Γιώργος Μήλλας «Το ξύπνημα του Κύκλωπα», εκδόσεις Θεμέλιο, 2012
Διάβασα και πάλι το βιβλίο του Γιώργου Μήλλα, ενός αγαπημένου συντρόφου ο οποίος έχει αφιερώσει όλη τη μακρόχρονη πολιτική του διαδρομή στην ανανεωτική αριστερά. Το βιβλίο του Γ. Μήλλα, «Το ξύπνημα του Κύκλωπα» αναφέρεται στη μεγάλη απεργία των μεταλλωρύχων της Σερίφου, τον Αύγουστο του 1916, που κατέληξε στην αιματηρή καταστολή της, καθώς και στη δράση του ήρωα του βιβλίου, του «Κωνσταντή», προέδρου του συνδικάτου των εργατών, ο οποίος στην πραγματική ζωή ήταν ο αναρχικός συνδικαλιστής Κωνσταντίνος Σπέρας.
Δεν πρόκειται βέβαια για βιβλίο ιστορίας αν και αναφέρεται με συνέπεια στα ιστορικά γεγονότα. Έχει όλες τις αρετές ενός μυθιστορήματος αν και δεν είναι ένα απλό μυθιστόρημα. Πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα το οποίο στην κυριολεξία διαβάζεται μια κι έξω.
Σε μια περίοδο που οι εργατικοί αγώνες και η συμμετοχή στο συνδικαλιστικό κίνημα λοιδορούνται από τους απανταχού θιασώτες των νεοφιλελεύθερων μονοδρόμων ο Μήλλας μας θύμισε, με το δικό του γλαφυρό μυθιστορηματικό τρόπο, τον ηρωισμό, την ανιδιοτέλεια και τη συντροφικότητα των πρώτων χρόνων του εργατικού συνδικαλισμού.
Ο Κωνσταντής του μυθιστορήματος, όπως και ο Κωνσταντίνος Σπέρας, γεννήθηκε στη Σέριφο αλλά πήγε γυμνάσιο στη γαλλική σχολή της Αλεξάνδρειας, στην Αίγυπτο. Έτσι, έμαθε να μιλά γαλλικά και αραβικά. Μετά το σχολείο έπιασε δουλειά σε καπνεργοστάσια. Σύντομα ασχολήθηκε και με το συνδικαλιστικό κίνημα. Υιοθέτησε, μάλιστα, τις ελκτικές τα χρόνια εκείνα αναρχοσυνδικαλιστικές ιδέες και έγινε, σύμφωνα και με τον εύστοχο χαρακτηρισμό του Μαρξ, ένας Οραματιστής του Απόλυτου.
Ο Κωνσταντής από τα εφηβικά του χρόνια -σύντομα επέστρεψε στην Ελλάδα- αφοσιώθηκε στο εργατικό κίνημα. Έτσι, όταν οι πατριώτες του τον κάλεσαν για να τους βοηθήσει να φτιάξουν ένα εργατικό σωματείο για να διεκδικήσουν τα νόμιμα δικαιώματα τους δεν δίστασε ούτε στιγμή. Εδώ αρχίζει και η μυθιστορηματική αφήγηση του Γ. Μήλλα. Περιγράφει με ζωηρά χρώματα τη σχεδόν μυστική άφιξη και την πρώτη συνάντηση του Κωνσταντή στο νησί. Όπως μονολογεί και ο ήρωας του βιβλίου: «Ανάποδα που είναι φτιαγμένος ο κόσμος. Εμείς που ζητάμε να εφαρμοστεί ο νόμος να κρυβόμαστε από αυτούς που τον καταπατούν». Ο Βασίλης, εργάτης στα ορυχεία, η γυναίκα του Ελένη και ο γιος τους Κοσμάς είναι οι πρώτοι που τον περιμένουν και τον φιλοξενούν στο φτωχικό σπίτι τους.
Η περιγραφή του Μήλλα μου θύμισε εκείνη την περίφημη ταινία του Μονιτσέλι με τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, «Οι σύντροφοι», που περιέγραφε τη ζωή ενός ιταλού αγωνιστή που ταξίδευε από πόλη σε πόλη για να βοηθά τους άπειρους εργάτες. Ο σύντροφος της ταινίας ταξίδευε, χωρίς να πληρώνει βέβαια εισιτήριο, με το τρένο. Ανεπτυγμένη βιομηχανικά χώρα η Ιταλία. Ο ήρωας του Μήλλα το μόνο που μπορούσε να χρησιμοποιεί στο φτωχό ελληνικό νησί των Κυκλάδων για να συναντήσει τους μεταλλωρύχους ήταν ένα γαϊδούρι ή ένα μουλάρι.
