Φωτογραφία: Νικόλας Κοκοβλής
Επί δύο μήνες τώρα ζούμε μία πρωτοφανή κατάσταση τηλεοπτικού λιντσαρίσματος, όχι μόνο των εμπλεκομένων στην «υπόθεση της Πάτρας» κατηγορουμένων ή και εμπλεκομένων προσώπων, αλλά και όσων στοιχείων του νομικού πολιτισμού δέσμευαν μέχρι πρότινος και τους ιδιώτες με τριτενέργεια, δημιουργώντας ένα πλέγμα εγγύησης βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Όλα αυτά που συμβαίνουν στις τηλεδίκες τα τελευταία τρία χρόνια, μετ' επιτάσεως δε εδώ και δύο μήνες, όχι μόνο με τον φάκελο της προδικασίας να έχει τεθεί ορθάνοιχτος σχεδόν στις οθόνες μας, ούτε καν μόνο με την κρίση των κάθε λογής «ειδικών» της τηλεθέασης για την αμετάκλητη ενοχή των εκάστοτε τηλεκατηγορουμένων, κάτι που έχουμε συνηθίσει δυστυχώς να ακούμε και σε άλλες τηλεοπτικές δίκες «μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος», αλλά και για τις ίδιες τις προσωπικότητες των κατηγορουμένων ή υπόπτων ως «τεράτων», προβληματίζουν κάθε στοιχειωδώς και μόνο προοδευτικό πολίτη, είτε είναι νομικός είτε όχι, ως προς την απο-ανθρωποποίηση που φέρει κατά λογική συνεκδοχή ο χαρακτηρισμός και την κατασταλτική απάντηση που αιτείται υπαινικτικά ως τιμωρητική και ιδιαιτέρως αυξημένη.
Στη δε περίπτωση της Πάτρας, ο δημόσιος χαρακτηρισμός της κατηγορουμένης σαν «αδηφάγου τέρατος», ή σαν «πλάσματος που δεν έχει ανθρώπινα συναισθήματα και δεν είναι πιθανά δεκτικό θεραπείας» από ειδικούς των τηλεοπτικών δικών, εμπεριέχει τόση απαξία, που οδήγησε μέρος της κοινωνίας, που συνήθισε να δικάζει εκ του μακρόθεν, να ζητά αν όχι τη θανατική ποινή, τουλάχιστον την «ισοβιότητα» της ποινής των ισοβίων.
Σε κάθε περίπτωση, οι αντιδράσεις αυτοδικίας του πλήθους που έλαβαν χώρα στην Πάτρα, με αίτημα τον θάνατο της κατηγορουμένης, συνεπεία της υπερπροβολής της σχετικής είδησης και των κρίσεων περί «τέρατος», δεν ήταν ο επίλογος της καλλιέργειας ηθικού πανικού από μεγάλο μέρος των ΜΜΕ, αλλά ο πρόλογος.
Και αυτό διότι, όπως υποστηρίζει και η σχολή σκέψης που ίδρυσε ο εγκληματολόγος Stanley Cohen, ο ηθικός πανικός ολοκληρώνεται όταν υιοθετηθεί η αυστηροποίηση των ποινών εκ μέρους μιας κυβέρνησης, με τρόπο που να περιλαμβάνεται η καταστολή τόσο των αξιόποινων πράξεων μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος, όσο και πράξεων που αφορούν κοινωνικές διεκδικήσεις.
Ας σημειωθεί για τη συγκυρία πως, με παρόμοιο φόντο, την καταστολή εγκλημάτων μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος, τροποποιήθηκε το άρθρο 187 ΠΚ, για το οποίο η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας εξέδωσε στις 24/3/2022 ανακοίνωσή της με το εξής περιεχόμενο:
«Η Συντονιστική Επιτροπή εκφράζει την έντονη αντίθεσή της στην ακολουθούμενη κυβερνητική πρακτική της αιφνίδιας και αποσπασματικής νομοθέτησης, με αφορμή θέματα που έχουν απασχολήσει την επικαιρότητα και προς ικανοποίηση του “κοινού περί δικαίου αισθήματος”.
Η θέσπιση διατάξεων, και δη στο πεδίο του ποινικού δικαίου, πρέπει να είναι αποτέλεσμα ουσιαστικής διαβούλευσης, προκειμένου τα θέματα αυτά να ρυθμίζονται λυσιτελώς και να διασφαλίζεται η αξιολογική και συστηματική συνοχή του ποινικού δικαίου.
Η Συντονιστική Επιτροπή καταγγέλλει απερίφραστα τη νέα τροποποίηση της διάταξης του άρθρου 187 Π.Κ., με την προσθήκη της παρ. 6, δυνάμει των ρυθμίσεων του άρθρου 72 Ν. 4908/22, αποτελεί ένα ακόμη δείγμα παράβασης των κανόνων καλής νομοθέτησης, αφού εισήχθη προς ψήφιση αιφνιδίως, χωρίς οποιαδήποτε προηγούμενη διαβούλευση και χωρίς να έχει εκφραστεί επ’ αυτού η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής.
Η νέα ρύθμιση, σύμφωνα με την οποία σε περίπτωση καταδίκης για τις αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο αυτό και μάλιστα πλημμεληματικού χαρακτήρα, δεν επιτρέπεται αναστολή ή μετατροπή της ποινής με κανένα τρόπο, η δε ασκηθείσα έφεση δεν έχει αναστέλλουσα ποινή, και μάλιστα με αναδρομική ισχύ, καταλύει το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου, στερεί από τον δικαστή τη δυνατότητα αναστολής ή μετατροπής της ποινικής, όπως και την αναστέλλουσα δύναμη τυχόν ασκηθείσας εφέσεως και αντιβαίνει στην αρχή της αναλογικότητας, καθώς περιορίζει ανεπιστρεπτί τα δικαιώματα του κατηγορουμένου, τη στιγμή μάλιστα που τα δικαιώματα αυτά δεν στερούνται από κατηγορούμενους για αδικήματα με μεγαλύτερη ποινική ή ηθική απαξία, όπως η περίπτωση ανθρωποκτονίας από πρόθεση.
Η διάταξη ως οιονεί δικονομικού χαρακτήρα δίνει δυνατότητα αναδρομικής ισχύος σε τελεσθείσες ήδη πράξεις ακόμη και προ του χρόνου ψήφισής της και επιχειρεί να αποτρέψει κάθε κοινωνική δραστηριότητα (απεργιακές κινητοποιήσεις, συνδικαλιστικές διεκδικήσεις κλπ) και κάθε μορφή κοινωνικής αντίδρασης, οδηγώντας στα σωφρονιστικά καταστήματα πολίτες που κατηγορούνται για διάπραξη πλημμελημάτων, για τα οποία δεν θα οδηγούνταν στη φυλακή ακόμη και σε περίπτωση αμετάκλητης καταδίκης τους.
Η Συντονιστική Επιτροπή ζητεί από τον υπουργό Δικαιοσύνης να αναλάβει άμεσα νομοθετική πρωτοβουλία για την κατάργηση της παραγράφου 6 του άρθρου 187 Π.Κ., όπως αυτή προστέθηκε με το Ν. 4908/22».