Σήμερα αισθανόμαστε πολύ χαρούμενοι για τη δημοσίευση στο δισέλιδο ενός εξαιρετικά φροντισμένου άρθρου που ασχολείται με το πρωτότυπο θέμα της αντιμετώπισης της Παρισινής Κομμούνας από τον ελληνικό Τύπο της εποχής. Και η χαρά μας είναι ακόμα μεγαλύτερη γιατί ο συγγραφέας του Νίκος Νικολέτος, υποψήφιος διδάκτωρ φιλοσοφίας, άγνωστος σ’ εμάς μέχρι χθες, ήταν εκείνος που ζήτησε τη συνεργασία μαζί μας, γεγονός που αυξάνει την αυτοπεποίθηση τόσο της εφημερίδας μας, όσο και ειδικότερα της στήλης μας.
Χ.Γο.
Πριν αναφερθούμε στην αντιμετώπιση της Κομμούνας από τον ελληνικό Τύπο της εποχής είναι αναγκαίο να παρουσιάσουμε πολύ συνοπτικά, αποσπασματικά και ελλειπτικά τόσο το γαλλικό όσο και το ελληνικό πολιτειακό, πολιτικό και κοινωνικό περικείμενο της εν λόγω περιόδου.
Το γαλλικό ιστορικό πλαίσιο
Η Γαλλία την εποχή του Ναπολέοντα Γ’, ειναι η Γαλλία ενός έντονου βοναπαρτισμού και ενός σχετικά ανίσχυρου προλεταριακού κινήματος μέχρι το 1864, έτος ίδρυσης της Διεθνούς Ένωσης Εργατών. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του Ένγκελς περί αδυναμίας της αστικής τάξης να συνεχίσει να κυβερνά, αλλά και της ανετοιμότητας του προλεταριάτου να την συντρίψει. Στις δεκαετίες 1850-1860, πραγματοποιείται, αφενός, η εντεινόμενη εφαρμογή αποικιοκρατικών πολιτικών, με πιο αντιπροσωπευτική την κατάκτηση της Αλγερίας (1857), με σκοπό την ολοένα μεγαλύτερη διάθεση δωρεάν εργατικής δύναμης και αγαθών και, αφετέρου, μια γρήγορη βιομηχανική ανάπτυξη στο εσωτερικό της Γαλλίας, με μία σχεδόν ταυτόχρονη άνθιση της κερδοσκοπίας και του υπερπλουτισμού. Το 1870 έχουμε την μεγάλης σημασίας και για την Ελλάδα, έκβαση του γαλλοπρωσικού πολέμου στο Σεντάν, με την πτώση της δεύτερης Αυτοκρατορίας. Στις 4/9/1870 ανακηρύσσεται η δημοκρατία στο Παρίσι, αλλά την εξουσία παίρνει ο Αδόλφος Θιέρσος, στο όνομα της εθνικής σωτηρίας και της προστασίας του Παρισιού. Πολύ σύντομα, η κυβέρνηση Εθνικής Αμύνης μετατρέπεται σε κυβέρνηση Εθνικής προδοσίας μια και συμμαχεί με τους Γερμανούς για να αφαιρέσει από το Παρίσι τον οπλισμό και να αποτρέψει εργατικες εξεγέρσεις. Είναι χαρακτηριστική της προδοσίας η ιστορική δήλωση του στρατηγού Τροσύ: «Δεν θα παραχωρήσουμε ούτε μια σπιθαμή από τα εδάφη μας, ούτε μια πέτρα από τα φρούριά μας», λίγο καιρό πριν τη συμφωνημένη συνθηκολογηση.
Σταδιακά, η λέξη «Κομμούνα» αρχίζει να βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη, με αποκορύφωμα τον Ιανουάριο-Φεβρουάριο, εν μέσω έντονης πολιτικής αποσταθεροποίησης και αναβρασμού λόγω του εντεινόμενου αποκλεισμού του Παρισιού. Πλέον, ο εμφύλιος πολεμος φαντάζει σχεδόν σίγουρος, μιας και δείχνει να αποτελεί την μοναδική λύση στο πρόβλημα που έχει ανακύψει μέσα από τις πολιτικές (συνθηκολόγησης) της κυβέρνησης του Θιέρσου, και κυρίως λόγω της άρνησης του λαού του Παρισιού να παραιτηθεί από τα τελευταία του αμυντικά όπλα απέναντι στην επικείμενη εισβολή των γερμανικών στρατευμάτων.
