Η χρονιά που αφήσαμε πίσω μας ήταν ένα επετειακό ορόσημο για τα 700 χρόνια από τον θάνατο του μεγάλου ποιητή (Φλωρεντία 1265 - Ραβένα 1321). Ένα γεγονός που είχε απασχολήσει τη στήλη και τον περασμένο Ιούλιο με αφορμή το δοκίμιο «Τί σήμαινε γι’ αυτούς ο Δάντης - Το βουερό μελίσσι της Θείας Κωμωδίας» (Διονύσης Καψάλης, Άγρα).
Παρατηρούσα τότε πως ο εορτασμός της επετείου των 700 χρόνων από τον θάνατο του Δάντη θα μπορούσε να αποτελέσει ευκαιρία επαναπροσέγγισης. Είχα, όμως, την εντύπωση πως η επέτειος του θανάτου δεν είχε απασχολήσει τα ελληνικά γράμματα τόσο ζωηρά όσο την είχε απασχολήσει το 1965 η επέτειος των 700 χρόνων από τη γέννησή του ποιητή, όταν και δημοσιεύτηκαν εκτενή αφιερώματα σε περιοδικά όπως οι «Εποχές», η «Νέα Εστία» και η «Επιθεώρηση Τέχνης».
Αναρωτιόμουν, κάπως πρώιμα όπως αποδείχθηκε, αν το εντονότερο ενδιαφέρον για τον Δάντη το 1965 –με την επέτειο των γενεθλίων του– μπορούσε να ερμηνευθεί ως «άλλη μια νίκη της ζωής επί του θανάτου; Άλλο ένα σύμπτωμα πνευματικής καθίζησης; Ή ως επακόλουθο τακτικής υποχώρησης της έμμετρης ποίησης». Ψευδοερωτήματα που ξεπεράστηκαν.
Μερικούς μήνες μετά κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Sestina το «33 στροφών», ένα νέο περιοδικό αποκλειστικά για τον Δάντη. Όπως μας πληροφορεί η περιγραφή του περιοδικού στον υπότιτλο πρόκειται για ένα «περιοδικό εγχείρημα ανάγνωσης του Δάντη», που μετρά ήδη από τον Δεκέμβριο του 2021 έως σήμερα πέντε τεύχη (το πιο πρόσφατο, μάλιστα, αυτό του Μαρτίου-Απριλίου είναι διπλό).
Στη συντακτική ομάδα του περιοδικού συναντάμε τους Αλέξανδρο Δασκαλάκη, Γιώργο Κοροπούλη, Ευαγγελία Κουλιζάκη και τον εικαστικό Κύριλλο Σαρρή σε μια άσκηση ολιστικής και ανοιχτής προσέγγισης των έργων του Δάντη, αλλά και των κειμένων γύρω από τον Δάντη. Το περιοδικό από το πρώτο τεύχος παρουσιάζει μια τμηματική προδημοσίευση της εν εξελίξει μετάφρασης της Θείας Κωμωδίας από τον ποιητή Γιώργο Κοροπούλη.
Βαθύς γνώστης του Δάντη, ο Κοροπούλης σημειώνει –και είναι σημαντικό να το τονίσουμε– πως μεταφράζει σε ενδεκασύλλαβο δοκιμάζοντας να πλησιάσει, όπως συνετά λέει ο ίδιος, «όσο γίνεται», την άψογη δαντική τερτσίνα. Η μεταφραστική εργασία προχωρά κι ως τώρα έχουν προδημοσιευθεί άσματα από το «Καθαρτήριο» της Θείας Κωμωδίας (τ.1, 2, 3) και ποιήματα από τις Ρίμες του Δάντη (τ.4-5). Η εξοικείωση των αναγνωστών υποστηρίζεται και με σχετικά σχολιαστικά υπομνήματα (τ.1, 2) από τον Σπύρο Καψάλη.
Εμφατική είναι και η εικαστική παρουσία του Κύριλλου Σαρρή σε κάθε τεύχος, ο οποίος παρουσιάζει μέρη, ή αλλιώς ψηφίδες όπως τις ονομάζει, από το έργο «700 απόπειρες μνημονικής ανάκλησης του Δάντη» με αφορμή και θέμα τη νεκρική μάσκα του ποιητή. Ενώ στο συγγενές φιλοσοφικό πεδίο ο Αλέξανδρος Δασκαλάκης στο τεύχος 3 γράφει για «Το Σύμβολο και τη συμβολική μορφή τέχνης στον Χέγκελ», προλειαίνοντας το έδαφος για την άλλη μεγάλη συζήτηση περί φιλοσοφικών συνδέσεων γερμανικού ιδεαλισμού (αλλά και γερμανών ρομαντικών) στο έργο του Δάντη στο τεύχος 4-5. Εκεί ο Δασκαλάκης προλογίζει και μεταφράζει ένα από τα θεμελιώδη κείμενα για το έργο του Δάντη, τη μελέτη «Über Dante in philosophicher beziehung» του 1803 που αποδίδεται στον Σέλινγκ.
Στο ίδιο τεύχος, ο Γιώργος Αποσκίτης μεταφράζει την περίφημη ομιλία «What Dante means to me» που έδωσε ο νομπελίστας ποιητής T. S. Eliot για τον Δάντη το 1950 στο Ιταλικό Ινστιτούτο του Λονδίνου. O Eliot, επιλέγοντας έναν τόνο προσωπικό, μιλά για τις δαντικές επιρροές στο δικό του ποιητικό έργο κι αναγνωρίζει στο πρόσωπο του Ντάντε τον πιο ευρωπαίο ποιητή. Επισημαίνοντας εκ νέου και τα δύο πολύ σημαντικά διδάγματα του έργου του Δάντη που ο ίδιος είχε εντοπίσει. Δεν είναι άλλα από την υψηλή υπηρεσία στη γλώσσα που προσφέρει ο Δάντης και την ευρύτατη συναισθηματική κλίμακα της ολιστικής και γι’ αυτό πρότυπης ποιήσής του.
Περισσότερο θερμός ο Δάντης στις περίφημες Rime Petrose θα υμνήσει τον ανεκπλήρωτο έρωτά του για τη μυστηριώδη φιγούρα της ψυχρής κι ασυγκίνητης Donna Petra. Το έργο αυτό που ιστορεί το φλογερό του πάθος για την Πέτρινη Κυρία είναι και το σημείο εστίασης του λογοτεχνικού δοκιμίου της Ευαγγελίας Κουλιζάκη υπό τον τίτλο «L’ Antica Fiamma» για τις μεσαιωνικές δέσποινες και τη μυθολογία του fin’amor που βρίσκουμε επίσης στο διπλό τεύχος 4-5.
Ο Δημήτρης Αρμάος, στη μνήμη του οποίου οι συντελεστές των 33 στροφών αφιερώνουν το εγχείρημά τους, σε μια συγκριτική μελέτη του που μπορεί κανείς να αναζητήσει ελεύθερα στο διαδίκτυο για τις ελληνικές μεταφράσεις της Θείας Κωμωδίας έγραφε πως «η συμβολή των Ελλήνων μεταφραστών στη διάδοση του Δάντη δεν κατάφερε ακόμη ν' ανταποκριθεί σε κανέναν από τους δυο στόχους της πλατιάς πρόσληψης: ούτε να δώσει, δηλαδή, μια πανθομολογούμενα ωραία ποιητική απόδοση του συνόλου ούτε να προμηθεύσει το κοινό με κάποια κατατοπιστική έκδοση».
Η κίνηση των 33 στροφών προς αυτή την κατεύθυνση μοιάζει να κοιτά, έχοντας δώσει ικανά τεκμήρια προσήλωσης και ωφέλειας στη γνωριμία μας με τον Δάντη. Η ύλη του περιοδικού, απαιτητική αλλά δελεαστικότατη, ανταμείβει τόσο τους νεοφώτιστους όσο και τους μυημένους. Ειδοποιεί, μάλιστα, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά για παράλληλες με το περιοδικό εργασίες που θα συγκροτούν ένα δίκτυο δράσεων περί Δάντη.
Η σύρτις αποσύρεται μ’ ένα ανάγλυφο απόσπασμα αμείωτου ενδιαφέροντος για τη θνητή μας φύση από το Καθαρτήριο (β’ μέρος) της Θείας Κωμωδίας (μτφρ. Κοροπούλης). Ο Δάντης με οδηγό τον δάσκαλό του Βιργίλιο έχει αφήσει πίσω του την Κόλαση (α’ μέρος) και συνεχίζει την ανάβασή του στο όρος του καθαρμού, όπου οι ψυχές αγωνίζονται να εξαγνιστούν ώστε να περάσουν στον Παράδεισο (γ’ μέρος).
Εδώ στο canto 5, στο προ-Καθαρτήριο, ο ποιητής συναντά τις ψυχές εκείνων που πέθαναν από βίαιο θάνατο, αλλά με την τελευταία τους πνοή πρόλαβαν να μετανοήσουν με τη νοσταλγία του φυσικού τους σώματος, όμως, ακόμη ισχυρή:
Κι ενώ τους ίσκιους τούτους είχα αφήσει
και στου οδηγού μου πήγαινα τα βήματα,
κάποιος πίσω μου δείχνοντας φωνάζει:
«Δείτε στ’ αριστερά του, εκεί, το χώμα:
δεν το φωτίζει ο ήλιος! Τούτος μοιάζει
εδώ να φέρνει ζωντανού το σώμα!»