Τι θέλει να πει ο τίτλος του κειμένου τούτου; Ότι η συνέντευξη Tύπου με όλες τις διακηρύξεις προθέσεων και τις ειλημμένες αποφάσεις επί του πρακτέου έχουν γίνει γνωστά από την αρχή της εβδομάδας, όταν πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟ και διοίκηση του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης είπαν ό,τι είχαν να πουν για τους νέους σκοπούς του ΕΜΣΤ, τα οικονομικά του, το εκθεσιακό και το εκπαιδευτικό του πρόγραμμα, τις εξωτερικές συνεργασίες, τη στελέχωση του μουσείου κτλ.
Σημασία έχουν τώρα οι ερωτήσεις, οι απορίες, οι διαφωνίες και οι συμφωνίες. Δηλαδή με άλλα λόγια ο διάλογος πάνω σε όλα αυτά τα ζητήματα. Σημειωτέον, όταν εμείς λέμε διάλογος εννοούμε πάντα καλόπιστος. Αλλιώς θα λέγαμε «πολεμική» ή κάτι άλλο…
Να πούμε απ’ αρχής ότι εκτιμούμε την εκτενή αναφορά του προέδρου του Δ.Σ. του ΕΜΣΤ Άγγελου Αντωνόπουλου, στην ιδρυτική διευθύντρια του ΕΜΣΤ κ. Άννα Καφέτση. Χωρίς τις δικές της προσπάθειες, την αφοσίωση στον σκοπό και τις μεγάλες και μικρές εκθέσεις που διοργάνωσε χωρίς μόνιμο κτίριο και έδρα θα είμαστε ακόμα ίσως στο πουθενά.
Πάμε τώρα να δούμε ορισμένα κρίσιμα με την έννοια του ζωτικού τους χαρακτήρα, σημεία από όσα ανακοινώθηκαν.
Φυσικά είναι εξαιρετικό το γεγονός ό,τι από δω και πέρα το ΕΜΣΤ θα αμείβει τους καλλιτέχνες που θα συμμετέχουν σε εκθέσεις του. Βεβαίως είναι σημαντικό το να σπάσει η στρεβλή αντίληψη της ελληνικής πολιτείας και κοινωνίας ότι οι καλλιτέχνες είναι χομπίστες και ότι πρέπει να είναι και ευχαριστημένοι με την προβολή δήθεν που τους γίνεται μόνο και μόνο επειδή συμμετέχουν σε κάποιο πρότζεκτ. Όπως επίσης είναι θετικό ότι η νυν διεύθυνση αποκηρύσσει τη συστηματική τακτική των δωρεών που αιτούνταν από τους καλλιτέχνες προκειμένου να εμπλουτίζεται η συλλογή του μουσείου. Ναι, λοιπόν, στις επιλεγμένες δωρεές χορηγών και συλλεκτών, όχι στις κατ’ ουσίαν επιβεβλημένες δωρεές των ίδιων των καλλιτεχνών (αφού αλλιώς δεν επρόκειτο να δουν έργο τους στο μουσείο)…
Βεβαίως ζούμε σε ένα κράτος και σε μια κοινωνία που αρνείτο συστηματικά το αυτονόητο, ώστε η αποκατάσταση μιας τάξης δικαίου να φαντάζει επίτευγμα και καινοτομία κι αυτό δεν μπορούμε να το ξεχνάμε γιατί διαφορετικά οι στρεβλώσεις θα επιστρέψουν με την πρώτη ευκαιρία. Πέραν τούτου όμως θα πρέπει να έχουμε και έναν δεδομένο και δημοσιοποιημένο προϋπολογισμό που θα εγγυάται τη συνέχεια της πολιτικής των αμοιβών και των αγορών νέων έργων για τη συλλογή του μουσείου. Χωρίς αυτό το διακριτό κονδύλι και χωρίς μια θεσμοθετημένη επιτροπή που θα εγγυάται την αξιολόγηση των προς αγορά έργων πολύ φοβούμαστε ότι η συνέχεια θα είναι μόνιμο ερωτηματικό, με τον κίνδυνο αυθαιρεσιών και ευνοιοκρατίας να είναι ορατοί αν όχι αναπόφευκτοι στον τόπο που ζούμε.
Μας βρίσκει επίσης σύμφωνους το πολιτικό/ιδεολογικό και αισθητικό πλαίσιο που η νυν καλλιτεχνική διευθύντρια του ΕΜΣΤ κυρία Κατερίνα Γρέγου βάζει και μάλιστα με ευκρινείς και έντονες διατυπώσεις: Το ΕΜΣΤ καλλιεργεί και αναπτύσσει την κριτική και την κριτική σκέψη. Το ΕΜΣΤ επιδιώκει το άνοιγμα στην κοινωνία και στην ποικιλομορφία της. Το ΕΜΣΤ δίνει ιδιαίτερο βάρος στην εκπαίδευση και την καλλιέργεια του κοινού. Δεν διακατέχεται από ηλικιακό ρατσισμό. Επιζητεί τη διατήρηση της ιστορικής και όχι μόνον μνήμης και αποστρέφεται τη λαγνεία του παρόντος. Αναζητά νέες αφηγήσεις συμπερίληψης και όχι αποκλεισμών και διακρίσεων και πρωτίστως θεωρεί ζωτικό του χώρο πολιτικά, ιδεολογικά, αισθητικά, καλλιτεχνικά, αυτόν που προκύπτει από τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας, ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή και με προσανατολισμό τα Βαλκάνια, την Τουρκία, τη Μέση Ανατολή και την Βόρεια Αφρική! Εξαιρετικά.
Θεσμοθετημένος διάλογος κοινωνίας και μουσείων
Πώς όμως γίνονται πράξη αυτά τα ωραία σε επίπεδο διακηρύξεων; Στο αγγλοσαξωνικό παράδειγμα οι παραπάνω πολιτικές υλοποιούνται με τον θεσμοθετημένο διάλογο κοινωνίας και μουσείων, την πραγματική και στενή συνεργασία τους αλλά και μέσα από εκθεσιακές πολιτικές των μουσείων που αφορούν την κοινωνία ή επιμέρους τμήματα της. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα εκθέσεων στο Λονδίνο ή στο Άμστερνταμ στο Βερολίνο ή στη Στοκχόλμη που κινούνται σε αυτές τις κατευθύνσεις και συνθέτουν «κοινωνικά γλυπτά» με τους καλλιτέχνες και τη σύγχρονη τέχνη να διαλέγονται και να ενεργοποιούν άτομα και ομάδες πολιτών. Έτσι εξασφαλίζουν το περίφημο ανοιχτό στην κοινωνία μουσείο, τόπο συνάντησης και παραγωγής κριτικής σκέψης κ.λπ. Εδώ τέτοιοι θεσμοί και τέτοιες εκθεσιακές πολιτικές απουσιάζουν ακόμα.
Ένα ακόμα μικρό παράδειγμα στην κατεύθυνση που υποστηρίζουμε: Σωστά η κυρία Γρέγου με την ομάδα της -όπως είπε- θέλησε να γνωρίσει τη γειτονιά που βρίσκεται το μουσείο. Ωραία και η ιδέα ενός συμμετοχικού έργου όπως «Το Δέντρο της Πλατείας». Ως γνωστόν τα κομμάτια που συλλέχθηκαν μετά από ανοιχτή πρόσκληση του καλλιτέχνη Stephan Goldrajch, συνθέτουν το Arbres à Palabres (Το Δέντρο της Πλατείας) που εκτίθεται στο φουαγιέ του ΕΜΣΤ και όπως διαβάζουμε στο κείμενο του μουσείου «το συνεργατικό αυτό πολυφωνικό έργο τέχνης, εκφράζει όλες τις ιστορίες των ανθρώπων που το έφτιαξαν και σηματοδοτεί τη νέα αρχή του ανοιχτού, συμπεριληπτικού και φιλόξενου ΕΜΣΤ». Πολύ ωραία όλα αυτά και πολύ σωστά ο καλλιτέχνης πληρώθηκε αδρά για την ιδέα και το έργο. Σωστότερο θα ήταν όμως το έργο, μετά την έκθεσή του στο ΕΜΣΤ, να αποδιδόταν στην κοινότητα που συμμετείχε στην κατασκευή του και όχι να επιστραφεί στο ατελιέ του καλλιτέχνη. Κάπως έτσι χτίζονται οι γέφυρες Μουσείου, σύγχρονης τέχνης και κοινότητας και κάπως έτσι αυτές οι γέφυρες γίνονται ορατές από όλους. Κάπως έτσι, και με πολλά άλλα ακόμα, οι κοινότητες αντιλαμβάνονται ότι ένα μουσείο τους αφορά και δεν είναι ένας χώρος ανοίκειος που απλά τους επικαλείται ως άλλοθι.
