Ισχυρή εντολή,
αλλά όχι λευκή επιταγή
Το 3ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ (ή το 1ο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, αν το δούμε από άλλη σκοπιά) προκάλεσε το ζωηρό ενδιαφέρον χιλιάδων μελών και φίλων του κόμματος. Ωστόσο, οι εργασίες του συνεδρίου μάλλον δεν απασχόλησαν ιδιαίτερα το ευρύ κοινό. Προφανώς αυτή η «αδιαφορία» απορρέει από το γεγονός ότι το βασικό αντικείμενο της συζήτησης ήταν ο τρόπος εκλογής του προέδρου και της ΚΕ, δηλαδή ένα ζήτημα που δεν γίνεται κατανοητό από όσες και όσους δεν έχουν εξοικείωση με τα κομματικά πράγματα. Ωστόσο, το ότι το συνέδριο ενός κόμματος εξουσίας δεν γίνεται θέμα για την κοινωνία, αποτελεί σαφή ένδειξη της οξείας κρίσης του κομματικού φαινομένου.
Με ένα εντυπωσιακό 74% στην ψηφοφορία για την εκλογή προέδρου και ΚΕ από τη βάση, ο Αλέξης Τσίπρας κατήγαγε μια μεγάλη εσωκομματική νίκη. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έχει ισχυρή εντολή να προχωρήσει τις αλλαγές που επιδιώκει, τόσο στη λειτουργία όσο και στον προσανατολισμό του κόμματος.
Οι αλλαγές στην κομματική λειτουργία συνιστούν σαφώς μεταβίβαση ισχύος από τον κομματικό μηχανισμό προς τον πρόεδρο - χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια ότι η υφιστάμενη λειτουργία αποτελεί πρότυπο δημοκρατίας. Στο ερώτημα αν ο ΣΥΡΙΖΑ γίνεται αρχηγικό κόμμα με τις αλλαγές που ψηφίστηκαν, η απάντηση είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί αρχηγικό κόμμα την τελευταία δεκαετία. Μάλιστα, για την πλειονότητα των ψηφοφόρων του, ο αρχηγός ταυτίζεται απολύτως με το κόμμα (ή ακόμα είναι πιο σημαντικός), κάτι που σπάνια απαντάται σε ευρωπαϊκό κόμμα και ασφαλώς παραπέμπει στον λατινοαμερικάνικο αριστερό περονισμό.
Έχω την εκτίμηση ότι με την αλλαγή του τρόπου εκλογής προέδρου και ΚΕ οι βασικές επιδιώξεις είναι:
- η διεύρυνση του κύκλου μελών/φίλων του κόμματος,
- η αποστασιοποίηση από την πολιτική παράδοση του τυπικού αριστερού/κομουνιστογενούς κόμματος, προκειμένου να γίνει άνοιγμα στον χώρο του «Κέντρου»,
- η εκπομπή ενός μηνύματος οργανωτικού εκσυγχρονισμού και πολιτικής ανανέωσης,
- η ενδυνάμωση του ηγετικού προφίλ του προέδρου, μέσα από διαδικασία λαϊκής ψήφου εμπιστοσύνης.
Η Ομπρέλα
Η Ομπρέλα της εσωκομματικής αντιπολίτευσης με το 26% που πήρε, πέτυχε ένα ανέλπιστα καλό αποτέλεσμα, παρά την ήττα της. Σε μια δημοψηφισματικού χαρακτήρα ψηφοφορία δεν είναι λίγο να πάρεις το ¼ του συνεδρίου. Αυτό το ποσοστό δείχνει ότι ο Αλέξης Τσίπρας έχει ισχυρή εντολή αλλά όχι λευκή επιταγή.
Το καλό αποτέλεσμα της Ομπρέλας οφείλεται:
- στο ότι η πολιτική παράδοση που εκπροσωπεί έχει απήχηση σε ένα τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ,
- σε μια αποτελεσματική ιδεολογική και πολιτική πλαισίωση της συνεδριακής γραμμής της.
