Τα αιτήματα της εφαρμοσμένης αξιολόγησης στην εκπαίδευση έχουν μία ιστορία περίπου 30 ετών σε ό,τι αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η πρώτη επιτροπή που συγκροτήθηκε ως εξωτερικός φορέας αξιολόγησης των σχολικών μονάδων, αλλά και του εκπαιδευτικού έργου είναι αυτή του OFSTED το 1992, στο Ηνωμένο Βασίλειο και ιδρύθηκε ως Επιτροπή της Βασίλισσας. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ήδη εδώ και 30 χρόνια και στα υπόλοιπα κράτη-μέλη ξεκίνησαν οι συζητήσεις σε σχέση με την αξιολόγηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας στις βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 άρχισαν να συγκροτούνται κατά τόπους επιτροπές με βραχίονα το κάθε υπουργείο Παιδείας που πλαισίωνε το πολιτικό και ιδεολογικό πεδίο της κάθε χώρας. Μέσω αυτών των επιτροπών τα κράτη-μέλη επιχείρησαν έναν διάλογο μεταξύ τους, έτσι ώστε να δρομολογήσουν και να συμφωνήσουν κάποια συγκεκριμένα κριτήρια αξιολόγησης, καθώς επίσης και να ορίσουν τους θεσμούς και τους φορείς που θα συμμετέχουν σε αυτή τη διαδικασία. Τέλος, ορίστηκαν τα εργαλεία της αξιολόγησης μέσω των οποίων θα δημιουργούνταν αρχεία καταγραφής αποτελεσμάτων και το κατά πόσο αυτά τα αποτελέσματα συναντούν τα κριτήρια που ορίστηκαν παραπάνω.
Oι φορείς στους οποίους τελικά επιμερίζεται το συνολικό κλιμάκιο του θεσμού της εκπαιδευτικής αξιολόγησης εξυπηρετούν, λόγω της φύσης τους, συγκεκριμένους άξονες και χωρίζονται σε τοπικούς, κεντρικούς και περιφερειακούς. Οι φορείς αυτοί αναλαμβάνουν από κοινού ή και ξεχωριστά - ανάλογα με τις προτεραιότητες των υπουργείων Παιδείας, να συγκροτήσουν τους επιμέρους φορείς της εξωτερικής και εσωτερικής αξιολόγησης.
Το υπόδειγμα του Ηνωμένου Βασιλείου
Το εκπαιδευτικό σύστημα του Ηνωμένου Βασίλειου αυτή τη στιγμή αποτελεί μία τεράστια παρακαταθήκη από καταγεγραμμένα αποτελέσματα. Εκπαιδευτικοί από όλον τον κόσμο που έχουν υπηρετήσει στους θεσμούς της εκπαίδευσης του Ηνωμένου Βασιλείου, είναι σε θέση να μεταφέρουν την εμπειρία τους σε σχέση με την αξιολόγηση και τη διδακτική διαδικασία. Ατελείωτες ώρες γραφειοκρατικής δουλείας και ελάχιστες διδακτικής είναι μερικές από τις καταγραφές των εμπειριών.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή και ας ξεκινήσουμε από το σημείο που μας λέει «τι είναι αυτό» που επιτάσσει την εφαρμογή της αξιολόγησης στο εκπαιδευτικό σύστημα χωρών όπως το Ηνωμένο Βασίλειο.
Η απάντηση θα μπορούσε να είναι με μεγάλη βεβαιότητα, η αποσυμφόρηση της τριτοβάθμιάς εκπαίδευσης, ώστε να καλυφθούν οι θέσεις από το διεθνές πελατολόγιο των πανεπιστημίων της Μεγάλης Βρετανίας.
Γενικότερα διακρίνουμε δύο κατηγορίες εκπαιδευτικών συστημάτων με βάση την υποχρέωση λογοδοσίας των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Έτσι λοιπόν έχουμε αυτά που λογοδοτούν στην κυβέρνηση και στο υπουργείο Παιδείας και αυτά που λογοδοτούν απευθείας στην αγορά και στο ευρύ κοινό – όπως συμβαίνει με την Μεγάλη Βρετανία και το πελατολόγιο της.
Κάποιος εκπαιδευτικός που έχει υποβληθεί στην διαδικασία της εξωτερικής αξιολόγησης αλλά ακόμα και ένας προσεκτικός παρατηρητής του εκπαιδευτικού συστήματος της Μεγάλης Βρετανίας, μπορεί εύκολα να διαπιστώσει ότι οι εξωτερικές αξιολογήσεις δεν έχουν στόχο τον εντοπισμό τυχόν ελαττωμάτων στις επιδόσεις των σχολείων, μιας και λίγο-πολύ αυτά είναι γνωστά. Στόχος είναι η προβολή των σχολείων εκείνων που επιτυγχάνουν τα αποτελέσματα στον άριστο βαθμό. Συνεπώς σκοπός είναι να διασφαλιστούν εκείνα τα «άριστα» αποτελέσματα που θα καταδείξουν την σχολική μονάδα της οποίας ο μάνατζερ – διευθυντής κατάφερε να διασφαλίσει ότι το εκπαιδευτικό ίδρυμα λειτουργεί με γραφειοκρατικούς όρους ιδρύματος και είναι έτοιμο να λογοδοτήσει στην αγορά.