Και μερικά ερωτήματα
Ως προς το εκθεσιακό πρόγραμμα που εξαγγέλθηκε θα πω προκαταβολικά ότι περιμένω με αυξημένο ενδιαφέρον και υψηλές προσδοκίες την κεντρική μεγάλη έκθεση «Statecraft/ Διαμορφώνοντας το Κράτος» με τη συμμετοχή 36 καλλιτεχνών από τους οποίους οι 9 είναι Έλληνες, αλλά στις υπόλοιπες εκθέσεις, που κάποιες από αυτές είναι προϋπάρχουσες δουλειές της κυρίας Γρέγου στην Εσπερία, δεν διακρίνουμε τον υβριδικό προσανατολισμό ενός ΕΜΣΤ στο κέντρο των Βαλκανίων, της Μέσης Ανατολής κ.λπ.
Επίσης, ωραίο είναι να επισημαίνεται η αναφορά του Αντώνη Πίττα στα «κίτρινα γιλέκα» της Γαλλίας, μέσα από το έργο του «jaune, geel, gelb, yellow», τουτέστιν «κίτρινο», (που θα εκτεθεί και εδώ στο ΕΜΣΤ), αλλά τι γίνεται με το αίτημα της συλλογικής σύμβασης των εργαζομένων του ίδιου του ΕΜΣΤ της Ελλάδας; Και τι θα γίνει με την πλήρη στελέχωση του μουσείου κυρίως με επιστημονικό προσωπικό που είναι εν ανεπαρκεία βάσει του οργανογράμματος του μουσείου; Καλώς να υπάρχουν πέντε (και δεκαπέντε αν θέλετε) σύμβουλοι αλλά κακώς υπάρχουν μόνον δεκατέσσερεις εργαζόμενοι ως επιστημονικό προσωπικό όλων των ειδικοτήτων μάλιστα. Είναι πολύ κακή η αναλογία.
Ως προς τα οικονομικά του ΕΜΣΤ, με χαρά είδαμε τον υπερδιπλασιασμό του προϋπολογισμού του μουσείου αρκεί να επαναληφθεί αυτό μετά βεβαιότητας και στα επόμενα έτη.
Τέλος, θα συμφωνήσω με την αποστροφή της Κατερίνας Γρέγου κατά την οποία «οι μουσειολογικές μελέτες δεν είναι ιερές αγελάδες». Προφανώς η καλλιτεχνική διεύθυνση μπορεί και πρέπει να κάνει αλλαγές και ανανεώσεις της μόνιμης έκθεσης. Ανεξέλεγκτα όμως; Προφανώς οι μελέτες αυτές δεν μπορούν να κρίνονται από… αρχαιολόγους, αλλά προφανώς πρέπει να κρίνονται. Από σχετικούς με το περιεχόμενο ενός μουσείου σύγχρονης τέχνης αλλά να κρίνονται και να ελέγχονται. Είναι επικίνδυνο να δρα ετσιθελικά η οποιαδήποτε διεύθυνση, η οποία άλλωστε έχει συγκεκριμένη/περιορισμένη θητεία. Η μόνιμη έκθεση δεν μπορεί να είναι παγιωμένη στο χρόνο αλλά δεν μπορεί και να γίνεται φυσαρμόνικα στα χέρια του οποιουδήποτε καλλιτεχνικού διευθυντή. Ας περιμένουμε να δούμε όμως τι αλλαγές θα γίνουν στον υπάρχοντα νόμο και αν πράγματι θα γίνουν.
Τέλος, ασφαλώς είναι νομότυπες οι απευθείας αναθέσεις μέχρι ενός ορισμένου ποσού. Άλλο είναι όμως να κάνεις απευθείας ανάθεση για τα λουλούδια της συνέντευξης Τύπου και άλλο να αναθέτεις χωρίς διαγωνισμό, μελέτη για την αξιοποίηση και επανάχρηση χώρων του μουσείου!
Α… δεν κατάλαβα κι αυτό το «η έννοια της μόνιμης συλλογής στη σύγχρονη τέχνη είναι ξεπερασμένη». Δηλαδή κυρία Γρέγου;