Ανταπόκριση από το Τελ Αβίβ
Για κάποιον τρίτο που το βιώνει εκ των έσω, χωρίς οπαδική διάθεση ή εκδικητικότητα, αλλά μόνο με γνώμoνα την αδήριτη ανάγκη για ειρήνη και συνύπαρξη, πρόκειται πολύ ξεκάθαρα για ένα ανατριχιαστικό μοτίβο, το οποίο επαναλαμβάνεται μία με δύο φορές τον χρόνο. Τόσο ώστε να μην μπορείς να το αγνοήσεις ή να το ξεχάσεις, αλλά και τόσο ώστε να μπορείς να το συνηθίσεις, να το αποδεχθείς και να ζήσεις μ’ αυτό.
Πρωταγωνιστές στη φρίκη είναι άνθρωποι κι από τις δύο κοινότητες, οι οποίοι έχουν χάσει προ πολλού κάθε ελπίδα και, καθοδηγούμενοι από φανατικούς που εξυπηρετούν τα πολιτικά και οικονομικά τους συμφέροντα, τροφοδοτούν αδιάκοπα τη φωτιά του μίσους με εκατέρωθεν δολοφονικές επιθέσεις. Δυστυχέστατα, όλοι οι μακάβριοι πρωταγωνιστές, Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι, έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: στη συντριπτική τους πλειονότητα τα θύματα και οι θύτες, οι κατά περίσταση εκτελεστές και οι δολοφονημένοι, είναι νέα παιδιά γύρω στα 20 τους χρόνια. Το αίμα τους ποτίζει τον βάλτο του Μεσανατολικού εδώ και οκτώ δεκαετίες. Και μετά, οι ηγέτες της μιας πλευράς βαφτίζουν τα νεκρά παιδιά τους «μάρτυρες», και της άλλης «ήρωες», στήνουν μεγαλοπρεπείς κηδείες και μνημεία για «να τους θυμάται ο άρχοντας και να τους προσκυνά».
Η «ρουτίνα» της βίας
Από την πλευρά του Ισραήλ, η ένταση πυροδοτείται σταθερά μέσα από τον εντεινόμενο βίαιο εποικισμό της Δυτικής Όχθης από πάνοπλους ακροδεξιούς, τον διαρκή αποκλεισμό της Γάζας, την καθημερινή αστυνομική και στρατιωτική βία «ρουτίνας» στην Ιερουσαλήμ και τις πόλεις της Δυτικής Οχθης. Από την πλευρά των Παλαιστινίων, η ένταση συντηρείται ευλαβικά με τις ρουκέτες της Χαμάς από τη Γάζα, τις σχεδόν καθημερινές επιθέσεις με μαχαίρια κατά μεμονωμένων Ισραηλινών, αλλά και, το τελευταίο δίμηνο, με ένοπλες επιθέσεις τύπου mass shooting στους δρόμους των πόλεων του Ισραήλ, με δεκάδες νεκρούς.
Το προηγούμενο επεισόδιο-αφορμή ήταν το Ραμαζάνι, που ολοκληρώθηκε πριν από λίγες ημέρες. Το αμέσως επόμενο είναι η «Ημέρα της Ιερουσαλήμ», την ερχόμενη Κυριακή, και η προγραμματισμένη πορεία ισραηλινών ακροδεξιών στον κεντρικό δρόμο της μουσουλμανικής συνοικίας της πόλης. Ακριβώς τα ίδια έγιναν και πέρυσι και πρόπερσι, εντελώς πανομοιότυπα. Τα ίδια ρεπορτάζ στις εφημερίδες, οι ίδιες εικόνες, οι ίδιοι πρωταγωνιστές.
Το ματωμένο γαϊτανάκι
Παράλληλα, η εν ψυχρώ δολοφονία της διακεκριμένης δημοσιογράφου του Al Jazeera, Σιρίν Άμπου Άκλε, έδωσε νέα ώθηση στη βία. Η άτυχη γυναίκα έπεσε νεκρή στην πόλη Τζενίν της Δυτικής Όχθης, κατά τη διάρκεια ανταλλαγής πυρών μεταξύ του ισραηλινού στρατού και ένοπλων Παλαιστινίων, οι οποίοι λίγες μέρες πριν, στο πέμπτο κατά σειρά mass shooting, είχαν δολοφονήσει τέσσερις Ισραηλινούς σε πάρκο της πόλης Ελάντ. Προχθές Πέμπτη, ο ισραηλινός στρατός επιχείρησε σε χωριά της Δυτικής Όχθης και συνέλαβε 13 Παλαιστίνιους, οι οποίοι θεωρούνται ύποπτοι για συμμετοχή στις ένοπλες πολύνεκρες επιθέσεις στις πόλεις του Ισραήλ. Η άμεση αντίδραση των Παλαιστινίων ήταν επιθέσεις με μολότοφ και επεισόδια στην Ιερουσαλήμ, αργά το βράδυ της ίδιας μέρας.
Μία εβδομάδα μετά τη δολοφονία της Άμπου Άκλε, η Χαμάς με τον αέρα στα πανιά της κερδίζει για πρώτη φορά την πλειοψηφία στις φοιτητικές εκλογές του Πανεπιστημίου της Δυτικής Όχθης ενώ, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Al Quds», η ηγεσία της οργάνωσης προετοιμάζει στόλο από πλοιάρια ο οποίος θα επιχειρήσει, μέσα στις επόμενες εβδομάδες, να «σπάσει» τον ναυτικό αποκλεισμό της Γάζας, σε μια ενέργεια διαρκείας σχεδιασμένη πάνω στα πρότυπα του March of Return του 2018. Κι αυτό είναι προφανές ότι θα πυροδοτήσει νέο κύκλο εχθροπραξιών μεταξύ Ισραήλ και Γάζας με ρουκέτες και βομβαρδισμούς, όπως ακριβώς έγινε πριν από έναν χρόνο. Το Ισραήλ, με αυτά τα δεδομένα, ανασυντάσσει τις δυνάμεις του και σχεδιάζει τη στρατηγική του, εκτιμώντας (σύμφωνα με δημοσιεύματα) ότι η κατάσταση αυτή «θα διαρκέσει για μήνες, ίσως και όλο το 2022». Και το ματωμένο γαϊτανάκι συνεχίζεται.
Μια σύγκρουση που δεν επέλεξαν
Υπάρχει ελπίδα; Δυστυχώς δεν υπάρχει. Αν αφήσουμε στην άκρη τους φανατικούς και το παιχνίδι που παίζουν, είναι ελάχιστοι πλέον οι μετριοπαθείς πολίτες από τις δύο κοινότητες, που ελπίζουν ακόμα ότι τα πράγματα μπορεί μια μέρα ν’ αλλάξουν. Κι αυτό είναι το χειρότερο: η παραίτηση και η αποδοχή της κατάστασης ως «κανονικότητα», είναι αυτή που εξαϋλώνει αυτόματα και εν τη γενέσει της κάθε πρωτοβουλία για ειρήνη. Άλλωστε, όλοι οι ενεργοί σήμερα Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι πολίτες, δεν επέλεξαν οι ίδιοι αυτή τη σύγκρουση, εφόσον το 1948 είτε δεν είχαν γεννηθεί είτε ήταν μικρά παιδιά, ενώ ταυτόχρονα αμφότεροι είναι συλλογικά τραυματισμένοι από τη βία μέσα στην οποία μεγάλωσαν, με κάθε οικογένεια να έχει τους δικούς της νεκρούς.
Η πικρή πραγματικότητα είναι ότι οι άνθρωποι που κληρονόμησαν αυτή την «κανονικότητα» από τους παππούδες και τους πατεράδες τους, σήμερα δεν είναι καν σε θέση να φανταστούν τη ζωή τους κάπως διαφορετικά, χωρίς συγκρούσεις, πόλεμο και εκατόμβες νεκρών. Όπως, για να κάνουμε μια αναγωγή στη δική μας «κανονικότητα», κανένας Έλληνας σήμερα δεν θα μπορούσε ούτε να διανοηθεί πως η λύση για να σταματήσουν οι εντάσεις με την Τουρκία είναι να επανενωθούμε σε ένα κράτος, να ξεχάσουμε ως δια μαγείας τις διαφορές μας και να ζήσουμε όλοι μαζί ειρηνικά κι αγαπημένοι, όπως παλιά. Όσο πιθανό είναι να συμβεί κάτι τέτοιο με την Ελλάδα και την Τουρκία, άλλο τόσο πιθανό είναι να συμβεί με το Ισραήλ και την Παλαιστίνη. Καθόλου.