Ιδρύθηκε «συντικάτο»
Ο Κωνσταντής τελικά τα κατάφερε. Οι εργάτες έφτιαξαν το δικό τους «συντικάτο». «Σήμερον την 24ην Ιουλίου 1916 συνελθόντες (...) ιδρύομεν Σωματείον Εργατών Μεταλλευτών Σερίφου...».
Η δημιουργία του σωματείου γέμισε ελπίδες τους πάμφτωχους εργάτες που δούλευαν σε άθλιες συνθήκες στις στοές των ορυχείων του γερμανού εργοδότη Γκρόμαν. Έκαναν μάλιστα το επόμενο βήμα. Τον Αύγουστο του 1916 ξέσπασε η μεγάλη απεργία. Η απεργία βρέθηκε αντιμέτωπη με όλο το σύστημα τόσο της τοπικής όσο και της κεντρικής εξουσίας. Το αποτέλεσμα ήταν η αιματηρή σύγκρουση, ένας πραγματικός πόλεμος, με τους βασιλικούς χωροφύλακες και τους μπράβους της εταιρίας
Οι δολοφονίες εργατών από τους πυροβολισμούς των χωροφυλάκων οδήγησαν σε εξέγερση που αγκάλιασε όλο το νησί. Οι γυναίκες βλέποντας τους άντρες και τα παιδιά τους να δολοφονούνται μπήκαν δυναμικά στον αγώνα: «μια ομάδα από εξαγριωμένες γυναίκες με πρόσωπα παραμορφωμένα από το μίσος έρχονται προς το μέρος [του χωροφύλακα] με κομμάτια μετάλλευμα στα χέρια (...) Όση ώρα οι γυναίκες αποτέλειωναν τους δύο επικεφαλής, οι άντρες με πέτρες και φυλλάδες, που στα χέρια τους δούλευαν καλύτερα τα σπαθιά, είχαν εξουδετερώσει κάθε ουσιαστική αντίσταση των χωροφυλάκων που, όταν είδαν τους αρχηγούς τους να γκρεμίζονται στη θάλασσα, πέταξαν τα όπλα στη γύρω περιοχή εγκαταλείποντας ένα νεκρό συνάδελφο τους και δυο σοβαρά τραυματισμένους».
Η απεργία εξελίχθηκε σε αιματηρή εξέγερση. Ο Κωνσταντής «με οπλισμένους απεργούς κατέλαβε το Τηλεγραφείο, την Αστυνομία, το Ειρηνοδικείο και τα άλλα ιδρύματα χωρίς να συναντήσει ουσιαστική αντίσταση». Το τίμημα ήταν βαρύ. Τέσσερις εργάτες και τρεις χωροφύλακες σκοτώθηκαν ενώ πολλοί κάτοικοι, κυρίως εργάτες τραυματίσθηκαν.
Η κεντρική εξουσία τρομοκρατήθηκε. Η κυβέρνηση Ζαΐμη έστειλε στρατό για να καταστείλει την εξέγερση. Ο στρατός, χωρίς αντίσταση, επανέφερε την «τάξη» στο ταραγμένο νησί.
Δεν προσπερνά την ίδια τη ζωή
Ο Μήλλας περιγράφει με ζωηρά χρώματα τις συγκρούσεις με τη χωροφυλακή και την εξέγερση που τράνταξε το νησί. Δεν προσπερνά όμως την ίδια τη ζωή. Μέσα στον ορυμαγδό των γεγονότων άνθισε ο έρωτας. Στην ταινία του Μονιτσέλι τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι τον γοήτευσε η πανέμορφη Κλαούντια Καρντινάλε. Ο Κωνσταντής της Σερίφου, νέος άντρας ο ίδιος, ερωτεύεται το πιο όμορφο κορίτσι του νησιού, την Μαρία. Όπως όλοι οι αναρχικοί της εποχής στα ερωτικά θέματα ήταν πολύ συντηρητικός. Ούτε που σκέφθηκε να προχωρήσει. Έτσι, δεν είχαμε μια ιστορία έρωτα και αναρχίας. Η Μαρία στις συγκρούσεις με τη χωροφυλακή θα τραυματιστεί στο πόδι. Στο πρόχειρο ιατρείο ο Κωνσταντής την συναντά για τελευταία φορά: «Θα βλέπω το σημάδι και θα σε θυμάμαι πρόεδρε - είπε σχεδόν ψυθιριστά το κορίτσι στον Κωνσταντή. Ήταν ο αποχαιρετισμός, το τέλος ενός έρωτα που ήταν γραφτό να μιλήσει μόνο με τη γλώσσα των ματιών».
Με το τέλος του πλατωνικού έρωτα έρχεται και τέλος του μεγάλου αγώνα. Ο Κωνσταντής σχεδόν αμέσως συλλαμβάνεται και φυλακίζεται στις φυλακές της Σύρου Τζιβάρα.
Σαν επίλογος
Η θυσία των εργατών δεν πήγε χαμένη. Η εργοδοσία και το υπουργείο αποδέχθηκαν τα αιτήματα τους και υπέγραψαν πρωτόκολλο συμφωνίας που καθιέρωνε το οκτάωρο ενώ δέχθηκαν και μια σειρά άλλα αιτήματα.
Ο Κωνσταντής του Μήλλα, όπως και ο Σπέρας της πραγματικής ζωής, αποφυλακίστηκε αλλά σύντομα συνελήφθη και πάλι ως υποκινητής των γεγονότων και φυλακίστηκε στις φυλακές Φιρκά στα Χανιά. Παρέμεινε στη φυλακή για μερικούς μήνες. Από τη φυλακή αυτή έστειλε, τον Ιούνιο του 1917, στην Εκτελεστική Επιτροπή του Εργατικού Κέντρου Χανίων μια επιστολή στην οποία ανέφερε ότι «έν ονόματι της εργατικής αλληλεγγύης προστατεύσατε με. Επί έν έτος σχεδόν υφίσταμαι τα πάνδεινα εις τας φυλακάς χάριν του ιερού εργατικού αγώνος, επί εν σχεδόν έτος εξαντλούμενος σωματικώς και υλικώς, ήδη εξαντλήθην τελειώς».1
Μετά την αποφυλάκιση του συμμετείχε, μέσα στα ταραγμένα χρόνια του μεσοπολέμου, ενεργά στο εργατικό, το σοσιαλιστικό και το αναρχικό κίνημα. Στη διάρκεια της ζωής του φυλακίστηκε και εκτοπίστηκε για πάνω από εκατό φορές!
Το τέλος του ήταν άδοξο. Η μεγαλειώδης και ηρωική ιστορία του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος την περίοδο της αντίστασης είχε, δυστυχώς, και τις μαύρες της σελίδες. Οι αιρετικοί δεν είχαν θέση στο κίνημα. Ο Κωνσταντής δεν έχασε τη ζωή του στις συγκρούσεις με τον ταξικό εχθρό αλλά από τους ίδιους τους συντρόφους του στο εργατικό κίνημα. Δολοφονήθηκε το φθινόπωρο του 1943 πληρώνοντας με την ίδια του τη ζωή το τίμημα να έχει μια διαφορετική, από την «ορθόδοξη», άποψη για το μέλλον αυτής της κοινωνίας.
Στο βιβλίο του Μήλλα συναντήθηκε με ένα επιτυχή τρόπο η λογοτεχνία με την ιστορία. «Το Ξύπνημα του Κύκλωπα» αποτελεί ένα όμορφο βιβλίο -μια πραγματική προσφορά ιδιαίτερα για τα νέα παιδιά- που πρέπει να διαβαστεί τόσο για τις λογοτεχνικές του αρετές όσο και γιατί ανασύρει από τις ξεχασμένες σελίδες της ιστορίας γεγονότα που μέχρι πρόσφατα θεωρούσαμε ότι αφορούσαν το μακρινό, σκληρό παρελθόν ενώ δυστυχώς αφορούν και το τραγικό παρόν.
Σημείωση:
1. Η επιστολή του Κ. Σπέρα στο βιβλίο «Η απεργία της Σερίφου», εκδόσεις Βιβλιοπέλαγος, σελ,. 76-77.