Δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστη η στάση των Πρασίνων, που έχουν εξελιχθεί οι πιο φανατικοί του πολέμου. Το εξώφυλλο του τελευταίου Der Spiegel τους παρουσίασε ντυμένους με στολές παραλλαγής και κράνη, χαρακτηρίζοντάς τους «φαιοπράσινους».

 

 

 

 

O πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται πια για 75 ημέρες, χωρίς να διαφαίνεται πλέον στον ορίζοντα κάποια άμεση προοπτική τερματισμού του. Όλοι περιμένουν αν και τι θα ανακοινώσει ο Βλαντίμιρ Πούτιν στις 9 Μαΐου, ημέρα εορτασμού της νίκης στο Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο, όπου εκτός από την παρέλαση στην Κόκκινη Πλατεία, τα φώτα θα πέσουν και στην Μαριούπολη, η οποία φαίνεται ότι θα βρίσκεται μέχρι τότε απολύτως υπό τον έλεγχο της Μόσχας. Μια παρέλαση δίπλα στα ερείπια θα μοιάζει με τον απόλυτο θρίαμβο του κυνισμού και θα αποτελέσει πιθανώς το προοίμιο για μια νέα επιδείνωση της κατάστασης τόσο στο διπλωματικό όσο και στο καθαρά πολεμικό πεδίο.

Κανένα τέλος δεν διαφαίνεται και για τον οικονομικό πόλεμο, ο οποίος πλέον έχει επεκταθεί ουσιαστικά σε ολόκληρο τον πλανήτη, αλλά το κέντρο βάρος του μετατοπίζεται ολοένα και περισσότερο στην Ευρώπη. Η απόφαση για σταδιακό εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο μέσα στο επόμενο εξάμηνο δείχνει ότι όλοι είναι πεπεισμένοι πλέον πως έχουν μπροστά τους μια σύγκρουση, που δεν θα τελειώσει σύντομα.

Η απόφαση αυτή πάντως δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα κρατήσει αραγές το μέτωπο των Ευρωπαίων, όπως δείχνουν οι αντιδράσεις χωρών που ζητούν την εξαίρεσή τους ή ακόμα και των ελλήνων εφοπλιστών, που δεν μοιάζουν διατεθειμένοι να αποδεχτούν αδιαμαρτύρητα την απόφαση για διακοπή της μεταφοράς πετρελαίου με τα τάνκερ τους.

Είναι πλέον οφθαλμοφανές ότι η ηγεσία της ΕΕ έχει αποδεχτεί τη λογική της Ουάσιγκτον για μια αντιπαράθεση μέχρι τελικής πτώσης του Πούτιν. Οι φωνές που καλούν για διαφοροποίηση από αυτή την πολιτική, υπενθυμίζοντας ότι η Ρωσία θα είναι και αύριο ένας γείτονας της ΕΕ, είναι λιγοστές και χάνονται μέσα στη φασαρία που έχει δημιουργήσει η υιοθέτηση ενός ολοκληρωτικά πολεμικού κλίματος. Ωστόσο, μπορεί ο πόλεμος να λειτουργεί ως ένα βαθμό συγκολλητικά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχει απόλυτη ομοφωνία σε όλα τα ζητήματα αλλά και ένα σχέδιο για το πώς θα προχωρήσει η ΕΕ στο μέλλον. Η επαναφορά των συζητήσεων για την κατάργηση της αρχής της ομοφωνίας, είναι μόνο μια μικρή πρόγευση για το τι αναμένεται να ακολουθήσει τα επόμενα χρόνια στη θεσμική Ευρώπη, που ουσιαστικά ψάχνει ένα καινούριο προσανατολισμό. Το ίδιο ισχύει βεβαίως και για μεμονωμένες εθνικές κυβερνήσεις, που διατηρούσαν στενές οικονομικές σχέσεις με τη Ρωσία.

 

Θα «ρίξει» η Ουκρανία κυβερνήσεις;

 

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του «μπερδέματος» είναι αυτό που συμβαίνει στην Γερμανία. Ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι οι πρώτοι μήνες της θητείας του θα είναι μια διαρκής άσκηση ισορροπίας σε τεντωμένο σκοινί. Στην ομιλία του για την Πρωτομαγιά χρειάστηκε να υψώσει τον τόνο της φωνής του σε ασυνήθιστα υψηλά επίπεδα, αφού τα λόγια του υπέρ της παροχής βαρέως οπλισμού στην Ουκρανία καλύπτονταν άλλοτε από τα χειροκροτήματα των υποστηρικτών αυτής της θέσης και άλλοτε από τα σφυρίγματα όσων διαφωνούν μαζί της.

Ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος ενέδωσε ουσιαστικά στην έντονη πίεση που του ασκήθηκε εδώ και εβδομάδες για μεγαλύτερη στρατιωτική υποστήριξη στην Ουκρανία, τόσο από συγκεκριμένα ΜΜΕ και την αντιπολίτευση, όσο όμως και από τους εταίρους του στην κυβέρνηση. Εδώ δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστη η στάση των Πρασίνων, που έχουν εξελιχθεί οι πιο φανατικοί του πολέμου, ξεπερνώντας ακόμα και σκληροπυρηνικούς Χριστιανοδημοκράτες. Δεν είναι τυχαίο ότι το περιοδικό Der Spiegel επέλεξε να τους παρουσιάσει στο πρόσφατο εξώφυλλό του, ντυμένους με στολές παραλλαγής και κράνη και να τους χαρακτηρίσει «φαιοπράσινους».