Η 18η Μάρτη είναι η ημέρα έναρξης του εμφυλίου πολέμου στη Γαλλία, πολέμου της γαλλικής αστικής τάξης και του Μπίσμαρκ εναντίον των εργατών του Παρισιού. Σε επόμενα σημεία του κειμένου θα δούμε τον τρόπο με τον οποίο «εγκαινιάσθηκε» η Παρισινή Κομμούνα, καθώς και την συνολική της διαδρομή, πάντα σε σχέση με τα ελληνικά δημοσιεύματα που παρακολουθούν τις γαλλικές εξελίξεις. Προηγούμενα, όμως, οφείλουμε να σταθούμε, εν τάχει, στην ελληνική πραγματικότητα της αντίστοιχης περιόδου, σκιαγραφώντας το ιστορικό της περικείμενο.
Το ελληνικό ιστορικο-κοινωνικό πολιτειακό πλαίσιο
Η Ελλάδα του 19ου αιώνα είναι μια Ελλάδα που αναζητά απαντήσεις στο θεμελιώδες πρόβλημα της εθνικής ταυτότητας και, συνακόλουθα, της διαμόρφωσης ανεξάρτητου εθνικού κράτους. Με φόντο τις δημοκρατικές επαναστάσεις του 1848 που συγκλόνισαν την Ευρώπη, η κοινωνική διαμαρτυρία δεν άργησε να εμφανιστεί και στην Ελλάδα, αρχικά ως πρόσκαιρη τάση και έπειτα ως κορύφωση των αντιδυναστικών αισθημάτων στις 10 Οκτωβρίου 1862 στην Αθήνα. Η λεγόμενη «εξέγερση της στρατιωτικής φρουράς» απαιτούσε την κατάργηση της δυναστείας του «ελέω Θεού Βασιλιά της Ελλάδας» Όθωνα, διατηρώντας όμως το θεσμό της Βασιλείας.
Με την έξωση του Όθωνα και την έλευση του Γεωργίου Α΄, επεκτείνονται ταυτόχρονα τα γεωγραφικά όρια της χώρας με την παραχώρηση των επτανήσων στην ελληνική επικράτεια. Ο πληθυσμός εκείνη την περίοδο αγγίζει το ενάμισι εκατομμύριο και κατοικεί σε χωριά και κωμοπόλεις της ελληνικής υπαίθρου, σε μικρές ή μεγάλες πόλεις και νησιά. Η Αθήνα αποτελεί το διοικητικό κέντρο της χώρας, πράγμα που σημαίνει ότι η πόλη αλλάζει, προσπαθώντας να αποκτήσει έναν νεωτερικό χαρακτήρα, στο πλαίσιο της συγκρότησης ενός σύγχρονου δημόσιου μηχανισμού, ξανά κατά τα πρότυπα της Δύσης
Την περίοδο 1865-1875 επιχειρείται η πρώτη απόπειρα εκβιομηχάνισης, με την εισβολή των εργοστασίων στο ελληνικό έδαφος και τη συνεπαγόμενη αναδιαμόρφωση της κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Χαρακτηριστικά, στην Αθήνα του 1870 εντοπίζονται 792 εργάτες και 107 εργάτριες, αριθμοί οι οποίοι θα τριπλασιασθούν το 1879, γεγονός που μαρτυρά την ολοένα αυξημένη εξάρτηση της οικονομίας από τη ζωντανή εργασιακή δύναμη. Τα στοιχεία αυτά επιτρέπουν να συμπεράνουμε την ανάπτυξη καπιταλιστικών σχέσεων και δη την ενδυνάμωση της αντίθεσης εργασίας-κεφαλαίου.