Το ερώτημα
Το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ πραγματοποιήθηκε σε μια στιγμή που η συγκυρία αρχίζει να γίνεται ευνοϊκή για την αξιωματική αντιπολίτευση. Η διαφορά με τη Νέα Δημοκρατία μειώνεται, αφού το κυβερνών κόμμα πέφτει λόγω της ακρίβειας. Για πρώτη φορά σημειώνεται δε μια μικρή αύξηση των ποσοστών και των ποιοτικών δεικτών του ΣΥΡΙΖΑ.
Το ερώτημα που τίθεται, είναι αν ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία για να πετύχει την ανατροπή του συσχετισμού. Αν και ο Αλέξης Τσίπρας κατάλαβε πολύ γρήγορα την κοινωνική σημασία του ζητήματος της ακρίβειας και διαμόρφωσε την τακτική του αναλόγως, εντούτοις, η απάντηση στο ερώτημα δεν είναι ξεκάθαρη. Και αυτό γιατί:
- Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας δεν έχουν καλύψει το μείζον έλλειμμα αξιοπιστίας τους. Η συνεχιζόμενη ταύτιση του ΣΥΡΙΖΑ με τις παλινωδίες και τις οβιδιακές μεταλλάξεις, υποσκάπτει την πειστικότητα των πολιτικών μηνυμάτων του, ακόμα και όταν αυτά απηχούν το λαϊκό αίσθημα. Είναι πολλοί αυτοί που εξακολουθούν να πιστεύουν ότι ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας δεν λένε την αλήθεια.
- Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει μπει σε πραγματικό διάλογο με τη μεγάλη μερίδα των πολιτών που θεωρούν ότι η διακυβέρνησή του δεν ήταν πετυχημένη. Τα στελέχη τόσο των προεδρικών όσο και της Ομπρέλας συνήθως εμφανίζονται απολύτως ικανοποιημένα με τις κυβερνητικής επιδόσεις τους, κάτι δεν βοηθάει στο να παγιωθεί η αίσθηση ότι έχουν μάθει από τα λάθη τους. Αρκετοί δε μιλάνε σαν μην έχουν κυβερνήσει και μάλιστα εφαρμόζοντας μνημόνιο.
- Η γενική γραμμή του ανοίγματος προς το Κέντρο δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα αποδώσει χωρίς αποκατάσταση της αξιοπιστίας και πραγματική αυτοκριτική. Επιπλέον, το «Κέντρο» δεν είναι μόνο ιδεολογικός χώρος με τη γνώστη έννοια, αλλά και μια μετωνυμία της αντιπολιτικής και της αποϊδελογικοποίησης. Επομένως, το όποιο άνοιγμα πρέπει να είναι σύνθετο και καλά επεξεργασμένο. Πόσο μάλλον που ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αφήσει μεγάλο χώρο στα αριστερά του, κάτι που εκφράζεται από την ύπαρξη δύο κοινοβουλευτικών κομμάτων τα οποία προς το παρόν δεν φαίνεται να έχουν σοβαρές διαρροές προς την αξιωματική αντιπολίτευση, καθώς και από έναν διάχυτο νεανικό ριζοσπαστισμό που βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση από την Κουμουνδούρου.
Ωστόσο, θα ήταν απερίσκεπτο να διακινδυνεύσει κάποιος την όποια πρόβλεψη σε μια τρικυμιώδη συγκυρία όπου η κοινωνική πλειονότητα βλέπει το βιοτικό επίπεδό της να υποβαθμίζεται ραγδαία, ενώ η κυβέρνηση φαίνεται να μην πράττει ούτε τα στοιχειώδη. Στην Ελλάδα η τακτική του «ώριμου φρούτου», την οποία άπαντες απορρίπτουν κατηγορηματικά, έχει επανειλημμένα αποδειχτεί αποτελεσματική.
Γιάννης Αλμπάνης,
δημοσιογράφος
Κόμμα ανοιχτό και εν κινήσει
Με την ολοκλήρωση του 3ου Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ επιβεβαιώθηκε ότι το κόμμα μας είναι ένα κόμμα εν κινήσει, ένα κόμμα ανοιχτό στη σύγκρουση επιχειρημάτων, στη διαβούλευση και στη δημόσια σφαίρα ευρύτερα, καθώς ο καθένας και η καθεμιά μπορούσε να παρακολουθήσει, δια ζώσης ή διαδικτυακά, τις διαδικασίες μας. Επιβεβαιώθηκε επίσης ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είναι ένα κόμμα με βαθιά ριζοσπαστικά αριστερά χαρακτηριστικά, το οποίο κινείται με όραμα τον σοσιαλισμό του 21ου αιώνα και έχει στόχο να βάλει τέλος στη νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική βαρβαρότητα του σήμερα.
Στις τέσσερις αυτές μέρες, έντονου και πυκνού πολιτικού χρόνου, έγιναν δεκάδες εκατοντάδες τοποθετήσεις γύρω από τον άξονα πώς επανατοποθετείται σε χρόνο ενεστώτα ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, ανανεώνοντας τις θέσεις του, παραμένοντας παράλληλα πιστό στο στρατηγικό του στόχο. Έτσι το ερώτημα που προκύπτει είναι τι τελικά κρατάμε από το κορυφαίο αυτό πολιτικό γεγονός. Η άποψη μου έχει ως εξής:
1. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ επιστρέφει! Αυτή τη φορά για να συγκροτήσει τη δεύτερη φορά κυβέρνηση της Αριστεράς η όποια χαρακτηρίζεται από μια συλλογική πείρα που αποκτήσαμε την περίοδο 2015-2019. Αναπόφευκτα οι πολίτες θα είναι πιο απαιτητικοί από τον ΣΥΡΙΖΑ, που τώρα πια «ξέρει», και το ίδιο πρέπει να συμβεί τόσο με τα στελέχη του όσο και με τα μέλη του. Απαιτώ σημαίνει ελέγχω και διεκδικώ, απαιτώ σημαίνει καμία εμπιστοσύνη στη λογική της ανάθεσης και αυτοκριτική.
2. Ένα κόμμα το οποίο διακηρύσσει την αναγκαιότητα να συμβαδίσει με τις δυνατότητες και τις απαιτήσεις της εποχής δεν γίνεται να μην έχει μεριμνήσει για τη διεξαγωγή ηλεκτρονικών ψηφοφοριών σε ένα σώμα το οποίο υπερέβη τα 4500 άτομα. Αυτή η ουσιαστική αμέλεια άλλωστε είχε ως αποτέλεσμα να οδηγήσει στο ευτράπελο της Κυριακής με τη μη λήψη απόφασης πάνω στο ζήτημα της αυτοπρόσωπης παρουσίας το μέλους που εγγράφεται για πρώτη φορά στον ΣΥΡΙΖΑ.
3. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι τα κείμενα πολιτικής απόφασης πέρασαν ομόφωνα. Αυτό θεωρώ πως έχει διττή ανάλυση: Αφενός, δείχνει την ιδεολογική συνοχή η οποία υπάρχει στον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς η δομή των κειμένων εδράζεται στη μαρξική σκέψη και μεθοδολογία, αφετέρου κατέρρευσε το στρεβλό δίπολο «ποιος είναι με τον πρόεδρο και ποιος όχι» το όποιο απασχόλησε τον προσυνεδριακό διάλογο, εμποδίζοντας στο να αναπτυχθεί μια εκ βαθέων πολιτική συζήτηση για ζητήματα που χαρακτηρίζονται από δημιουργική ασάφεια στις θέσεις του κόμματος όπως τι σημαίνει ακριβώς διάκριση εκκλησίας - κράτους, τι σημαίνει εκδημοκρατισμός των δυνάμεων καταστολής, πως προχωράμε στα ζητήματα ενέργειας, τι κάνουμε με την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, πως ακριβώς απαντάμε στο προσφυγικό ζήτημα κ.ο.κ.
