Φωτογραφία: Νικόλας Κοκοβλής
Θα μου πείτε, τι σημασία έχει; Δεν έχει, αλλά πάντοτε ήθελα να γράψω ένα πολιτικό κείμενο με μόνο γηπεδική φρασεολογία, αλλά η αρχισυντάκτρια θα μου το «κόψει». Οπότε θα πρέπει να μεταχειριστώ πιο ευγενείς τρόπους να μιλήσω για το συναίσθημα. Που λέτε, έκλαψα λιγάκι παρακολουθώντας τη συναυλία για την ειρήνη. Συγκινήθηκα και τα έμπηξα.
Μερικές φορές γίνεται απολύτως ενδεικτικό του μεγαλείου μιας κατάστασης ο τρόπος που τον περιγράφει ο κόσμος. Όλοι, λοιπόν, συγκινηθήκαμε. Σχεδόν όλοι, όλοι όσοι θέλαμε να γίνει η συναυλία, τουλάχιστον. Οι υπόλοιποι έψαχναν να βρουν ουκρανικές σημαίες στο πλήθος, εγώ μέτρησα εφτά, άλλοι νόμιζαν ότι ήταν ρωσικές, άλλοι είδαν μία ολομόναχη και τα λοιπά και τα λοιπά, τα γνωρίζουμε.
Ο ύμνος της ΑΕΚ λέει: σουτάρετε και σπάστε τα δοκάρια. Αυτό ακριβώς έκανε η Αλληλεγγύη για όλους. Μετά από ένα μεγάλο, νωθρό, υπαρξιακά δραματικό (είτε ως τραγωδία, είτε ως φάρσα) για την Αριστερά διάστημα, καταφέραμε να συγκεντρώσουμε τους καλύτερους καλλιτέχνες της χώρας για να τραγουδήσουν εθελοντικά για την ειρήνη. Και κόσμος, κόσμος πολύς! Χιλιάδες, δηλαδή πολύς.
Εγώ δεν πήγα, όλοι όσοι ήμασταν ασθενείς εκείνη την ημέρα, δεν γίναμε οδοιπόροι, αλλά παρακολουθήσαμε τη μετάδοση. Και ήταν μεγαλειώδες αυτό που συνέβη. Μαζεύτηκε ξανά ο κόσμος, σχεδόν τρία χρόνια μετά, κάπου, για κάποιο σκοπό που είναι πάνω από το μπόι του –έχει σημασία αυτό– συγκεντρώθηκαν και μίλησαν πάλι, θύμωσαν που ο κόσμος είναι σκατά, συζήτησαν, τραγούδησαν, πιάστηκαν τα πόδια τους και είμαι πολύ σίγουρη πως έτσι ξεκινούν οι αντιδράσεις. Από ένα σπασμό.
Οπότε, λογικά, το επόμενο διάστημα θα είμαστε πιο θυμωμένοι, πιο έτοιμοι να παλέψουμε για κάτι μακρινό μας ή κοντινό μας. Οι μεγαλύτερες επιτυχίες της συναυλίας είναι ότι μας μάζεψε ξανά στο ίδιο μέρος να πούμε τα δικά μας τα αντικαθεστωτικά μας, ξέρετε τώρα, αυτά τα συνωμοτικά και η δεύτερη επιτυχία, η καταπληκτική, είναι φυσικά η Αλληλεγγύη. Δεν τερματίσαμε τον πόλεμο, δεν είμαστε όμως ούτε σαν τον Μπάιντεν που κλαίει μπροστά στην κάμερα, ενώ το ΝΑΤΟ βομβαρδίζει τη μισή υφήλιο, ούτε σαν τους εγχώριους νεοφιλελέδες, που ως άλλοι Ναΐτες ιππότες προσπάθησαν να πολεμήσουν τη δική μας ειρήνη για να προφυλάξουν το δικό τους Άγιο Δισκοπότηρο: Τον ιστορικό αναθεωρητισμό. Ή το Διονύση Σαββόπουλο, δεν είμαι σίγουρη.
Διότι ο πόλεμος αυτός δεν είναι σαν εκείνους που ξέραμε. Ο πόλεμος αυτός επιχειρεί να διαγράψει την ιστορία όπως την ξέραμε. Ο Πούτιν θέλει να μας πείσει ότι με βομβαρδισμούς πολεμά το ναζισμό (κατανοώ ότι έκανε το ίδιο πράγμα ο Τσόρτσιλ στην Δρέσδη, αλλά ο Ζελένσκι δεν είναι ο Χίτλερ), η Ευρώπη λατρεύει να εξισώνει τον ναζισμό με τον κομουνισμό κι εμείς που είμαστε και ευρώ- και κομουνιστές, είμαστε κι οι μόνοι που κάπως στο τέλος θα βρούμε κάποιες ουσιαστικές λύσεις. Γιατί οι πρόσφυγες αυτού του πολέμου, όπως και οι άμαχοι, σε λίγο θα χρειάζονται τροφή, στέγη, φάρμακα και ρούχα. Αυτά είναι η δική μας δουλειά, η δουλειά της Αριστεράς και της Αλληλεγγύης.
Το ίδιο κάνουμε με όλους τους πρόσφυγες, ακόμη κι αν δεν είναι ξανθοί με γαλάζια μάτια, για να συγκινούνται οι εγχώριοι πονόψυχοι ακροδεξιοί. Καταλαβαίνετε το μέγεθος του σαρκασμού; Ακόμη και τους αγαπημένους τους ξανθούς του πολέμου, τους ανθρώπους που ξεριζώνονται –πόσο πόνο αντέχει πια αυτός ο κόσμος;– εμείς θα τους υποδεχτούμε. Εμείς που μας χαρακτήρισαν υποστηρικτές του Πούτιν, ισαποστασάκηδες, ουδέτερους. Εμείς, που δεν θα φοβόμαστε ότι θα μας κλέψουν τις δουλειές ή τα σπίτια. Εμείς, με μεγάλες αγκαλιές και με τραγούδια.