Πολλά παλιά στελέχη τους αισθάνονται πλέον προδομένα από την ηγεσία ενός κόμματος που είχε συνδέσει την ιστορία του με το φιλειρηνικό κίνημα. Όσα τολμούν να αρθρώσουν επιφυλάξεις για αυτή την πολιτική βρίσκονται αντιμέτωπα με μια «αστυνομία λόγου» που τους απαξιώνει ή τους δαιμονοποιεί. Ωστόσο αν θυμηθεί κανείς την στάση των «ρεαλιστών» Πρασίνων επί εποχής Γιόσκα Φίσερ, όταν ήταν και πάλι στην κυβέρνηση στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, δεν μπορεί να πέσει από τα σύννεφα. Η μετάλλαξη του κόμματος αυτού σε καθαρά συστημικό έχει συντελεστεί προ πολλού. Αλλιώς δεν θα είχαν φτάσει να μετέχουν σε μια κυβέρνηση.

 

Ο ανεκδιήγητος ουκρανός πρέσβης

 

Ο Όλαφ Σολτς πάντως παρά τις προσπάθειές του να «καλοπιάσει» την Ουάσιγκτον και το Κίεβο βρέθηκε και πάλι στο στόχαστρο, όταν δήλωσε ότι δεν πρόκειται να επισκεφθεί την ουκρανική πρωτεύουσα σύντομα, μετά την προσβολή απέναντι στον πρόεδρο της χώρας Φρανκ Βάλτερ Στάινμαϊερ που είχε χαρακτηριστεί «ανεπιθύμητος» από την ουκρανική πλευρά. Αυτό ήταν αρκετό για να προκαλέσει και πάλι την ουσιαστικά προσβλητική παρέμβαση του Ουκρανού πρέσβη στο Βερολίνο Αντρέι Μέλνικ, ο οποίος ειρωνεύτηκε τον καγκελάριο, που το παίζει «θιγμένος».

Η ουκρανική ηγεσία αισθανόμενη «ισχυρή» από την απόλυτη στήριξη των ΗΠΑ δεν έδειξε καμιά διάθεση να αποκλιμακώσει την διπλωματική αντιπαράθεση με το Βερολίνο. Δεν έδειξε καν να εκτιμά το γεγονός ότι και ο Σολτς μετά τους ηγέτες των ΗΠΑ και της Βρετανίας, προσπάθησε (ανεπιτυχώς βεβαίως) να πείσει τον πρωθυπουργό της Ινδίας Ναρέντρα Μόντι, ο οποίος τον επισκέφτηκε αυτή την εβδομάδα, να αλλάξει τη στάση του απέναντι στη Μόσχα και να συμμορφωθεί και αυτός με τη λογική των σκληρών κυρώσεων κατά του Ρώσου εισβολέα.

Το φαιδρό της υπόθεσης είναι ότι η Πράσινη ΥΠΕΞ Ανναλένα Μπέρμποκ, δείχνει να μην ενοχλείται από όλα αυτά και σχεδιάζει να επισκεφθεί το Κίεβο, δείχνοντας την έλλειψη κοινής προσέγγισης εντός της κυβέρνησης. Και σαν να μην έφτανε το χάος εντός της κυβέρνησης, ήρθε και ο ηγέτης της Χριστιανοδημοκρατικής αντιπολίτευσης Φρίντριχ Μερτς να εκμεταλλευθεί πολιτικά το ζήτημα, επισκεπτόμενος πάραυτα την ουκρανική πρωτεύουσα, για να δείξει την υποστήριξή του προς το καθεστώς Ζελένσκι, αλλά και το πόσο πιο θαρραλέος είναι ο ίδιος.

Είναι πλέον σαφές ότι το «ουκρανικό» αποκτά και εσωπολιτικές διαστάσεις με άγνωστες τις επόμενες εξελίξεις. Η κυβέρνηση δοκιμάζεται σε ό,τι αφορά τη συνοχή της, η χριστιανοδημοκρατική αντιπολίτευση βλέπει μια ευκαιρία να ανακτήσει χαμένο έδαφος. Στο ίδιο μοτίβο κινούνται και κάποια στελέχη της σπαρασσόμενης από εσωτερικές κόντρες και διαφωνίες Αριστεράς, που σπεύδουν να εμφανιστούν ως αλληλέγγυοι της Ουκρανίας για να μην χρεωθούν την στάμπα «φίλοι του Πούτιν». Όλες αυτές οι «μετακινήσεις» πάντως ευνοούν θεωρήματα, που είδαμε με άλλες αφορμές και σε άλλες χώρες για το αποκαλούμενο «τέλος της κλασσικής αντιπαράθεσης Αριστεράς-Δεξιάς» και τη διαίρεση της κοινωνίας με άλλα πιο «μοντέρνα» κριτήρια. Η ίδια η γερμανική Αριστερά πάντως δεν είναι άμοιρη ευθυνών για την εξέλιξη αυτή, αφού δεν μπόρεσε να επηρεάσει το αντιπολεμικό κίνημα που αναπτύχθηκε στη χώρα περιορισμένο όμως απλώς στην συμπάθεια προς την Ουκρανία, χωρίς καμιά εμβάθυνση στις πραγματικές αιτίες του πολέμου και τις ευθύνες της Δύσης για το νέο διχασμό του πλανήτη σε δύο μεγάλα στρατόπεδα, που και τα δύο χρησιμοποιούν την ειρήνη και την ασφάλεια περισσότερο ως άλλοθι για τις δικές του γεωπολιτικές επιδιώξεις.

 

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet