, αναφέροντας πως ορισμένοι πολιτικοί «ενίοτε, είτε από συμφέρον είτε από απλοϊκότητα, είναι ανεκτικοί προς τον Πούτιν. Εμείς οι Οικολόγοι δεν έχουμε καμία αμφιβολία και δεν μας εκπλήσσει το γεγονός ότι έχουμε απέναντί μας έναν βίαιο δικτάτορα». Ο Ζαν Λυκ Μελανσόν απάντησε πως κατανοεί γιατί οι Οικολόγοι είναι τόσο σκληροί απέναντί του, αφήνοντας να εννοηθεί ότι τους ενοχλεί η δημοσκοπική του άνοδος και ότι δεν πρόκειται να εγκαταλείψει τον αγώνα που έχει αναλάβει. Εξάλλου, στελέχη της Ανυπότακτης Γαλλίας ανέλαβαν να δώσουν απαντήσεις στους οικολόγους «που τάσσονται υπέρ του πράσινου, καθαρού και ανανεώσιμου πολέμου».
Το ΚΚΓ βρέθηκε στην πλευρά των «ανεκτικών», αλλά παρέμεινε έξω από τη διαμάχη. Ίσως γιατί είχε με σαφήνεια καθορίσει τη στάση του, ασκώντας έντονη κριτική στον Πούτιν. Μίλησε για την ανάγκη επιστροφής στην ειρήνη και απέρριψε κάθε παρέμβαση του ΝΑΤΟ. Επισήμανε, επίσης, ότι οι ενέργειες του Πούτιν ενισχύουν τις νεοναζιστικές δυνάμεις της Ουκρανίας και τις υπερεθνικιστικές δυνάμεις της Ρωσίας. Ταυτόχρονα, το ΚΚΓ προχώρησε, συνεργαζόμενο με άλλες οργανώσεις, σε μαζικές εκδηλώσεις υπέρ της ειρήνης και της αλληλεγγύης στον ουκρανικό λαό καθώς και εναντίον της μιλιταροποίησης της Ευρώπης.
«Κλίμα ομοψυχίας»
Ο Ζαν Καστέξ, ο πρωθυπουργός της Γαλλίας, με αφορμή την επικείμενη αύξηση των προσφύγων, επιχείρησε να διαμορφώσει ένα κλίμα ομοψυχίας, καλώντας σε κοινή σύσκεψη τους 11 υποψηφίους. Ο στόχος επετεύχθη. Με μια υποσημείωση όμως, από τον ακροδεξιό Ε. Ζαμούρ, που ζήτησε «να βοηθήσουμε την Πολωνία να κρατήσει εκεί τους πρόσφυγες, γιατί η Γαλλία έχει πλημυρίσει και απειλείται η ταυτότητά της….».
Οι υποψήφιοι, σύμφωνα με τα δημοσκοπικά ευρήματα, φαίνεται να συγκεντρώνουν: Εμμανουέλ Μακρόν 21-31%, Βαλερί Πεγκρές (συντηρητικοί) 10-17%, Αν Ινταλγκό (ΣΚ) 1- 4%, Ζαν Λυκ Μελανσόν (Ανυπότακτη Γαλλία) 8-15%, Φαμπιέν Ρουσέλ (ΚΚΓ) 3-6%, Αρντό Ναταλί (Εργατική πάλη) 2%, Γιανίκ Ζαντό (Οικολόγοι) 3 – 8%, οι ακροδεξιοί Μαρίν Λεπέν 13 – 21%, Ερίκ Ζαμούρ 10 – 19%, Νικόλ Ντεπό 3 -5% και ο αυτόνομος Ζαν Λασέλ 3%.