Όπως μπορούμε λοιπόν να συμπεράνουμε, ένα τέτοιο σύστημα αξιολόγησης οδηγεί τα σχολεία να είναι υπόλογα σε μη- ειδικούς φορείς όπως το ευρύ κοινό – γονείς μαθητών, πελάτες φοιτητές ιδιωτικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ή όπως λέμε με όρους οικονομίας, στις αγορές.
Η αξιολόγηση στην Ελλάδα
Το άλλο άκρο είναι τα εκπαιδευτικά ιδρύματα που είναι υπόλογα μόνο στις αρχές που τα συντηρούν όπως τα υπουργεία Παιδείας. Μέχρι πριν λίγα χρόνια τα εκπαιδευτικά ιδρύματα στην Ελλάδα ανήκαν στην δεύτερη κατηγορία.
Το πρώτο όμως βήμα για να ανοίξει αυτή η λογοδοσία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων προς το ευρύ κοινό και τις αγορές έγινε με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και με υπουργό Παιδείας τον Κ. Γαβρόγλου, ο οποίος εισήγαγε το προσοντολογιο ως μέσο πρόσληψης των εκπαιδευτικών, κατηγοριοποιώντας τους βάσει της αξιολόγησης των προσόντων τους τα οποία έχουν ξεκάθαρα ταξικό χαρακτήρα. Ο εκπαιδευτικός που προσλαμβάνεται λοιπόν με όρους HR, μελλοντικά θα αναγκαστεί να δουλέψει σε σχολικές μονάδες με ανάλογα αποτελέσματα αξιολόγησης, τα οποία θα λογοδοτεί στο ευρύ κοινό προκειμένου να διαμορφώνεται μια εικόνα για το κάθε σχολείο.
Τα σχολεία θα χρηματοδοτούνται σύμφωνα με το κατά πόσο ανταποκρίνονται στα κριτήρια και τους δείκτες της αξιολόγησης. Οι δείκτες αυτοί αφορούν κυρίως τυποποιημένες διαδικασίες, όπως οι εθνικές εξετάσεις που εισάγονται στο Δημοτικό και οι απουσίες των μαθητών, καθώς επίσης και η δομή και το περιεχόμενο διαφοροποίησης των γνωστικών δραστηριοτήτων. Όπως είναι ευκόλως κατανοητό, σχολεία σε εργατικές συνοικίες θα καταλήγουν να μην μπορούν να διεκδικήσουν ένα καλό μίσθωμα, εκπαιδευτικούς και υλικοτεχνικές υποδομές και θα εξαναγκάζονται σε κλείσιμο. Οι μαθητές θα οδηγούνται στην μαθητική διαρροή και έτσι θα ανοίξει ο δρόμος για την ιδιωτικοποίηση της τριτοβάθμιάς.
Αποποίηση ευθυνών
Βλέπουμε λοιπόν, ότι η αξιολόγηση που ντύθηκε με πολύ πλασματικούς και δήθεν προοδευτικούς όρους όπως «αυτονομία σχολικών μονάδων», «ενίσχυση πρωτοβουλίας διευθυντικών στελεχών», «αποκέντρωση εκπαιδευτικών δράσεων», «ενίσχυση εκπαιδευτικής πρωτοβουλίας» κτλ, αποβλέπει κυρίως στην απαλλαγή του υπουργείου Παιδείας από τις ευθύνες της εποπτείας και φροντίδας της παιδείας ενός κράτους και κυρίως στην κατάλυση κάθε δημοκρατικής εμπειρίας μέσα στα σχολεία μας.
Οι εκπαιδευτικοί καλούμε τους μαθητές μας, τους γονείς τους, τους συναδέλφους που ακόμα με πρόσχημα τον φόβο επιδίδονται σε μη συναδελφικές πράξεις, τους φίλους μας και τους δικούς μας γονείς, να σταθούμε αλληλέγγυα σε έναν αγώνα πολύ δύσκολο, ίσως τον πιο επιτακτικό των καιρών μας μαζί με αυτό της δημόσιας υγείας, ώστε να συγκροτήσουμε ένα μέτωπο αλληλεγγύης και δημοκρατίας που θα αποτελέσει την ασπίδα υπεράσπισης ενός και μοναδικού αιτήματος: Δημόσια, δωρεάν παιδεία για όλα τα παιδιά.