Η Ακρόπολη είναι ένα μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς και, σύμφωνα με τη Σύμβαση της Παγκόσμιας Κληρονομιάς, έχουν θεσπιστεί μηχανισμοί παρακολούθησης και ελέγχου των έργων των εγγεγραμμένων μνημείων, προκειμένου να διασφαλίζεται η αξιοπιστία τους, τα μέτρα προστασίας και η προβολή τους. Η απόφαση της UNESCO να στείλει ειδικό κλιμάκιο στην Αθήνα αποκαλύπτει πιθανώς ότι το Κέντρο Παγκόσμιας Κληρονομιάς (World Heritage Centre – WHC), που είναι ο συντονιστής της UNESCO για όλα τα θέματα που σχετίζονται με την παγκόσμια κληρονομιά των εγγεγραμμένων μνημείων, δεν είχε ενημερωθεί για τα έργα που συντελέστηκαν. Το υπουργείο Πολιτισμού, ωστόσο, υποστηρίζει ότι είχε προηγηθεί πρόσκληση, όμως σχετική αλληλογραφία και πιο συγκεκριμένες απαντήσεις δεν έχουν δοθεί στη δημοσιότητα. Εύλογα αναρωτιέται κανείς γιατί σε μία διαδικασία που αφορά σε αυτό το μνημείο και σε παρεμβάσεις που διενεργούνται, όπως τα έργα των διαστρώσεων, δεν υπάρχει διαφάνεια στην ενημέρωσή μας. Αναμένω με αγωνία μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες τη γνωμάτευση – έκθεση του κλιμακίου σχετικά με τα πρόσφατα έργα που διενεργήθηκαν στην Ακρόπολη και προκάλεσαν μεγάλες ανησυχίες και αντιδράσεις.
Λείπει μία ολιστική προσέγγιση για τον χώρο του πολιτισμού και φυσικά μία μουσειακή πολιτική, η οποία χρειάζεται να επαναπροσδιορίζει τον ρόλο του μουσείου στον δημόσιο χώρο, όπως και στην κοινωνία, κι όχι να στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στην αύξηση των εσόδων από τους επισκέπτες. Η έννοια του πολιτισμού στην πιο ευρεία της έκφανση συνίσταται απ’ όλα εκείνα τα επιμέρους στοιχεία που βοηθούν στην καλυτέρευση της καθημερινής ζωής του ανθρώπου. Τα στοιχεία αυτά του παρελθόντος που αποτελούν αφετηρία για την πορεία ενός λαού διαδίδονται μέσα στον χρόνο και διατηρούνται ως πολιτισμικά κειμήλια τόσο μέσα στη συνείδηση του ανθρώπου, όσο και εμπράκτως μέσω της διαφύλαξης του υλικού πολιτισμού. Και εδώ εντοπίζουμε και τον μεγάλο ρόλο των μουσείων. Το μουσείο του σήμερα έχει άμεση σχέση με τη δομή και την εξέλιξη της κοινωνίας, την οποία επηρεάζει με τρόπο άμεσο και καθοριστικό. Για να το κατανοήσουμε πλήρως αυτό το γεγονός, αρκεί να ανατρέξουμε στον ορισμό για την έννοια του μουσείου που δίνει το Διεθνές Συμβούλιο για τα Μουσεία (ICOM: International Council of Museums) ως ένα «μη κερδοσκοπικό, μόνιμο ίδρυμα στην υπηρεσία της κοινωνίας και της εξέλιξής της, ανοιχτό στο κοινό, το οποίο αποκτά, διατηρεί, ερευνά, επικοινωνεί και εκθέτει την απτή και άυλη κληρονομιά της ανθρωπότητας και του περιβάλλοντός της για λόγους εκπαίδευσης, μελέτης και διασκέδασης». Από τον παραπάνω ορισμό προκύπτει εύλογα το συμπέρασμα ότι στον πυρήνα της σύστασης του σύγχρονου μουσείου βρίσκεται ο ίδιος ο άνθρωπος και κατ’ επέκταση η πολιτιστική του κληρονομιά.
Εν όψει και της Διεθνούς Ημέρας Μουσείων, που είναι η 18η Μαΐου, θέλω να πω πως πρέπει να στηρίξουμε τα μουσεία μας, γιατί είναι ο απαραίτητος κρίκος που γεφυρώνει την ταυτότητά μας διαχρονικά και μας συνδέει με το μέλλον μας. Ιδιαίτερα σε μια εποχή όπου βιώνουμε συνεχείς και γρήγορες αλλαγές και όπου όλα τείνουν προς τον ψηφιακό κόσμο, ο οποίος πάσχει μνήμης, επαναλαμβάνω πως χρειάζεται μια συνολική εθνική στρατηγική για τα μουσεία, με τρόπο που να εμπλέκει περισσότερο την κοινωνία, ολιστικά, συμπεριληπτικά και βιώσιμα και να κρατά ζωντανή την κληρονομιά μας ως δίδαγμα, παρακαταθήκη και μνήμη, ώστε να λειτουργούν ως πυρήνες και εργαστήρια για το μέλλον, αγκαλιάζοντας κυρίως τους νέους. Το θέμα της μνήμης και το θέμα της μεταλαμπάδευσης της κληρονομιάς και των αξιών στους νέους είναι πάρα πολύ σημαντικό και το υπογραμμίζω. Για να έχουμε μέλλον οφείλουμε να τιμούμε το παρελθόν, μέσα από γέφυρες που χτίζουμε στο παρόν.