Τα πρόσφατα βίαια γεγονότα στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης προοιωνίζονται ασφαλώς τα αποτελέσματα της επικείμενης εφαρμογής του νόμου για την πανεπιστημιακή αστυνομία. Δεν πρόκειται, ωστόσο, μόνο γι’ αυτό. Η σημερινή πολιτική εξουσία της Δεξιάς ετοιμάζεται να επιβάλει κοινοβουλευτικά μια σειρά νομικών ρυθμίσεων, που καταργούν τις παγιωμένες δημοκρατικές κατακτήσεις του νόμου–πλαίσιου στα ΑΕΙ. Μ’ αυτές, όπως διαφαίνεται στις κυβερνητικές εξαγγελίες, περιορίζεται δραστικά η συνταγματικά καθορισμένη ακαδημαϊκή νομιμότητα. Πρόκειται για πολιτική επέμβαση, που θα οδηγήσει στη συρρίκνωση της δημοκρατίας στα ΑΕΙ, με σιωπηρό διακύβευμα ν’ αλλάξει άρδην ο σημερινός συσχετισμός δυνάμεων στο εσωτερικό τους, ώστε η σημερινή πολιτική εξουσία να επιβάλει εύκολα τις νέες μορφές εκπαίδευσης–κατάρτισης του φοιτητικού σώματος. Ο πολιορκητικός κριός της είναι η εξ επαγωγής αντιπροσώπευση και κατ’ εξουσιοδότηση εκλογή επείσακτων φορέων ολιγαρχικής εξουσίας: Συμβούλιο του Ιδρύματος και τρόπος επιλογής του πρύτανη. Με δυο λόγια, για να μη μακρηγορώ, πρόκειται τελικά για συρρίκνωση της σχετικής και συνταγματικά κατοχυρωμένης αυτονομίας των ΑΕΙ –η κατάργηση του φοιτητικού συνδικαλισμού είναι μια ακόμα ένδειξη– έναντι των νέων μορφών του διεθνοποιημένου καπιταλιστικού καταμερισμού της εργασίας.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας επιχειρεί να νομιμοποιήσει την εισβολή της στα ΑΕΙ, ξεσκονίζοντας συνθήματα της παλιάς αστικής ιδεολογίας (π.χ. αξιοκρατία, αξιολόγηση κ.τ.ό.), περιορίζοντας έτσι τον αριθμό των εισακτέων στα ΑΕΙ, και συνάμα υιοθετώντας εκδοχές της σύγχρονης τεχνοκρατικής ιδεολογίας (π.χ. αποτελεσματικότητα, ευελιξία, ανταγωνιστικότητα κ.τ.ό.), θρυμματίζοντας έτσι τα επιστημονικά γνωστικά πεδία. Μόλο που φαίνεται πως έχει επιπλέον τη στήριξη πολιτικών στελεχών και διανοουμένων του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, δεν είναι βέβαιη ότι σ’ αυτό το θέμα έχει εξασφαλίσει τη συγκατάθεση της πλειοψηφίας των ελλήνων πολιτών, μια και η ίδια έχει συστηματικά δώσει δείγματα φανερής καταστρατήγησης των ιδεολογικών διακηρύξεών της για αξιοκρατία κ.τ.ό., κυρίως σε μηχανισμούς του κράτους (π.χ. διοίκηση). Γι’ αυτό και στρέφεται στο βασικό αποκούμπι της εξουσίας της, δηλαδή στην επιβολή και άσκηση μορφών φυσικής βίας: πανεπιστημιακή αστυνομία.
Προφανώς η ριζική κριτική των επικείμενων κυβερνητικών ρυθμίσεων για τα ΑΕΙ, η ανάλυση των επιπτώσεών τους στη διαφοροποιημένη ταξικά ελληνική κοινωνία και η διατύπωση αντιπροτάσεων –όσο είναι κατορθωτή μέσα από τις χαραμάδες της κυριαρχίας των κυβερνητικών ΜΜΕ– είναι θετική πολιτική πράξη. Μαζί μ’ αυτή, τουλάχιστον οι αριστερές πολιτικές δυνάμεις και οι διανοούμενοί τους, χρειάζεται να θέσουν ερωτήματα για τις νέες μορφές ταξικής διαφοροποίησης στην ελληνική κοινωνία, για τους λόγους της ευρείας απήχησης εκδοχών της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας σε κοινωνικές τάξεις και στρώματα και φυσικά να εντάξουν τις αντιπροτάσεις τους, όχι μόνο για τα ΑΕΙ αλλά για τον εκπαιδευτικό μηχανισμό συνολικά, μέσα σ’ ένα ευρύτερο κοινωνικο-πολιτικό και ιδεολογικό πρόταγμα. Αυτό θα μπορούσε ν’ αποτελέσει ένα ελάχιστο σημείο συνεργασιών –δεν ξέρω την τύχη του γαλλικού πειράματος– και μια συγκεκριμένη προωθητική πολιτική ιδεολογία ανατροπής της τωρινής πολιτικής εξουσίας.