Η απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου για την τραγωδία της Μάνδρας ολοκληρώθηκε με την επιμέτρηση και των ποινών. Είναι ο πρώτος βαθμός και η απόφαση, με τις αντιφάσεις στο σκεπτικό της, που οδηγούνταν σε διαφορετικές δικαστικές κρίσεις, αφήνοντας πολλή δουλειά για το Εφετείο. Συγκεκριμένα, το δικαστήριο αποφάσισε ότι από τους 21 κατηγορούμενους, οι 8 είναι ένοχοι και καταδικάστηκαν με ποινές που ξεπερνούν τα 6 χρόνια, εξαγοράσιμες προς 7 ευρώ ημερησίως. Σε όλους δόθηκε ανασταλτικό αποτέλεσμα στην έφεση.
Μεταξύ των καταδικασθέντων είναι ο αντιπεριφερειάρχης Δυτ. Αττικής Γιάννης Βασιλείου, η αντιπεριφερειάρχης Βασιλική Λάσκαρη - Κρασοπούλου, η τότε δήμαρχος Μάνδρας κ. Ιωάννα Κριεκούκη και στελέχη, σε υπηρεσίες της πολεοδομίας της περιφέρειας. Όπως είναι ήδη γνωστό το δικαστήριο αποφάσισε την αθώωση των 12 κατηγορούμενων, μεταξύ των οποίων και της Ρένας Δούρου.
Η απόφαση δίνει μια κάποια ικανοποίηση, καταρχάς, διότι, ενώ κινήθηκε μέσα σε ένα επιθετικά παρεμβατικό στο έργο του πολιτικό περιβάλλον, το δικαστήριο τα κατάφερε, παρακάμπτοντάς το όσο ήταν δυνατό, να εκδώσει απόφαση ευθύνης. Αφήνει, όμως, και μια πικρή γεύση, διότι αδυνατεί κανείς να κατανοήσει πώς για το ίδιο συμβάν και την ερμηνεία που το προκάλεσε, οι 8 κρίθηκαν ένοχοι! Ιδίως οι δύο αντιπεριφερειάρχες. Δικαιολογημένα η “Δύναμη Ζωής” με ανακοίνωσή της δηλώνει “αλληλέγγυα στο πλευρό των στελεχών της περιφέρειας που καταδικάστηκαν”. “Αποτελεί βαθιά πεποίθησή μας”, σημειώνει, “ότι η αθωότητά τους θα αποδειχθεί στον δεύτερο βαθμό, καθώς έπραξαν στο ακέραιο το καθήκον τους, όπως άλλωστε προκύπτει και από τα σχετικά πορίσματα των αρμόδιων διοικητικών ελεγκτικών μηχανισμών”.
Ακραία πολιτική εκμετάλλευση
Η τραγωδία της Μάνδρας υπήρξε από τις πιο ακραίες περιπτώσεις πολιτικής εκμετάλλευσης, ως συμβάντος, στην πολιτική μας ιστορία. Οι τοποθετήσεις των αντίπαλων κομμάτων, προς το κόμμα της περιφερειάρχη Ρένας Δούρου, δηλαδή τον ΣΥΡΙΖΑ, ιδίως της ΝΔ, πρωτοστατούντος μάλιστα του ίδιου του Κ. Μητσοτάκη, υπήρξαν πράγματι βάναυσες. Βάρβαρες, διότι “ήταν μέρος μιας επιχείρησης δολοφονίας χαρακτήρων που οργανώθηκε από την αξιωματική, τότε, αντιπολίτευση και σημερινή κυβέρνηση”, όπως εύστοχα σχολίασε στην “Αυγή” ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης. Υπήρξε βασικό στοιχείο στην προπαγάνδα της για να ανακτήσει, με τη συνδρομή των ΜΜΕ, που δεν κράτησαν κανένα πρόσχημα, την εξουσία. Ο ίδιος ο Κ. Μητσοτάκης σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών, στη Βουλή, απαιτούσε από τον Αλέξη Τσίπρα να ζητήσει συγγνώμη για τους νεκρούς της Μάνδρας, ενώ η δίκη εκκρεμούσε! Αυτό ωστόσο, το “πολιτικό παιχνίδι” που παίχτηκε, και έως ένα βαθμό πέτυχε, σήμερα χάνει το πιο αποφασιστικό του στήριγμα: την ανάλογη δικαστική απόφαση που επιδίωκε.
Αν φύγουμε, όμως, από την πολιτική εκμετάλλευση του τραγικού συμβάντος αυτό που θα περίμενε κανείς να προκύπτει, ως ένα σαφέστερο μήνυμα από την απόφαση του δικαστηρίου, είναι ότι βρισκόμαστε ήδη στην κλιματική κρίση και τις τραγικές της συνέπειες. Και ότι από εδώ απορρέουν ευθύνες της πολιτείας, τοπικής αυτοδιοίκησης, επιστημονικών φορέων, πολιτών. Μία τοποθέτηση του συνήγορου υπεράσπισης Διονύση Γκούσκου, πριν την έκδοση της απόφασης, αποδίδει πλήρως αυτή την ανάγκη. “Η δίκη της Μάνδρας είναι σημαντικό να δώσει το μήνυμα ότι η πολιτεία πρέπει να αναλάβει σοβαρά τις ευθύνες της, να μην επιχειρεί να τις μετακυλήσει σε τυχαίους κρατικούς λειτουργούς και τα φθηνά πολιτικά παιχνίδια να πάρουν τέλος”. Υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος να διανυθεί …
Η «Εποχή», για αυτή την πολλαπλά σοβαρή δίκη ζήτησε δηλώσεις από τους Ρένα Δούρου και Γιάννη Βασιλείου. Τις παραθέτουμε:
Ρένα Δούρου: Με Ιφιγένειες δεν διορθώνονται οι παθογένειες
“Καμία απόφαση δεν σβήνει τις ανθρώπινες απώλειες της εθνικής τραγωδίας της Μάνδρας.
Πριν από την έκδοση της απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, έγινε μια προσπάθεια να με καταστήσουν εξιλαστήριο θύμα της κλιματικής κρίσης και των παθογενειών, σφαλμάτων και λαθών, γραφειοκρατικών και διοικητικών, που μαστίζουν δεκαετίες τώρα τον τόπο. Θα δεχόμουν να γίνω η Ιφιγένεια και να θυσιαστώ, αν γνώριζα ότι πράγματι θα φυσήξει ούριος άνεμος και θα διορθωθούν όλα αυτά. Δυστυχώς τίποτα δεν διορθώθηκε. Σε πλημμύρες που σημειώθηκαν από 11/2017 και μετά, δηλαδή μετά από την τραγωδία της Μάνδρας, έχουν δυστυχώς χάσει τη ζωή τους περισσότεροι συμπολίτες μας. Προσωπικά λογοδότησα στη Δικαιοσύνη, με σεβασμό προς τα θύματα της τραγωδίας, κάθισα στο εδώλιο. Κρίθηκα αθώα, γιατί ήταν ένα πραγματικά ακραίο γεγονός που ήταν αδύνατον να αντιμετωπισθεί με κατασκευαστικά έργα και αποδείχθηκε ότι δεν υπήρξε κάποια καθυστέρηση στην κατασκευή του συγκεκριμένου. Η παραπομπή μου ήταν αποτέλεσμα ποικιλότροπων πιέσεων των πολιτικών μας αντιπάλων, αφού με την βοήθεια των φιλικών τους Μέσων, επιχείρησαν να φτιάξουν κλίμα ενοχής μου. Όμως υπήρξαν δικαστές που τιμούν το λειτούργημα τους και δεν υπέκυψαν στις σειρήνες του λαϊκισμού του αντισύριζα μετώπου. Ωστόσο για εμένα το κεφάλαιο δεν κλείνει με την αθώωσή μου. Τόσο η Δύναμη Ζωής, όσο κι εγώ προσωπικά, βρισκόμαστε αλληλέγγυοι στο πλευρό των στελεχών της Περιφέρειας Αττικής, που καταδικάστηκαν. Είμαστε πεπεισμένοι ότι η αθωότητά τους θα αποδειχθεί στον δεύτερο βαθμό, γιατί ξέρουμε, όπως άλλωστε αποδείχθηκε και από τα σχετικά πορίσματα των αρμόδιων διοικητικών ελεγκτικών μηχανισμών, ότι έπραξαν στο ακέραιο το καθήκον τους”.
Αντίστοιχα, ο Γιάννης Βασιλείου δηλώνει στην «Εποχή»: “Τις επόμενες ημέρες θα καταθέσω έφεση για τις πλημμύρες της 15ης Νοεμβρίου 2017. Νιώθω βαθύτατα αδικημένος. Για ένα φυσικό φαινόμενο, δηλαδή, που η μεν επιστημονική κοινότητα δεν ήταν σε θέση να προβλέψει, ο δε ανθρώπινος παράγοντας να αντιμετωπίσει. Μου επιβλήθηκε δε, δίχως την παραμικρή αιτιολογία και μόνο για το γεγονός ότι έτυχε την περίοδο αυτή να είμαι αντιπεριφερειάρχης Δυτικής Αττικής, από το Πλημμελειοδικείο, μετά από δύο χρόνια διαδικασιών και εκατοντάδων συνεδριάσεων, ποινή φυλάκισης πέντε ετών και 19 μηνών. Με σεβασμό στη μνήμη των θυμάτων της πλημμύρας, τον οποίο επέδειξαν κατά τη διάρκεια της δίκης όλες οι πλευρές, ευχαριστώ θερμά όλες και όλους για τη συμπαράσταση”.