Φωτογραφία: Νικόλας Κοκοβλής

 

 

 

Όπως ήταν αναμενόμενο, ένα συνέδριο κόμματος της Αριστεράς δεν θα μπορούσε παρά να έχει άμεση σύνδεση και με την πολιτική συγκυρία. Οι τοποθετήσεις των συνέδρων, ακόμα και οι πιο προβληματικές, είχαν σημείο αναφοράς το γενικευμένο πια αίτημα απαλλαγής από την κυβέρνηση της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς. Από την άποψη αυτή, τόσο η ομιλία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία στην έναρξη των εργασιών όσο και κατά την ολοκλήρωσή τους, με την πολύ πιο συγκεκριμένη πρόταση προς τα κόμματα της δημοκρατικής αντιπολίτευσης για προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας από την πρώτη εκλογική αναμέτρηση, φαίνεται ότι εξέφραζε την ευρύτατη πλειονότητα των συνέδρων. Δεν αποτέλεσε πεδίο αντιπαράθεσης των τάσεων στο συνέδριο.

Η πιο επεξεργασμένη η μορφή της με τις 5+1 προτάσεις και η κεντρική θέση της στις ομιλίες του Αλ. Τσίπρα, μας επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι εντάσσεται πια σε έναν στρατηγικό σχεδιασμό, που δεν περιλαμβάνει μόνο την υπεράσπιση της απλής αναλογικής, αλλά θα μπορούσε να αγγίζει και πλευρές της φυσιογνωμίας του κόμματος. Με την έννοια ότι μπορεί σε κάθε εκλογική αναμέτρηση να διεκδικεί την πλειοψηφία, τα πρωτεία, όχι όμως και να το επιχειρεί ως αφομοιωτικός των δυνάμει συμμάχων του παντοκράτορας, θυσιάζοντας για τον σκοπό αυτό και την ιδιαίτερη ταυτότητά του. Αντί να αναζητά υπαρκτούς αξιόπιστους συμμάχους στο ενδιάμεσο τόξο. Μια τέτοια πολιτική επιλογή δεν μπορεί να μην έχει επίπτωση και στα ζητήματα αριστερής ταυτότητας, που κυρίως απασχόλησαν το συνέδριο. Και να εξηγεί, όχι μόνο από συγκυριακή σκοπιά, τα τονισμένα αριστερά και ριζοσπαστικά στοιχεία της ρητορικής Τσίπρα στο 3ο Συνέδριο.

 

Μη πειστικές απορρίψεις

 

Από την πλευρά των αποδεκτών της πρότασης τώρα, ήταν αναμενόμενη η απορριπτική απάντηση του ΚΚΕ, αν και προκαλεί ερωτήματα για την πολιτική αδρανοποίηση του κοινωνικού δυναμικού που επηρεάζει. Δύσκολα, όμως, εξηγείται η βιαστική απόρριψη του ΜέΡΑ25, καθώς έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την προ μηνών πρόταση Βαρουφάκη μέσα στη Βουλή, που είχε θεωρηθεί πρόσκληση σε συζήτηση για την αναζήτηση πιθανής κοινής βάσης. Φαίνεται ότι στο ΜέΡΑ25 δεν έχουν καταλήξει ακόμα ποια θα ήταν η πιο ορθή και αποδοτική τακτική, τόσο από στενά κομματική άποψη, όσο και γενικότερα: η διαφοροποίηση διά της αποστασιοποίησης ή ο τονισμός της καταλυτικής χρησιμότητας του ΜέΡΑ25 στη διαμόρφωση μιας προοδευτικής πλειοψηφίας;

Στο ΚΙΝΑΛ τώρα, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Ο κ. Ανδρουλάκης, πριν καλά καλά τελειώσει η ομιλία Τσίπρα, έσπευσε να δηλώσει «από εμάς πρωθυπουργική καρέκλα δεν θα δει ούτε ο κ. Τσίπρας, ούτε ο κ. Μητσοτάκης». Στη γραμμή της αυτοδύναμης πορείας. Μόνο που η γραμμή αυτή είχε ένα νόημα όταν η εκλογή νέου προέδρου έδινε μια σημαντική δημοσκοπική ώθηση στο ΚΙΝΑΛ. Σήμερα, που δεν φαίνεται να επαληθεύεται αυτή η δυναμική, ακούγεται σαν αμήχανο πρόσχημα. Με τη συγκεκριμένη, μάλιστα, διατύπωση αφήνει έκθετο τον κ. Ανδρουλάκη σε δύο ειδών επικρίσεις: ότι απαγορεύει σε εκλεγμένους ηγέτες δύο κομμάτων και επικυρωμένους από τα αποτελέσματα των εκλογών να διεκδικήσουν κατά την κοινοβουλευτική πρακτική την πρωθυπουργία, όπως νομιμοποιούνται, και ότι έτσι φαίνεται να προκρίνει λύσεις τύπου Παπαδήμου. Όπως και να ‘χει, μόνο θετικούς συνειρμούς δεν προκαλεί μια τέτοια τοποθέτηση.