4. Αν και αποτελεί άλλου μεγέθους ζήτημα, τόσο που ίσως θα έπρεπε να παραβλέψουμε, ομολογώ ότι μου είναι δύσκολο να το πράξω. Και αναφέρομαι στον τρόπο συμπεριφοράς μεμονωμένων ανθρώπων που βρέθηκαν στον χώρο του Συνεδρίου οι οποίοι όταν δεν τους άρεσε κάποια τοποθέτηση προχωρούσαν σε ύβρεις. Επαναλαμβάνω ότι πρόκειται για περιπτώσεις που δεν ξεπερνούν τα δάκτυλα ενός χεριού, αλλά σε κάθε περίπτωση πρέπει να τονίσουμε σε κάθε τόνο και χρόνο ότι παρόμοιες, τραμπουκικές, συμπεριφορές είναι ξένες με τη δική μας Αριστερά, είναι καταδικαστέες και ουδεμία ανοχή πρέπει να δείξουν τα αρμόδια όργανα του κόμματος, είτε αυτές οι συμπεριφορές εκφράζονται στον πραγματικό είτε στον κόσμο των κοινωνικών δικτύων.
5. Σημαντική παρακαταθήκη είναι πιστεύω και οι 7+1 δεσμεύσεις τις οποίες πρότεινε η Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ και θα αποτελούν τον κορμό της πολιτικής που θα ακολουθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ όσον αφορά την νέα γενιά την επόμενη μέρα, ενώ ταυτόχρονα αναμένουμε με την εκλογή της νέας Κεντρικής Επιτροπής να αποκατασταθεί η σχέση κόμματος - νεολαίας, καθώς από τον Ιούλιο του 2020 το κόμμα δεν έχει προβλέψει ώστε κάποιο μέλος της Κ.Ε. να αναλάβει τη χρέωση της νεολαίας.
Συνοψίζοντας, η επόμενη μέρα του συνεδρίου μας αποτελεί την αρχή του τέλους της νεοφιλελεύθερης, με έντονα ακροδεξιά στοιχεία, κυβέρνησης Μητσοτάκη. Η επόμενη μέρα μάς επιβάλλει ως στόχο, ο ΣΥΡΙΖΑ να αποκτήσει ξανά το κοινωνικό έρεισμα το οποίο είχε απολέσει, να ξανασυναντηθούμε με τα κινήματα, να εκφράσουμε τον κόσμο της εργασίας (και ανεργίας), τους ελευθέρους επαγγελματίες με τα μπλοκάκια τους, τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, τους νέους και τις νέες, τους μετανάστες, τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα, τους αδικημένους, τους μη προνομιούχους, δηλαδή τη συντριπτική κοινωνική πλειοψηφία. Να κάνουμε σαφές πώς το συλλογικό μας σπίτι θα γίνει το σημείο αναφοράς για όλους εκείνους και εκείνες που έχουν οργή και κυρίως έχουν πίστη ότι ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός.
Bασίλης Γλέζος,
μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Νέα ζωντανή συνεδριακή κουλτούρα
Παρόλο που από τα φοιτητικά μου χρόνια έχω πάρει μέρος σε πολλά συνέδρια της αριστεράς, είναι η πρώτη φορά που συμμετείχα σε ένα τόσο μαζικό συνέδριο με 6.000 περίπου συνέδρους που ήταν ταυτόχρονα ένα πολιτικό γεγονός πρώτης γραμμής καθώς αφορούσε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Το πλήθος του κόσμου, συνέδρων και μη, οι μεγάλες οθόνες, τα φώτα της δημοσιότητας, η νέα για μένα συνεδριακή κουλτούρα, δεν απότρεψε να έχει το συνέδριο απίστευτη πολιτική ζωντάνια. Αισθανόσουν ότι παρά την περίφραξη που γίνεται συχνά από τις τάσεις στα μέλη του κόμματος, γεγονός και προδιαγράφει σε μεγάλο βαθμό και τις πολιτικές αποφάσεις, κρίνονταν σημαντικά πράγματα σ’ αυτό το Συνέδριο και δίνονταν μαθήματα.
Αδιαμεσολάβητος λόγος στα μέλη
Ένα πρώτο μάθημα δόθηκε κατά τη γνώμη μου το Σάββατο με τη ψηφοφορία για την εκλογή ηγεσίας από τη βάση του κόμματος. Παρά τις προθέσεις που αποδόθηκαν για το τι δρομολογείται μέσα από τις προτάσεις του προέδρου, οι σύνεδροι στη συντριπτική τους πλειοψηφία επιδοκίμασαν μια αλλαγή που δίνει αδιαμεσολάβητο λόγο στα μέλη του κόμματος και ενισχύει τις αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες. Δεν συμμερίστηκαν τους φόβους ή ακόμα και αν τους συμμερίστηκαν δεν τους άφησαν να κυριαρχήσουν. Η κατεύθυνση που δόθηκε μέσα από αυτήν τη ψηφοφορία είναι κατά τη γνώμη μου σαφής. Θέλουμε ένα κόμμα με όσο γίνεται περισσότερες δυνατότητες άμεσης συμμετοχής των μελών, ένα κόμμα που θα σπάει κατά το δυνατόν το πυραμιδικό μοντέλο οργάνωσης του κόμματος. Ελπίζω ότι η κάλπη της 15ης Μαΐου θα ενισχύει ακόμα περισσότερο αυτήν την προοπτική θεσπίζοντας τα δημοψηφίσματα που προτείνονται και επιτρέποντας τις οριζόντιες δικτυώσεις ανάμεσα στα μέλη και στις οργανώσεις. Το αντεπιχείρημα που προβάλλεται συχνά για τη λειτουργία της διαβούλευσης στη δημοκρατική λειτουργία του κόμματος είναι σωστό αλλά υποτιμάει τις σύγχρονες τροπικότητες διαβούλευσης που διαθέτουν σήμερα οι πολίτες και κυρίως οι νέοι πολίτες στους οποίους θέλουμε να δώσουμε ευκαιρίες συμμετοχής πέρα και πάνω από τα κλασικά πυραμιδικά κομματικά σχήματα.
Να προσθέσω εδώ ότι τα πολιτικά κόμματα είναι κατεξοχήν οι δημοκρατικοί εκείνοι θεσμοί οι οποίοι δίνουν τη δυνατότητα στους ίδιους τους πολίτες να εκφράζουν τις ιδεολογικές, πολιτικές, κοινωνικές και πολιτισμικές τους απόψεις και να συμμετέχουν στον σχηματισμό των πολιτικών αποφάσεων. Με αυτήν την έννοια πρόκειται για θεσμούς που οδηγούν σε μια ποιοτική μεταβολή της Δημοκρατίας μετριάζοντας την έμμεση λειτουργία υπέρ της άμεσης. Γι’ αυτό και η λειτουργία τους δεν είναι αδιάφορη για το δημοκρατικό μας πολίτευμα. Όσοι και όσες έσπευσαν από άλλα κόμματα να συκοφαντήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για εσωστρέφεια στο 3ο του Συνέδριο υποτιμούν την παραπάνω αλήθεια. Τα κόμματα δεν είναι εργαλεία για την κομματική προπαγάνδα, είναι ένας από τους κύριους χώρους έκφρασης της πολιτικής βούλησης της κοινωνίας και ο τρόπος που λειτουργούν είναι ταυτόχρονα καθρέφτης για το πως αντιλαμβάνονται τη δημοκρατία.
Η ένταξη νέων μελών
Ένα δεύτερο μάθημα δόθηκε με τη δεύτερη ψηφοφορία αναφορικά με το άρθρο 4 για την ένταξη νέων μελών στο κόμμα. Φάνηκε καθαρά ότι οι σύνεδροι δεν ήταν στοιχισμένοι/ες στην πλειοψηφία και τη μειοψηφία που είχε αναδειχθεί στην κάλπη της προηγούμενης ημέρας και πολλοί/ές συμμερίζονταν τις ανησυχίες που είχαν εκφραστεί στη διάρκεια της προσυνεδριακής διαδικασίας για τον τρόπο ένταξης νέων μελών. Ανεξάρτητα από το αν συμμερίζεται κανείς ή όχι τις ανησυχίες αυτές -προσωπικά δεν τις συμμερίζομαι-, η ψηφοφορία έδειξε ότι τα μέλη του κόμματος δεν είναι μαντρωμένα στις υπάρχουσες κομματικές τάσεις αλλά έχουν τα αυτιά τους ανοικτά σε επιχειρήματα της άλλης άποψης. Πιστεύω ότι αν οι ψηφοφορίες της Κυριακής συνεχίζονταν θα παίρναμε και άλλα σχετικά μαθήματα. Θα συνειδητοποιούσαν όσοι έσπευσαν αδικαιολόγητα να εγκαλέσουν την επιτροπή καταστατικού για τον αποκλεισμό τους ή την αδυναμία συνθέσεων ότι και εκφράστηκαν όλες οι απόψεις, ότι και πολλές συνθέσεις έγιναν, ότι και οι πλειοψηφίες- μειοψηφίες δεν ήταν αμετακίνητα στρατόπεδα. Βιάστηκαν να υιοθετήσουν μια στρατηγική έντασης η οποία εκ του αποτελέσματος εμπόδισε τη συνέχιση των ψηφοφοριών.
Το 50-50, σημαντικό βήμα
Θα ήθελα τέλος να τελειώσω με την υιοθέτηση του 50-50 που φέρνει στο φως ένα τεράστιο έλλειμα της Δημοκρατίας και μια κατάφωρη αδικία: την υποαντιπροσωπευτικότητα των γυναικών στα κέντρα λήψης των πολιτικών αποφάσεων εντός και εκτός των κομμάτων και τη μετατροπή μιας πλειοψηφικής κατηγορίας πολιτών όπως είναι οι γυναίκες και οι θηλυκότητες σε πολιτική μειοψηφία. Δεν υπάρχει στη λειτουργία της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας μεγαλύτερη αντίφαση. Το 3ο Συνέδριο αναγνώρισε την παραπάνω αλήθεια και μετακινήθηκε από τη λογική των ποσοστώσεων στην ισάριθμη κατά φύλα αντιπροσώπευση λειτουργώντας παραδειγματικά σε μια κοινωνία στην οποία τα έμφυλα εγκλήματα αναδεικνύονται πια με το όνομά τους και η έμφυλη βία ξεκίνησε να καταγράφεται. Δεν θεωρούμε ότι το 50-50 θα λύσει τις διακρίσεις που γεννά η πατριαρχία αλλά ότι είναι ένα σημαντικό βήμα στην προοπτική της έμφυλης δικαιοσύνης όπως ήταν κάποτε και η ψήφος των γυναικών. Το τρίτο σημαντικό μάθημα ήταν κατά τη γνώμη μου αυτό. Και η συντριπτική πλειοψηφία, σχεδόν ομοφωνία με την οποία ψηφίστηκε. Διέψευσε όσους και όσες υποστήριζαν ανοικτά ή συγκαλυμμένα ότι το αίτημα της ισάριθμης αντιπροσώπευσης δεν ήταν ώριμο ή δεν είναι αξιοκρατικό αγνοώντας ότι όσο οι γυναίκες είναι πολιτικά ορατές τόσο λιγότερο ευάλωτες στον αποκλεισμό και τη βία.
Μαρία Ρεπούση,
ιστορικός