Κώστας Παλούκης «Αρχειομαρξιστές. Οι άλλοι κομμουνιστές του Μεσοπολέμου», εκδόσεις Ασίνη, 2020

 

Το βιβλίο του Κώστα Παλούκη, «Αρχειομαρξιστές. Οι άλλοι κομμουνιστές του Μεσοπολέμου» αποτελεί μια ιδιαίτερη συμβολή στην κατανόηση της εξέλιξης του εργατικού και κουμμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου. Οι κοινωνικές πραγματικότητες, οι πολιτιστικοί και πολιτικοί παράγοντες και κυρίως η ταξική διαστρωμάτωση της ελληνικής κοινωνίας που καθόρισαν την εξέλιξη του ελληνικού κομουνισμού στον μεσοπόλεμο, αναδεικνύονται μέσα από το πρίσμα της οργάνωσης των αρχειομαρξιστών.

Το «αρχείο του μαρξισμού» υπήρξε μια ιδιάζουσα μαρξιστική οργάνωση, που αναπτύχθηκε ιστορικά ταυτόχρονα με το ΣΕΚΕ (αργότερα ΚΚΕ) και αποτελούσε κύριο ανταγωνιστή του ΚΚΕ, τόσο από άποψη μεγέθους όσο και από άποψη επιρροής στο συνδικαλιστικό κίνημα (έως το 1934).

Το φαινόμενο της ανάπτυξης του «Αρχείου» παραγνωρίζεται από φίλους και εχθρούς του αρχειομαρξισμού. Οι λόγοι είναι πολλοί. Αρκεί να υποδείξουμε κάποιους από τους βασικούς. Η σύγχρονη ελληνική αριστερά έως τις μέρες μας έχει καθοριστεί από την πικρή εμπειρία της Κατοχής αλλά και από τη συγκλονιστική εμπειρία της εθνικής αντίστασης απέναντι στις κατοχικές δυνάμεις και τους ντόπιους συνεργάτες τους. Οι επιλογές που έγιναν από τις οργανώσεις της αριστεράς και κύρια από το ΚΚΕ, καθόρισαν τόσο την πορεία του λαϊκού αγώνα όσο και την ιστορική μνήμη. Η ιστορική μνήμη λοιπόν, η οποία για δεκαετίες διαμορφώνονταν μέσα σε ένα πλαίσιο που καθοριζόταν κυρίως από ιστορικά έργα γραμμένα από ανθρώπους που έπαιξαν κάποιο ρόλο στη συγκρότηση του αντιστασιακού κινήματος, είχε καταδικάσει τους αρχειομαρξιστές στην αφάνεια, επειδή η όποια αναφορά σε αυτούς δημιουργούσε κάποιες δυσκολίες: αφενός, η κριτική των αρχειομαρξιστών και των άλλων τροτσκιστικών ομάδων σε εκείνες τις στρατηγικές του ΕΑΜικού κινήματος που το οδήγησαν στην ήττα, μπορούσε να φανεί, εκ των υστέρων ορθή (τουλάχιστον εν μέρει). Αφετέρου, ο τρόπος με τον οποίο «απάντησε» η ηγεσία του ΕΑΜικού κινήματος σε αυτές τις κριτικές, παρέμενε πάντα ένα δύσκολο ζήτημα και έτσι αποσιωπήθηκαν (διαγράφτηκαν από την ιστορική μνήμη) οι δολοφονίες των αρχειομαρξιστών και των τροτσκιστών που προλόγισαν την υπογραφή της συνθήκης της Βάρκιζας. Το πέρασμα του «Αρχείου» στην ιστορική λήθη θα μπορούσε ίσως να ερμηνευθεί από την εναντίωση των αρχειομαρξιστών στο δεύτερο αντάρτικο (1946) και το πέρασμα των ίδιων στο αντικομουνιστικό στρατόπεδο.

Ωστόσο μια πρόκειται για μια ρηχή ερμηνεία, που επισκιάζει τόσο την ενεργή συμμετοχή των αρχειομαρξιστών στο ΕΑΜικο κίνημα όσο και τη συμμετοχή τους στον ένοπλο αγώνα του ΕΛΑΣ. Πολύ περισσότερο, όμως, μια τέτοια απλουστευτική εξήγηση δεν επιτρέπει την κατανόηση του εργατικού κινήματος του μεσοπολέμου, την αντίσταση στις αυταρχικές κυβερνήσεις και τις φασιστικές οργανώσεις καθώς και τις διεκδικήσεις της εργατικής τάξης της εποχής εκείνης, κατά την οποία ο ρόλος των αρχειομαρξιστών, όχι μόνο δεν ήταν περιθωριακός, αλλά η οργάνωσή τους γνώρισε μια εντυπωσιακή ανάπτυξη, συγκρίσιμη (και συναγωνίσιμη) πολλές φορές με αυτήν του βασικού του αντιπάλου μέσα στο εργατικό κίνημα, του ΚΚΕ.

 

Βιβλιογραφικό κενό

 

Η λεπτομερής ανάλυση αυτής της πορείας διαφωτίζει τις πολύπλευρες πτυχές του εργατικού κινήματος του μεσοπολέμου. Το βιβλίο του Κώστα Παλούκη καλύπτει ένα βιβλιογραφικό κενό και θα πρέπει να θεωρηθεί από τις πιο σημαντικές πρόσφατες συμβολές στην ιστοριογραφία του μεσοπολέμου και του εργατικού κινήματος. Η ανάλυση της διαδρομής των αρχειομαρξιστών από το 1910 και μετά, γίνεται μέσα από μια διατομεάκη προσέγγιση, στην οποία ιστορικές, πολιτιστικές, εθνοτικές και έμφυλες παράμετροι αρθρώνονται γύρω από τον κυρίαρχο άξονα της κοινωνικής τάξης, ο οποίος είναι και ο ενωτικός ιστός που προσφέρεται για την τεκμηριωμένη κοινωνική ανάλυση του εργατικού κινήματος στο μεσοπολέμου.

Πέρα από το ιστορικό ενδιαφέρον που παρουσιάζει, το βιβλίο «Αρχειομαρξιστές...» παρέχει πολλές πληροφορίες για τα πρώτα βήματα των αριστερών οργανώσεων στη χώρα μας και τους πολιτικούς-ιδεολογικούς προβληματισμούς που αναπτύχθηκαν μέσα και έξω από αυτές. Επιπλέον, όμως, πολλά από τα ζητήματα που αναδεικνύει το βιβλίο, εξακολουθούν να «στοιχειώνουν» μέχρι και σήμερα τις οργανώσεις της Αριστεράς (καθώς και του αντιεξουσιαστικού χώρου). Μπορούμε να δούμε στο βιβλίο ότι κάποια από τα ζητήματα ηθικής και συμπεριφοράς των μελών των οργανώσεων της εποχής εκείνης δεν μπορούν απλουστευτικά να αποδοθούν στον ιδιότυπο χαρακτήρα του «Αρχείου». Στην πραγματικότητα υπήρχε ένα πλαίσιο ηθικών αρχών, κοινό και για τις δυο οργανώσεις, το ΚΚΕ και το Αρχείο, παρά τις διαφορές τους. Αυτό ίσχυε ακόμα περισσότερο για τα ζητήματα που αφορούσαν στη συμπεριφορά απέναντι στους ομοφυλόφιλους, τις γυναίκες αλλά και τις ερωτικές σχέσεις (ζητήματα τα οποία μέχρι και τις μέρες μας μπορεί να αντιμετωπίζονται με προβληματικό τρόπο στους κόλπους του ριζοσπαστικού κινήματος· απ’ αυτή την άποψη, παρά τις μεγάλες αλλαγές που έχουν συντελεστεί έκτοτε στη σκέψη της Αριστεράς, το βιβλίο προσφέρει στον/στην αναγνώστη/αναγνώστρια την ευκαιρία να επανεξετάσει πτυχές του σύγχρονου αριστερού κινήματος).

 

Δοκιμασίες και διλήμματα

 

Επίσης, το φαινόμενο της διευρυμένης χρήσης βίας ανάμεσα στις δύο βασικές οργανώσεις τις αριστεράς του μεσοπολέμου (Αρχείου και ΚΚΕ), εξηγείται από τις δύσκολες ιστορικές συνθήκες μέσα στις οποίες διαμορφώθηκαν οι πρώτοι/ες επαναστάτες/τριες (πόλεμοι, φτώχεια, προπαγάνδα). Σε κάθε περίπτωση, όμως, στο βιβλίο διαφαίνεται ότι η εσω-αριστερή βία έχει ρίζες βαθιές στην ιστορία του κομουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα (και εδώ, το βιβλίο θα μπορούσε να μας προβληματίσει πάνω στο ζήτημα της διατήρησης, μέχρι και σήμερα, της βίας ως τρόπου επίλυσης ιδεολογικών διαφωνιών στο εσωτερικό του κινήματος).

Το βιβλίο έχει επίσης μια ιδιαίτερη αξία για τις πληροφορίες που μας προσφέρει σχετικά με τις δοκιμασίες και τα διλήμματα του εργατικού κινήματος κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου. Ο συγγραφέας του καταφέρνει να δημιουργήσει ένα οδηγό για την κατανόηση του εργατικού κινήματος και των σφοδρών ταξικών συγκρούσεων κατά τη δεκαετία του ’30. Οι αναγνώστες/αναγνώστριες, πολύ περισσότερο όσοι/όσες έχουν μια πιο άμεση εμπλοκή με το συνδικαλιστικό κίνημα, μπορούν να βρουν στις σελίδες των Αρχειομαρξιστών ένα προβληματισμό γύρω από ζητήματα τακτικής και στρατηγικής του εργατικού κινήματος, ο οποίος θα μπορούσε να φωτίσει από μια ιστορική οπτική τα προβλήματα του σύγχρονου συνδικαλιστικού κινήματος.

Ίσως όμως η μεγαλύτερη αξία του βιβλίου «Αρχειομαρξιστές. Οι άλλοι κομμουνιστές του Μεσοπολέμου» έγκειται στο γεγονός ότι στις σελίδες του (με τρόπο άρτιο και εμπεριστατωμένο από επιστημονική άποψη) διασώζεται και προβάλλεται μια «άλλη», «εναλλακτική» δυνατότητα οικοδόμησης κομουνιστικής οργάνωσης και μιας «άλλης» στρατηγικής για το εργατικό κίνημα και τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Αυτή η ύπαρξη εναλλακτικών δυνατοτήτων, η οποία, όπως μας δείχνει το βιβλίο του Κώστα Παλούκη, ήταν συνυφασμένη με τα πρώτα βήματα συνδικαλιστικής και πολιτικής οργάνωσης της εργατικής τάξης, θα πρέπει να διασωθεί από τη λήθη, περισσότερο ακόμα και από την ίδια την ιστορία των οργανώσεων με τις οποίες συνδέονταν.

 

Μάνθος Ταβουλάρης Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet