Εμένα στην τραπ με έριξε ο Μίλαν Κούντερα, ο οποίος γενικώς δε μου ήταν συμπαθής. Οπότε, διαβάζοντας την “Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι” μία απίστευτη γκρίνια για τους Μπήτλς, ότι η μουσική που ακούν οι νέοι είναι σκουπίδι και σήψη και δεν θα αντέξει στο χρόνο, αποφάσισα να μη γίνω ποτέ ξινή.
Και περάσαν τα χρόνια και πλέον δεν είμαι στην πλευρά των πιτσιρικάδων. Οι πιτσιρικάδες ακούνε τραπ. Στην αρχή δυσκολεύτηκα, γιατί ή άρθρωσή τους είναι κάπως έτσι (των τράπερς, όχι των παιδιών): δικαστροφφωαζμαμαααα. Αλλά ξαφνικα γίνεται χαμός, ακούνε όλοι. Είπα να μην είμαι σνομπ κι έκανα βουτιά με το κεφάλι.
Εμμονή
Χαμός. Μέχρι τώρα πρέπει να έχουμε πάρει χαμπάρι πως είναι σεξιστές, αποκαλούν τις γυναίκες πουτάνες, έχουν μια εμμονή με την περιγραφή της σεξουαλικής πράξης όπως έχουν οι έφηβοι παρθένοι που λένε ψέματα για τις ανύπαρκτες επιδόσεις τους, φωτογραφίζονται με όπλα και μετά κλαίγονται σαν τους χρυσαυγίτες στη Βουλή κλπ. Να εξηγηθώ, όμως, δεν είναι χρυσαυγίτες. Πράγματι δεν είναι, είχαν κάνει και βίντεο για τους νέους ώστε να μην ψηφίσουν Χρυσή Αυγή.
Αν μπερδευτήκατε κι εσείς, μπερδεύτηκα κι εγώ και, να τονίσω, για όλο αυτό το μπέρδεμα ευθύνεται ο Μίλαν Κούντερα. Αλλά ας πούμε ότι τώρα μπλέξαμε, τώρα είναι αργά. Έχουμε, λοιπόν, τους τράπερς και ακούγονται παντού. Στο Pride της Αθήνας ακούστηκε “Γουστάρω να’ μαι αλήτης κι εσύ να’ σαι μανδάμ”. Το ίδιο και σε γιορτές του νηπιαγωγείου. Το θέμα είναι, έχουν αντιληφθεί οι νέοι πόσο σεξιστές είναι οι τράπερς;
Προφανώς, γιατί τα παιδιά δεν είναι ανόητα. Αλλά δεν τα νοιάζει. Το χλευάζουν, ίσως; Μπορεί να χλευαζουν, δηλαδή. Ή να είναι στην φάση που τους ενδιαφέρει να μάθουν γιατί αυτή η κωλάρα είναι σαν καρδιά;
Αρχοντοχωριάτες
Προσπαθώ να αστειευτώ, αλλά τελικά παραείναι σοβαρό το πράγμα. Την Τετάρτη στα μουσικά βραβεία Mad ο τράπερ Λάιτ έπαιξε ξύλο με τον τράπερ Σνικ. Είχαν και τους μπράβους τους. Τραυματίστηκε η Έλενα Παπαρίζου, που τελικά έκανε και μήνυση και η Ρούλα Κορομηλά, που τελικά δεν έκανε μήνυση. Αποχώρησε θυμωμένη η Τάμτα και προσπάθησε να τους χωρίσει ο Κωνσταντίνος Αργυρός. Δεν γνωρίζω αν στη σκηνοθεσία ήταν ο Δαλιανίδης ή ο Ιονέσκο.
Μιλάμε, όμως, για αρχοντοχωριάτες. Ο ορισμός, για την ακρίβεια. Νέα παιδιά που έγιναν ξαφνικά πλούσιοι -χωρίς να προέρχονται από την απόλυτη φτώχεια- και επιδεικνύουν τον πλούτο τους, τα ναρκωτικά τους και τα αξεσουάρ τους, Τις γυναίκες, αυτές είναι τα αξεσουάρ. Από τα γκέτο της Ατλάντα την δεκαετία του ’70, όπου ξεκίνησε η τραπ όταν περιθωριοποιημένοι, λούμπεν αφροαμερικάνοι ή λατίνοι παρασκεύαζαν και πουλούσαν κρακ, μέχρι την Ελλάδα του 2022 το χάσμα είναι τεράστιο.
Μεταξύ ραπ και τραπ
Η τραπ ήταν η μουσική των νεόπλουτων του περιθωρίου, που είχαν συμμορίες με ναρκωτικά, όπλα και γυναίκες. Διακίνηση γυναικών. Από το να τους πέφτουν τα δόντια από την ασιτία ξαφνικά έγιναν εκατομμυριούχοι σε μία Αμερική που το ’70 αν ήσουν μαύρος, είχε ελπίδες να ξεφύγεις από το γκέτο μόνο μέσω της σόου μπιζ. Κι επειδή το ταλέντο της Γουίτνεϊ Χιούστον δεν το είχαν, δημιούργησαν τη δική τους μουσική μέσα από την ραπ, που όμως η ραπ παρέμεινε κοινωνική, πολιτική, θυμωμένη. Η τραπ κατέκτησε το αμερικάνιο όνειρο και η ραπ το καταδίκασε.
Και πέρασαν τα χρόνια, πέρασαν και τον ατλαντικό, έφτασε στην Ελλάδα σαν εξαγωγή κακής σαπουνόπερας. Όπως η Δυναστεία μετατράπηκε σε Λάμψη, ας πούμε. Δεν εξυπηρετούν κανένα κοινωνικό φαινόμενο, καμία χαρτογράφηση κανενός περιθωρίου, είναι μικροαστοί που παίζουν με όπλα, κόκα και νταηλίκι.
Αν επηρεάζουν τα παιδιά; Δε νομίζω. Δεν είναι ανόητα τα παιδιά. Κι εξάλλου, ποτέ δεν κρατάς για πάντα τη μουσική που δεν μπορείς να ακούσεις όταν ερωτεύεσαι.