Εκείνο που προκαλεί ερωτηματικά, είναι το γεγονός ότι πολύ πρόσφατα ο κ. Ανδρουλάκης είχε επιλέξει μια πιο πλαστική απάντηση σε ανάλογη πρόταση. Είχε προσδιορίσει ως στόχο του ΚΙΝΑΛ τον σχηματισμό «σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης», ως αποτέλεσμα της ουσιαστικής ενίσχυσής του. Διατύπωση που και τη γραμμή της αυτοδύναμης πορείας του επέτρεπε να διατηρεί και τη συνεργασία με τη δική του πολιτική απόχρωση να μην αποκλείει ρητά. Εκείνο που αποκλειόταν, βέβαια, μ’ αυτό τον τρόπο, ήταν η συνεργασία με τη ΝΔ.

 

Ασφυκτικές πιέσεις στην ηγεσία του ΚΙΝΑΛ

 

Φαίνεται, όμως, ότι αυτό ενόχλησε πολλούς και διάφορους. Στο εσωτερικό τού ΚΙΝΑΛ δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τι ακριβώς συνέβη. Μπορούμε να υποθέσουμε. Από την πλευρά, ωστόσο, της ΝΔ ο κ. Ανδρουλάκης κατηγορήθηκε τότε δημόσια και επίσημα ότι επιλέγει τη σύμπραξη με τον ΣΥΡΙΖΑ και πιέστηκε με κάθε τρόπο να επανορθώσει. Και τώρα, από την ίδια πλευρά, πιέζεται «να πάρει θέση». Φαίνεται ότι οι πιέσεις αυτού του τύπου δεν συγκρίνονται με τη θεμιτή πολιτική πίεση που ασκεί η δημόσια πρόταση των 5+1 σημείων. Ιδίως αν συνυπολογιστούν οι εξωθεσμικές πιέσεις από συγκροτηματάρχες του Τύπου, που ενδιαφέρονται να επικρατήσει η πολιτική του αντίπαλου του κ. Ανδρουλάκη στις εσωκομματικές εκλογές, που, ωστόσο, ηττήθηκε.

Για να αντιμετωπιστούν οι τόσο ισχυρές και συνδυασμένες πιέσεις, που η ΝΔ τις πριμοδοτεί και για καθαρά εκλογικούς λόγους, για να αποσπάσει κεντροδεξιάς απόκλισης ψηφοφόρους του ΚΙΝΑΛ, χρειάζονται εξίσου ισχυρές πολιτικές αντιστάσεις και διαθέσεις. Και το ερώτημα δεν είναι αν η νέα ηγεσία τις διαθέτει, αλλά αν θα μπορέσει να πορευτεί χωρίς αυτές. Γιατί είναι πολύ επικίνδυνο το δίλημμα που η ίδια η πολιτική πραγματικότητα θέτει: να προσανατολιστεί στη συζήτηση της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ, με την απλή αναλογική που εξυπηρετεί πολιτικά και το ΚΙΝΑΛ, ή να συρθεί σε μια δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, με ενισχυμένη αναλογική και ακόμα πιο ενισχυμένη πόλωση; Μια τρίτη επιλογή, συνεργασία με τη ΝΔ από τις πρώτες εκλογές, υποθέτουμε ότι αποκλείεται. Θα ισοδυναμούσε με χαριστική βολή.

 

 

Υ.Γ.: Όσο για τις «εσωτερικές υποθέσεις», ο ΣΥΡΙΖΑΠΣ βγαίνει από το συνέδριο με πιο έντονα τα αρχηγικά χαρακτηριστικά, αλλά μεταβαίνει και στην εποχή των κομμάτων της Αριστεράς με λειτουργικά αναγνωρισμένες τις τάσεις και τη δυνατότητα να επιδιώκουν μεταβαλλόμενες πλειοψηφίες για τις κάθε φορά κρίσιμες αποφάσεις του κόμματος με δημόσια αντιπαράθεση.

 

Χαράλαμπος Γεωργούλας Περισσότερα Άρθρα
Πρόσφατα άρθρα ( Πολιτική )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet