Φωτογραφία: Νικόλας Κοκοβλής

 

 

 

Στις παρέες μας τα τελευταία χρόνια η συζήτηση είναι κάπως μονότονη. «Τα ενοίκια έχουν πάει στον θεό, εν τω μεταξύ ψάχνω για σπίτι στο κέντρο και βρίσκω μόνο υπόγεια». Το έχετε ακούσει, προφανώς, κάποιοι από εσάς που διαβάζετε αυτές τις γραμμές, το έχετε βιώσει και στο πετσί σας κατά την αγωνιώδη αναζήτηση στέγης που κάνατε τα προηγούμενα χρόνια.

Δυστυχώς, δεν πρόκειται για αστικό μύθο, αλλά για καταγεγραμμένη πραγματικότητα, αν μιλάμε για τα τελευταία δέκα τουλάχιστον χρόνια. Οι κάθε λογής πλατφόρμες, με κυρίαρχη βέβαια αυτή του Αirbnb, έχουν φέρει τα πάνω κάτω στην αγορά της στέγης στην Αθήνα, ιδιαίτερα στο κέντρο της πόλης, το οποίο παραμένει, απολύτως φυσιολογικά, το πιο τουριστικό κομμάτι της.

Τι ακριβώς γίνεται; Το εξής απλό και εξόχως καπιταλιστικό. Το διαθέσιμο απόθεμα στέγης μεταβάλλεται σε τουριστικό προϊόν, το οποίο, αφού η ζήτηση είναι εξαιρετικά αυξημένη, πουλιέται ολοένα και πιο ακριβά. Ιδιαίτερα μετά την έξοδο της Ελλάδας από τα μνημόνια, όταν το γενικότερο οικονομικό περιβάλλον απέκτησε στοιχεία, μερικής έστω, κανονικότητας, ο αριθμός των ανθρώπων που επένδυσε στην κατοικία του για να βγάλει χρήματα με την ενοικίαση ανά μέρα και όχι ανά μήνα αυξήθηκε σημαντικά.

Όσο αυτός ο αριθμός των επενδυτών (ας τους χαρακτηρίσουμε έτσι) αυξανόταν, τόσο η διαθέσιμη στέγη για φοιτητές, εργαζόμενους, ζευγάρια, ηλικιωμένους, μειωνόταν. Και όσο μειωνόταν η διαθέσιμη στέγη, τόσο αυξάνονταν τα ενοίκια υπό τον κυνική απειλή ότι «εγώ ζητάω τόσα και αν σας αρέσει, γιατί διαφορετικά θα βάλω το σπίτι στο Αirbnb».

Κάπως έτσι προκύπτουν «τέρατα», όπως αυτά που διαβάζουμε καθημερινά, σκρολάροντας στα social media. Να απαιτούνται, ας πούμε, 500 ευρώ μηνιαίως για να νοικιάσει κανείς μία γκαρσονιέρα 30τμ στο Κουκάκι ή να χρειάζονται 650 ευρώ για ένα δυάρι στην ευρύτερη περιοχή της Ακρόπολης. Ακόμα, όμως, και σε περιοχές που εκ πρώτης όψεως δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως αμιγώς τουριστικές (η Κυψέλη, για παράδειγμα), οι αυξήσεις είναι δεδομένες και δυσβάσταχτες για τους περισσότερους.

Παράλληλα, εκτός από τους μεμονωμένους ιδιοκτήτες που προτιμούν πλέον την ενοικίαση μέσω των πλατφορμών, υπάρχουν πλέον και τα μεγάλα fund που διαχειρίζονται μεγάλο αριθμό διαμερισμάτων το καθένα (πάντα μιλάμε για το κέντρο της Αθήνας). Παρατηρείται, κοινώς, μία υπερσυγκέντρωση κεφαλαίου, κάτι που όπως αντιλαμβάνεται κανείς, οδηγεί τις τιμές σε ακόμα περισσότερα επίπεδα, γιατί παύει να λειτουργεί και η απευθείας διαμεσολάβηση μεταξύ του ιδιοκτήτη και του επίδοξου ενοικιαστή. Η κατάσταση γίνεται κοντολογίς business as usual.

Για να έχουμε, τέλος, εικόνα με αριθμούς σε ό,τι αφορά την εν γένει κατάσταση που διαμορφώνει η χρήση της πλατφόρμας του Airbnb από τους ιδιοκτήτες διαμερισμάτων στο κέντρο της Αθήνας, πολύ χρήσιμη είναι η έρευνα που έκαναν οι Δημήτρης Μπαλαμπανίδης, Δημήτρης Πέττας και Εύα Παπατζάνη για το Κέντρο Έρευνας για τις Κοινωνικές Επιστήμες.

Σύμφωνα με αυτή, κατά το 2018, οι Airbnb καταχωρήσεις ακινήτων ξεπερνούσαν τις 126.000 σε ολόκληρη τη χώρα (Αθανασίου και Κώτση 2018). Στον δήμο Αθηναίων ειδικά, έφταναν τις 2.000 τον Ιούλιο του 2015, αυξήθηκαν στις 5.000 τον Μάιο του 2017 και ξεπέρασαν τις 10.000 τον Μάιο του 2019. Έχουμε να κάνουμε, δηλαδή, με μία αλματώδη αύξηση. Επίσης, στη συντριπτική τους πλειοψηφία (κατά 87,8%) τα καταχωρημένα Airbnb ακίνητα είναι ολόκληρα διαμερίσματα ή σπίτια, ενώ μόνο το 11,6% και το 0,6% είναι αυτόνομα και κοινόχρηστα δωμάτια, αντίστοιχα, εντός διαμερισμάτων ή σπιτιών όπου διαμένει και ο ιδιοκτήτης.

Τέλος, στις περιοχές με τις πιο αυξημένες Airbnb συγκεντρώσεις και με σημαντική παρουσία μεσαίων έως ανώτερων στρωμάτων, παρατηρούνται και οι υψηλότερες (απόλυτες και μέσες) τιμές μίσθωσης (60-80 ευρώ το βράδυ) και αντιστρόφως: οι χαμηλότερες τιμές μίσθωσης (κάτω από 40 ή 30 ευρώ) εντοπίζονται στις πιο απομακρυσμένες από το κέντρο περιοχές. Το τελευταίο αυτό στοιχείο αποδεικνύει στην πράξη ότι η διαθέσιμη στέγη στο κέντρο ολοένα και μειώνεται, αφού οι ιδιοκτήτες στρέφονται σχεδόν μαζικά στις πλατφόρμες και στην ανά ημέρα ενοικίαση (περισσότερες λεπτομέρειες: www.rchumanities.gr/omada-balampanidis-pettas-papatzani/).

Τελικό συμπέρασμα: Το στεγαστικό πρόβλημα στην Αθήνα μπορεί να επιλυθεί μέσα από μία συγκροτημένη, κρατική εν πολλοίς παρέμβαση, που θα βάζει όρια και κανόνες. Η «τυφλή» ανάθεση στις δυνάμεις της αγοράς επιδεινώνει την κατάσταση, μέσα μάλιστα σ' ένα σκηνικό πολλαπλών και πολυεπίπεδων κρίσεων.

 

Νίκος Γιαννόπουλος Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet