Κομπάρσο των ξένων αποκάλεσε την Ελλάδα ο Ταγίπ Ερντογάν μιλώντας την Τετάρτη στους βουλευτές του, και υπαινίχθηκε ότι η χώρα μας θα έχει την τύχη των κομπάρσων, που «τσακίζουν τα χέρια και τα πόδια τους στα γυρίσματα των ταινιών», αλλά στο τέλος «ούτε το όνομά τους δεν εμφανίζεται πουθενά». Στο παρελθόν αυτό συνέβη στην Ελλάδα, είπε παραπέμποντας στη μικρασιατική τραγωδία, και πρόσθεσε: «Αν η Ελλάδα επιμείνει στο ίδιο λάθος, θα συμβεί και πάλι… Θα υποστεί καταστροφές όπως στο παρελθόν».
Όσο για τη χώρα του, ο τούρκος πρόεδρος δεν μέτρησε τα λόγια του. «Θα διατηρήσουμε», είπε, «πάντα την ύπαρξή μας ως παγκόσμια πολιτική δύναμη στην περιοχή μας και στον κόσμο». Του έχει, άλλωστε, παραχωρηθεί όλος ο αέρας να το κάνει. Ο εξ απορρήτων του και εκπρόσωπος της τουρκικής προεδρίας, Ιμπραήμ Καλίν, συμμετείχε στον στενό νατοϊκό κύκλο ανώτερων αξιωματούχων από τη Γερμανία, τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Τουρκία, που είχαν συναντηθεί μόλις την προηγουμένη στο Βερολίνο, εν όψει της συνόδου του ΝΑΤΟ στις 29-30 Ιουνίου. Τη συνάντηση δεν απασχόλησαν μόνο η εκκρεμότητα αναφορικά με την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στη συμμαχία, ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι εξαγωγές σιτηρών μέσω Ευξείνου. Συζητήθηκαν επίσης οι εξελίξεις στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο. Στην ανακοίνωση που εξέδωσε σχετικά η τουρκική προεδρεία υπογραμμίζεται, γράφει η Yeni Safak, ότι «η Άγκυρα δεν θα συμβιβαστεί σε ό,τι αφορά τα ‘‘νόμιμα” δικαιώματά της στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο» και ότι «θα συνεχίσει αποφασιστικά τις προσπάθειές της για την εξεύρεση διπλωματικών λύσεων σε περιφερειακές και παγκόσμιες κρίσεις» –ως «παγκόσμια πολιτική δύναμη», εννοείται...
Εκτιμάται –και όχι αβάσιμα— ότι η συμμετοχή της Τουρκίας στον «κύκλο του Βερολίνου» συνιστά αναβάθμισή της που παραπέμπει στην ιδέα μιας «συμμαχίας μέσα στη συμμαχία» την οποία έχουν προτείνει η Βρετανία, η Πολωνία, η Ουκρανία, οι τρεις χώρες της Βαλτικής και η Τουρκία και την οποία υποστηρίζουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπως προκύπτει από την απάντηση που έδωσε η αμερικανή πρέσβης Τζούλια Σμιθ, μόνιμη αντιπρόσωπος της χώρας της στο ΝΑΤΟ σε ερώτηση ουκρανού δημοσιογράφου.1 Πρόκειται, ουσιαστικά, για παραλλαγή του «αναχώματος» που σχεδίαζαν να ορθώσουν ανάμεσα στην Ευρώπη και τη σοβιετική Ρωσία μετά τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο οι αγγλοαμερικανοί, ενός «τείχους» από τη Βόρεια Θάλασσα μέχρι τον Εύξεινο και τη Μεσόγειο.2
Η κηδεμόνευση τέτοιων συνεργασιών από τις Ηνωμένες Πολιτείες προδίδει τη πρόθεσή τους «να αναθέσουν την ευθύνη περιορισμού της Ρωσίας στους πιο ‘‘έμπιστους’’ εταίρους, για να μειώσουν τη στρατιωτική τους παρουσία στη Γηραιά Ήπειρο», προκειμένου να επικεντρωθούν στην εκκρεμότητα που λέγεται Κίνα. Κάτι τέτοιο θα αναβαθμίσει ακόμη περισσότερο το ρόλο της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή, επηρεάζοντας αρνητικά για την Ελλάδα την ισορροπία δυνάμεων σε αυτήν, πράγμα που θα έπρεπε να απασχολεί σοβαρά και σχεδιασμένα την κυβέρνηση.
Αν στα παραπάνω προστεθεί η προτροπή της Ουάσινγκτον σε Αθήνα και Άγκυρα «βρείτε τα μεταξύ σας» χωρίς την ανάμιξη «τρίτων», όπως είναι η διακαής επιθυμία της Τουρκίας, εξηγείται η κλιμάκωση των προκλήσεων από τον Ταγίπ Ερντογάν μετά την επίσκεψη Μητσοτάκη στην Ουάσινγκτον τον Μάιο. Στην ουσία η Τουρκία προσθέτει σωρευτικά στο «καλάθι» των «νόμιμων δικαιωμάτων της στο Αιγαίο» το μάξιμουμ των διεκδικήσεων έναντι της Ελλάδας, προκειμένου να επιτύχει το όπτιμουμ για την ίδια στις διμερείς μεταξύ τους διαπραγματεύσεις, αν η χώρα μας αποστεί από την πάγια εθνική θέση, που ως μόνη διαφορά αναγνωρίζει το δίδυμο υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ και ως μόνη διέξοδο την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι την Πέμπτη, λίγες μόνο ώρες μετά την λεκτικά ακραία και αδιάλλακτη αντεπιχειρηματολογία με την οποία αντιμετώπισε τους εκπροσώπους του ελληνικού κοινοβουλίου στη συνεδρίαση της Πολιτικής Επιτροπής της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του ΝΑΤΟ την προηγουμένη ο τούρκος υπουργός Άμυνας, Χουλουσί Ακάρ, έκανε στροφή 190 μοιρών, δηλώνοντας ότι «είμαστε έτοιμοι να επιλύσουμε όλα μας τα προβλήματα με συνομιλίες και συναντήσεις». Δεν έγινε μετά από προτροπή των συμμάχων. Υπαγορεύτηκε από την αμετακίνητη επιλογή της Άγκυρας να κρατήσει την αντιπαράθεσή της με την Αθήνα σε διμερές πλαίσιο, χωρίς την ανάμιξη «τρίτων». Η «στροφή Ακάρ» στην ουσία στοχεύει στη δέσμευση της κυβέρνησης Μητσοτάκη στον μονόδρομο της «μη ανάμιξης τρίτων». Μηδέ του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης εξαιρουμένου;….
Η χώρα μας έχει κάθε λόγο να επικοινωνεί και να συνδιαλέγεται «καλή τη πίστει» με την γείτονα –υπό τον όρο της μελλοντικής από κοινού προσφυγής στη διεθνή δικαιοσύνη, συναινετικά και απροκατάληπτα. Είναι μια δύσκολη διπλωματική ατραπός αυτή. Προϋποθέτει στρατηγικό σχεδιασμό που η κυβέρνηση δεν διαθέτει, επειδή, απλούστατα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν διανοείται να τον επεξεργαστεί σε στοιχειώδη έστω συνεννόηση με διατελέσαντες πρωθυπουργούς –βλ. Κώστα Καραμανλή– πολύ δε περισσότερο με έναν εν αναμονή πρωθυπουργό…
Δεν διαθέτει στρατηγική, εκτός εάν νοείται στρατηγική η τοποθέτηση «στη σωστή πλευρά της Ιστορίας». Δυστυχώς για τον τόπο, ούτε σοβαρός τακτικιστής είναι. Τον Μάρτιο συναντήθηκε με τον Ερντογάν. Επέστρεψε από την Κωνσταντινούπολη αυτοθαυμαζόμενος ότι κομίζει μια «νέα αρχή» στις σχέσεις των δύο χωρών. Τον Μάιο, στην Ουάσινγκτον, αθέτησε –όπως ισχυρίζεται ο τούρκος πρόεδρος– τη δέσμευση στις Κωνσταντινούπολης. Ψεύδεται ο Ταγίπ Ερντογάν όταν διατυμπανίζει εξοργισμένος ότι υπήρξε συμφωνία να μην αναμίξουν «τρίτους»; Δεκτόν. Δεν τον διαψεύδει λακωνικά και συγκρατημένα ο Κυριάκος Μητσοτάκης; Απαράδεκτο.
Χωρίς στρατηγική, καταφεύγει στις συμμάχους έτοιμος για κάθε παραχώρηση. Δεν του αποδίδει παρά μόνο πολιτική φθορά. Θα αναζητήσει σωσίβιο στις κάλπες πρόωρων εκλογών επικαλούμενος «εθνικό κίνδυνο»;
Σημειώσεις:
1. «Να από πού αντλεί ο Ερντογάν …», Μιχάλης Ψύλος, naftemporiki.gr, 16 Ιουνίου 2022.
2. «Ουκρανία: Μια πολυδιάστατη πρόκληση», Η Εποχή, Σαββατοκύριακο 19-20 Φεβρουαρίου 2022.