Οι διάφορες εφημερίδες που εκδίδονται εκείνη την περίοδο, κυβερνητικές και μη, προσπαθούν μέσα από διεθνείς εξελίξεις, όπως ο γαλλοπρωσικός πόλεμος, ή η Παρισινή Κομμούνα, να αποκτήσουν ιδεολογική ταυτότητα, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι η κάθε επιλογή είναι ανεξάρτητη από την επίσημη κρατική τοποθέτηση και τη διεθνή κοινή γνώμη. Είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου, ότι το ελληνικό Κράτος πασχίζει, όχι μόνο να συγκροτηθεί, αλλά και να «εξωτερικεύσει την ύπαρξή του», ήτοι, να αναγνωρισθεί από τη δυτική νεωτερικότητα.
Ο ελληνικός Τύπος: ένα τεκμήριο
Το τεκμήριο το οποίο θα εξετασθεί αντλήθηκε από την εφημερίδα «Παλιγγενεσία», η οποία πρόσκειται στην κυβέρνηση Κουμουνδούρου. Η ύπαρξη αυτού του στενού πολιτικού δεσμού επιτρέπει να διαπιστώσουμε με σχετική ασφάλεια τις τοποθετήσεις του σκληρού πυρήνα του κρατικού μηχανισμού και των εκπροσώπων του εν γένει. Το Παρίσι βιώνει από τις 5 του Γενάρη τον πρώτο βομβαρδισμό στην ιστορία του και δοκιμάζει τις αντοχές του στα πυρά των κανονιών. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η «Παλιγγενεσία» είναι από τις ελάχιστες εφημερίδες που δεν θα γράψουν καταδικαστικά ως προς τον βομβαρδισμό κείμενα, ενδεχομένως εκφράζοντας το θυμό της για τη στάση των Γάλλων κατά την Κρητική Επανάσταση.1
Ενας, ακόμη, λόγος επιλογής της συγκεκριμένης εφημερίδας αποτελεί το γεγονός ότι κυκλοφορεί καθημερινά (ούσα ημί-κυβερνητική) και δείχνει να έχει υψηλή αναγνωσιμότητα. Το (κυρίως) τεκμήριο που θα παραθέσουμε κυκλοφόρησε την πρώτη του Ιουνίου 1871, δηλαδή τρεις μέρες μετά την πτώση της Παρισινής Κομμούνας και το πέρας της αιματηρής εβδομάδας (21η – 28η Μαϊου).
Όλα τα περιτρίμματα του γνωστού κόσμου, δολοφόνοι, μητραλοίαι και πατραλοίαι, επίορκοι, κλέπται, χρεωκόποι, άνδρες μεστοί πάσης κακίας και μοχθηρίας, μηδεμίαν έχοντες θρησκείαν, αυτοί οι άνθρωποι ανέλαβον τον αγώνα να καταστήσωσι εν Παρισίοις την ελευθερίαν, εν τω ονόματι της οποίας διέπραξαν τοιαύτα κακουργήματα. Ας ευχαριστήση πας χρηστός πολίτης τον Θεόν δια την απαλλαγήν της Ευρώπης από των τεράτων εκείνων, ων τας αρχάς πρόθυμοι ήσαν να ασπασθώσι και αλλαχού όμοιοι και ομόφρονες προς αυτούς, και ας ευχηθώσι όπως μη ακουσθή μηδαμού μηδέποτε πλέον εις αιώνα τον άπαντα μηδέ το όνομα των Παρισίων. (Παλλιγγενεσία, αρ. 2190 / 1-6-1871).
Το ανάθεμα του αρθρογράφου δεν πρέπει να μας εκπλήσσει. Όπως τονίστηκε, η εν λόγω εφημερίδα διατηρεί πολιτικούς δεσμούς με την κυβέρνηση Κουμουνδούρου, συνεπώς η στάση της δεν θα μπορούσε να είναι θετική απέναντι σε κάτι που δείχνει ευθύς εξ αρχής να θίγει το status quo. Σε μια περίοδο που η Ελλάδα, αφενός, επιθυμεί να συγκροτήσει κράτος, και αφετέρου, έρχεται αντιμέτωπη με την αποφασιστική εμφάνιση της εργατικής τάξης στο ιστορικό προσκήνιο, οι λέξεις «σοσιαλιστική επανάσταση», δεν μπορούν παρά να έχουν μία αρνητική συνδήλωση. Η ανάλυση του άνωθεν λόγου δείχνει μία προσπάθεια εγκληματοποίησης των κομμουνάρων, μέσα από χαρακτηρισμούς, όπως «δολοφόνοι» και «κλέπται». Ιδίως, όμως, χαρακτηριστικές είναι οι αναφορές σε ζητήματα θρησκείας και θρησκευτικότητας. Αυτές οι αναφορές, μιας και γίνονται μετά τη πτώση της Κομμούνας, βασίζονται στα μέτρα που πήρε η τελευταία σχετικά με το χωρισμό της Εκκλησίας από το Κράτος και την απαλλοτρίωση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Πιο συγκεκριμένα, διακρίνουμε την προσπάθεια απόδοσης μίας χαρακτηροδομής τύπου homo criminalis στους γάλλους επαναστάτες, αγνοώντας κάθε έννοια χειραφέτησης στα έργα τους.
Τα γεγονότα του Μαρτίου
Ένα κεντρικό στοιχείο της Κομμούνας ήταν η ανωνυμία των πρωταγωνιστών της, στοιχείο που προκάλεσε ιδιαίτερη ανησυχία στο διεθνή τύπο, με αποτέλεσμα να γεννώνται διαρκώς ιστορίες-τέρατα για τον χαρακτήρα της. Σε πρώτο επίπεδο, η ανησυχία της «Παλιγγενεσίας» είναι εμφανής: «Η κυβέρνησις του κ. Θιέρσου και η εν Βερσαλία εθνοσυνεύλεσις κατατρίβουσιν εν τούτοις τον χρόνο εις ανωφελείς συζητήσεις και παιδαριώδη ρητορεύματα». Δέκα ημέρες ύστερα, στις 28 του Μαρτίου, την ημέρα ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων των εκλογών που πραγματοποίησε το κεντρικό κομιτάτο, η θέση της «Παλιγγενεσίας» είναι ομοίως σαφής, με το να αντιμετωπίζει με επικριτική διάθεση τον σοσιαλιστικό χαρακτήτα μίας «αντάρτικης» κυβέρνησης, και πιο συγκεκριμένα την ύπαρξη ενός «κράτους εν κράτει»:
Οι θερμοκέφαλοι εν Παρισίοις σοσιαλισταί έθηκαν ως κανόνα ότι αι μειοψηφίαι είναι υπέρτεραι των πλειονοψηφιών και ότι η αριθμητική δύναμις είναι αυτόχρημα μηδενικόν απέναντι της θρασύτητος και της τολμηρίας των ολιγάριθμων ομάδων. Έχει λοιπόν σήμερα η δυστυχής Γαλλία δύο κυβερνήσεις, την μεν σοσιαλιστική, εν Παρισίοις, την δε συντηρητική, εν Βερσαλλία. Ίσως αύριον ιδρυθή και αλλαχού, εν Λυών ή εν Τουλούση τρίτη κυβέρνησις και τετάρτη, διότι το πρόγραμμα των δημοκρατικών επιτείνεται και επεκτείνεται οσημέραι, και ενώ χθές ώμνυον εις την μία και αδιαίρετον δημοκρατίαν, συζητούσιν σήμερον μήπως της μίας ταύτης και αδιαιρέτου δημοκρατίας αιρετώτερον είναι το πολίτευμα της δημοτικής ομοσπονδίας. (Παλιγγενεσία, αρ. 2146 / 27-3-1871).
Φυσικά, η εικόνα μίας μειοψηφικής κυβέρνησης είναι προϊόν της μεροληπτικής επιχειρηματολογίας της κυβέρνησης των Βερσαλλιών, η οποία, ευθύς εξ αρχής, αντιμετωπίζει τους κομμουνάρους ως κίνδυνο που πρέπει να αποσοβηθεί.
Τα γεγονότα του Απριλίου
Ενώ ο ελληνικός Τύπος παρακολουθεί εξαιρετικά στενά τις εξελίξεις στην Γαλλία το πρώτο δεκαπενθήμερο του εμφυλίου πολέμου, η επαφή αυτή χάνεται τον Απρίλιο. Γεγονός, ωστόσο, αποτελεί η κορύφωση της κυβερνητικής προπαγάνδας και η ταυτόχρονη παύση της κυκλοφορίας εφημερίδων του Παρισιού, προπαγάνδα η οποία μεταφέρεται από τους Έλληνες ανταποκριτές στη Γαλλία. Όπως ειπώθηκε και παραπάνω, το διάταγμα της Κομμούνας για το χωρισμό κράτους και εκκλησίας προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στην ελληνική δημοσιογραφία, με την «Παλιγγενεσία» να συμπεραίνει ότι «η κάθειρξις του αρχιεπισκόπου των Παρισίων υπήρξε το σύνθημα γενικής κατά του εν Παρισίοις κλήρου καταδρομής» (Παλιγγενεσία, αρ.1285 / 15-4-1871).
Τα γεγονότα του Μαϊου
Τον Μάιο είναι παραπάνω από προφανής η κορύφωση του εμφυλίου πολέμου στην Γαλλία, με την «Παλιγγενεσία» να γράφει ότι:
Προς την Γαλλίαν τώρα πολεμεί ουχί η πόλις των Παρισίων, αλλά σμήνος τι όρνεων αρπακτικών, ομάς αγρίων θηρίων απανταχόθεν της υφηλίου επιδραμόντων ίνα επιπέσωσι κατά της μεγάλης πόλεως. Ας ακούση τις τα ονόματα των, ίνα συνειδή ότι είναι ου μόνον αλλότρια, αλλά αλλόκοτα, εις ουδέν έθνος, εις ουδεμίαν γλώσσαν ανήκοντα. Κινδυνεύει τις να πιστεύση ότι ηνεώχθησαν αι πύλαι και τα σιδηρά κλείθρα του Jardin des Plantes και εξήμεσαν εις τας οδούς τα εν αυτώ καθειργμένα θηρία. (Παλιγγενεσία, αρ. 2169 / 1-5-1871)
Η Παρισινή Κομμούνα αριθμεί σχεδόν 40 ημέρες ζωής και οι αθηναϊκές εφημερίδες επιμένουν σε κάθε ευκαιρία να δηλώνουν ότι η Γαλλία, ήτοι η κυβέρνηση των Βερσαλλιών, δεν έχει να κάνει με μία επαναστατημένη πόλη, αλλά με μία συμμορία του κοινού εγκλήματος. Είναι έκδηλη η προσπάθεια να μην αναγνωρισθεί σπιθαμή χειραφετητικού χαρακτήρα στα έργα των κομμουνάρων, οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως «όρνεα» ή «άγρια θηρία». Χαρακτηριστικό της στάσης των ελληνικών εφημερίδων (και δη των αθηναϊκών) είναι το γεγονός, ότι παρά το ότι τα δημοσιεύματα κινούνται στην προπαγανδιστική γραμμή της κυβέρνησης του Θιέρσου, από τον Μάϊο και ύστερα οι τοποθετήσεις είναι καθαρά ελληνικές, διανθισμένες από εκτενείς σχολιασμούς. Προς επίρρωση αυτού:
Εν Παρισίοις δεσπόζουσιν έτι τα καθάρματα της γαλλικής κοινωνίας και ο σύγκλυς όχλος όστις συνέρρευσεν εις Παρισίους εκ πολλών μερών της Ευρώπης. Όλοι οι φυγόπονοι, οι πολλάκις καταδικασθέντες δι’ εγκλήματα και όσοι ζώσιν δια της αρπαγής και του φόνου αποτελούσιν ως επί το πλείστον την κυρίαν δύναμιν του δήμου των Παρισίων. (Παλιγγενεσία, αρ. 2174 / 10-5-1871).
Για την «Παλιγγενεσία» (και φυσικά όχι μόνο) οι επαναστάτες είναι όντα αμφιβόλου γλώσσας, θρησκείας και καταγωγής, γεγονός που τους καθιστά αυτομάτως ξένους, εχθρούς. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η συγγραφική πένα των αρθρογράφων της «Παλιγγενεσίας» είναι πράγματι αξιοζήλευτη: «Οι επαναστάτες είναι αλλοδαπά και επιληπτικά μορμολύκεια της Αποκαλύψεως, φυγόδικοι και ανέστιοι και οι πράξεις τους έργα Βανδάλων» (Παλιγγενεσία αρ. 2169/1/5/1871, και Παλιγγενεσία αρ. 2180/18-5-1871). Η έννοια του έθνους εκείνη, ειδικά, τη χρονική στιγμή αποκτά χαρακτήρα οιωνεί ιερό:
Ο κοσμοπολιτισμός εδολόφονησε τη φιλοπατρίαν, εξαλήφεται οσημέραι εκ της καρδίας της Γαλλίας η ιδέα της πατρίδος και της εθνικότητας, ίνα υποχωρήση τον τόπον εις γενικάς ιδέας, ούτε όνομα εχουσών, ούτε σημαίαν, ούτε άλλο χρώμα ή το του αίματος (Παλιγγενεσία, αρ.2169 / 1-5-1871)
Αφενός, η ανωνυμία μεγάλου μέρους των κομμουνάρων, και αφετέρου η αμφισβήτηση της βάσης της σύγχρονης κοινωνίας, δηλαδή της ιδιοκτησίας, δείχνει να μην μένει ατιμώρητη από την εν λόγω εφημερίδα. Η τελευταία προβαίνει σε, τουλάχιστον, χυδαίους χαρακτηρισμούς, αποκαλύπτοντας την αντιμετώπιση που είχε η Κομμούνα από τον αθηναϊκό τύπο της εποχής, και, φυσικά, από το σύνολο των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους.
Κλείνοντας, οφείλουμε να υπογραμμίσουμε το γεγονός ότι ο 19ος αιώνας για την Ελλάδα ήταν, από τη μια πλευρά, μια περίοδος εμμονικής απόκτησης εθνικής ταυτότητας, μέσα από τη διαμόρφωση έθνους κράτους, και από την άλλη, ύστερα από κάποιο σημείο, ανάπτυξης καπιταλιστικών παραγωγικών σχέσεων. Φαινομενικά, μια εργατική εξέγερση σε μία μακρυνή χώρα δεν θα έπρεπε να τρομάζει τους εδώ κρατούντες. Ωστόσο, επειδή επρόκειτο για μια ασταθή περίοδο τομών εντός του Ελληνικού Βασιλείου, όπως είναι η εμφάνιση του βιομηχανικού προλεταριάτου, αλλά και εν γένει κοινωνικών αναταραχών, η αντιμετώπιση που παρακολουθήσαμε υποδηλώνει, πριν από όλα, το φόβο και το μίσος απέναντι σε κάτι που θίγει μία ιδέα που έπρεπε πάση θυσία να λάβει σάρκα και οστά, ήτοι την ιδέα του νεωτερικού κράτους.
Σημείωση:
1. Η γαλλική εξωτερική πολιτική, αρχικώς φιλικά διακείμενη προς την αυτονόμηση του ελληνικού κράτους, υπαναχώρησε σε μία στάση μη-επέμβασης, δεδομένου ότι οι Γάλλοι δεν ενδιαφέρονταν τόσο για την επιτυχία της Κρητικής Επανάστασης όσο για τη σύσφιξη ενός γαλλορωσικού άξονα, που θα τους απέβαινε χρήσιμη σε περίπτωση γαλλοπρωσικού πολέμου. Παραπέμπω στο σημαντικό πόνημα του Dakin Douglas, Η ενοποίηση της Ελλάδας 1770-1923. ΜΙΕΤ. Αθηνα: 2012.