Χρήστος Δερμεντζόπουλος - Γιάννης Παπαθεοδώρου (επιμέλεια) «Συνηθισμένοι άνθρωποι. Μελέτες για τη λαϊκή και δημοφιλή κουλτούρα» (συλλογικό), εκδόσεις Opportuna, 2021
Ο συλλογικός τόμος που επιμελήθηκαν ο Χρήστος Δερμεντζόπουλος (καθηγητής Ανθρωπολογίας της Τέχνης και Πολιτισμικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων) και ο Γιάννης Παπαθεοδώρου (αναπληρωτής καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών) με μελέτες γύρω από όψεις της λαϊκής και δημοφιλούς κουλτούρας είναι ένα έργο που αναμφισβήτητα έλειπε από την ελληνική βιβλιογραφία. Πρόκειται για ένα τολμηρό διεπιστημονικό εγχείρημα στο μικτό πεδίο των πολιτισμικών σπουδών που αίρει την περιχαράκωση των ακαδημαϊκών αντικειμένων, καταφέρνοντας με την ανοιχτή και αναστοχαστική του προσέγγιση να παρακάμψει δύο βασικούς σκοπέλους: αφενός, τις δυσκολίες μεταφοράς στα ελληνικά συμφραζόμενα της πλούσιας και ετερογενούς πολιτισμικής θεωρίας γύρω από τις ρευστές έννοιες της λαϊκής και δημοφιλούς κουλτούρας∙ αφετέρου, τις ιδεολογικές χρήσεις και καταχρήσεις του «λαϊκού», καθώς η έννοια της λαϊκότητας παραμένει πολιτικά επίδικη και ιδεολογικά φορτισμένη στο πλαίσιο της ευρύτερης συζήτησης για τον λαϊκισμό και τις πολιτικές κατασκευές του «λαού».
Οι επιμελητές στην εισαγωγή προτάσσουν μια συνθετική κριτική επισκόπηση της κοινωνικής και πολιτισμικής θεωρίας γύρω από τη λαϊκή κουλτούρα, που είναι η βάση του εγχειρήματος, αρχίζοντας από τον Gramsci, τη Σχολή της Φραγκφούρτης και τον Bakhtin, περνώντας στον κομβικό Raymond Williams και τις βρετανικές πολιτισμικές σπουδές (Hoggart, Hall), τη σημειωτική (Eco), τον στρουκτουραλισμό (Barthes), τον μεταστρουκτουραλισμό (Foucault, Althusser) τη νέα ιστοριογραφία των Annales και φτάνοντας στον Certeau, τον Geertz, τον Ginzburg, τις μεταποικιακές σπουδές (Said) και τις subaltern studies (Spivak) έως τον Fredric Jameson. Η αναζήτηση, άλλωστε, της ιστορικότητας στον τρόπο κατανόησης των συλλογικών συμπεριφορών, των πολιτισμικών προϊόντων και του γούστου των «συνηθισμένων ανθρώπων» στον αστικοποιημένο πολιτισμικό χάρτη της νεωτερικότητας είναι το συνεκτικό στοιχείο που συνδέει ετερόκλιτες κατά τ’ άλλα προσεγγίσεις στον τόμο.
Το διεπιστημονικό πεδίο της λαϊκής κουλτούρας
Είναι αλήθεια ότι για πολλές δεκαετίες η λαϊκή κουλτούρα στην Ελλάδα αντιμετωπίστηκε στη βάση ενός παρωχημένου πολιτισμικού δυισμού (λαϊκό-λόγιο) μέσα από το πρίσμα της λαογραφίας, της εθνικής συνέχειας ή της αισθητικής διάκρισης «χαμηλο-υψηλό». Το αποτέλεσμα ήταν είτε μια ελιτίστικη, απαξιωτική στάση αισθητικής απόρριψης των προϊόντων και των πρακτικών αυτής της κουλτούρας είτε, αντίθετα, μια φετιχιστική ή άκριτα εξιδανικευτική αντιμετώπιση που ενέτασσε την «αυθεντική» λαϊκότητα σε μια παράδοση ανταρσίας και συμβολικής αντίστασης των υπάλληλων κοινωνικών στρωμάτων. Και οι δύο αυτές στάσεις έδειξαν πως η παραγωγή, η κατανάλωση, οι χρήσεις και οι οικειοποιήσεις της λαϊκής κουλτούρας δημιουργούν ένα διαφιλονικούμενο πεδίο δημόσιων αντιπαραθέσεων και πολιτικών προβολών που καταλήγουν συχνά σε πολιτισμικούς, δηλαδή ιδεολογικούς, «πολέμους».
Η συστηματική μελέτη, ωστόσο, κειμένων και πρακτικών που συνδέονται με την υποτιμημένη κουλτούρα και την καθημερινή ζωή των κυριαρχούμενων τάξεων είναι εξαιρετικά σημαντική για την κατανόηση των ιδεών, των συμπεριφορών και των νοοτροπιών που διακινούνται μέσα στις κοινωνίες. Οι πολιτισμικές σπουδές, ο κατεξοχήν κλάδος που ενέταξε τη λαϊκή κουλτούρα στο πεδίο του δίνοντας έμφαση στην κυκλοφορία, την κατανάλωση και την πρόσληψή της, δεν είχαν μέχρι σήμερα στην Ελλάδα αξιοσημείωτη παράδοση ούτε στιβαρή μεθοδολογική και θεωρητική πειθαρχία. Αυτό το ερευνητικό και θεωρητικό κενό καλύπτει ο τόμος, δείχνοντας ότι μπορούν να υπάρξουν δυναμικές πολιτισμικές σπουδές στην Ελλάδα, ότι δεν υπάρχουν λιγότερο ή περισσότερο σημαντικά θέματα, αλλά σοβαροί και λιγότερο σοβαροί τρόποι προσέγγισης.
Από το δημοτικό τραγούδι και τη λαογραφία ως τα κόμικς και την τηλεόραση
Ο τόμος συστεγάζει δεκαπέντε μελέτες παραδειγμάτων από παλαιότερους ή νεότερους ερευνητές που κινούνται σε διαφορετικές επιστημονικές πειθαρχίες και γνωστικά πεδία (φιλολογία, ιστορία, ανθρωπολογία, κοινωνικές επιστήμες, πολιτισμικές και κινηματογραφικές σπουδές). Παρακολουθώντας την ιστορικοποιημένη ανάπτυξη των θεμάτων του βιβλίου σε έναν άξονα που εκτείνεται από τα γραπτά στα πολιτισμικά κείμενα και από τις τελετουργίες και τις κοινωνικές πρακτικές μέχρι τον πολιτισμό της εικόνας, αντιλαμβάνεται κανείς τη σύγχρονη εννοιολογική μετάβαση από τη λαϊκή στη δημοφιλή κουλτούρα.
Τα θέματα που θίγονται και οι μεθοδολογικές προσεγγίσεις ποικίλλουν: το δημοτικό τραγούδι ως μέρος της καθημερινής ζωής (Αλ. Πολίτης), ο υλικός βίος στη Λαογραφία (Κ. Μπάδα), ιδεολογικές χρήσεις λαϊκών αναγνωσμάτων και μεταφρασμένης λογοτεχνίας του 19ου αιώνα (Γ. Παπαθεοδώρου, Αλ. Κατσιγιάννης), κατασκευή και πρόσληψη του Μακρυγιάννη και του Θεόφιλου από τη γενιά του ’30 (Ελ. Ανδριάκαινα, Σ. Ζησιμοπούλου), λαϊκό μυθιστόρημα εγκλήματος ως συνέχεια του ληστρικού μυθιστορήματος (Χ. Δερμεντζόπουλος - Λ. Φλιτούρης), πολιτισμική ιστορία και εννοιολόγηση του ρεμπέτικου - λαϊκού τραγουδιού και της ροκ μουσικής (Λ. Οικονόμου, Ν. Μποζίνης), μεταπολεμικά παιδικά περιοδικά (Μικρός Ήρως, Μικρός Σερίφης, Γκαούρ Ταρζάν) και κόμικς (Γ. Σκαρπέλος, Ν. Φιλιππαίος), pop-art εικονογραφία (Γρ. Πασχαλίδης), εμπορικός λαϊκός κινηματογράφος και αστυνομικά θρίλερ του ’50 και του ’60 (Χ. Δερμεντζόπουλος, Α. Πούπου), τηλεόραση και τηλεοπτικές σπουδές (Μ. Μιχαηλίδου).
Βιβλίο-έναυσμα για νέους ερευνητές
Οι Συνηθισμένοι άνθρωποι είναι ένα χρήσιμο βιβλίο τόσο για τον ειδικό μελετητή όσο και για τον ανήσυχο αναγνώστη. Στο ακαδημαϊκό περιβάλλον, διανοίγουν νέες ερευνητικές κατευθύνσεις, ιχνηλατούν νέα αντικείμενα και προτείνουν πρωτότυπες μεθόδους, προσφέροντας γόνιμο θεωρητικό και διανοητικό εξοπλισμό. Καθώς πολλές από τις εργασίες συμπυκνώνουν ευρύτερες έρευνες, βιβλία ή μελέτες των συγγραφέων ο τόμος μπορεί να αποτελέσει μια ιδανική εισαγωγή στη μελέτη της λαϊκής κουλτούρας και έναυσμα σε νεότερους ερευνητές να προσπελάσουν διαγώνια τις παραδοσιακές ακαδημαϊκές πειθαρχίες δοκιμάζοντας ανανεωμένες θεματικές.
Από πολιτική σκοπιά, με την ευρεία έννοια, το βιβλίο είναι επίσης πολύτιμο. Επιμένοντας στην υλική και κοινωνική διάσταση της λαϊκής κουλτούρας, χωρίς υποτίμηση ή εξιδανίκευση, αναδεικνύει όχι απλώς ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ακαδημαϊκό αντικείμενο αλλά και κρίσιμα πολιτικά ζητούμενα που συνδέονται με τους όρους διαμόρφωσης του λαϊκισμού και την ανάγκη συγκρότησης του λαού ως πολιτικού υποκειμένου και αποχειραγώγησής του από αυταρχικές, απολυταρχικές και λαϊκιστικές εξουσίες.
Η πολιτισμική στροφή στις ανθρωπιστικές και κοινωνικές σπουδές είναι γνωστό ότι υποβάθμισε την πολιτική και οικονομική διάσταση έναντι της πολιτισμικής. Αν και ο κόσμος γύρω μας παραμένει απελπιστικά οικονομικοκεντρικός, οι συμβολές στον τόμο δείχνουν ότι στο πεδίο της κουλτούρας και της καθημερινής ζωής, με τις περίπλοκες ωσμώσεις, διασταυρώσεις και αντιθέσεις που αναπτύσσονται, διακυβεύονται πολύ περισσότερα, που αξίζουν συστηματική μελέτη και δεν πρέπει να αφεθούν στα χέρια ενός χαλαρού διανοητικού εμπειρισμού.