Ηταν, λοιπόν, γενοκτονία όσα υπέστησαν οι μειονότητες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο μεταίχμιο της διάλυσής της και της ανάδυσης της τουρκικής Δημοκρατίας; Ο όρος της γενοκτονίας εμφανίζεται ως Völkermord (φόνος λαών) στη Γερμανία του 19ου αιώνα: το 1831 ο δημοκράτης γερμανός ποιητής Άουγκουστ φον Πλάτεν τον χρησιμοποιεί για να στηλιτεύσει τη διάλυση της Πολωνίας και τον διαμοιρασμό των εδαφών της μεταξύ Αυστρίας, Πρωσίας και Ρωσίας. Το 1943, ο πολωνός νομικός Ράφαελ Λέμκιν μεταφράζει τον πολωνικό όρο «ludobójstwo», που κι αυτός σημαίνει «φόνος λαών», στα αγγλικά με τη λέξη genocide, σύνθετη από τα ελληνικά και τα λατινικά (γένος και caedere = σφαγιάζω). Τον όρο υιοθέτησε ο ΟΗΕ με την σύμβαση 260 «για την αποτροπή και την τιμωρία της γενοκτονίας». Ως κρίσιμο, από νομική άποψη, χαρακτηριστικό της γενοκτονίας αναγνωρίστηκε τότε η πρόθεση της εξολόθρευσης ενός λαού ή μιας πληθυσμιακής ομάδας που υπηρετείται με διάφορα μέσα – φυσικά βίαια.
Η εθνοκάθαρση, με τη σειρά της, είναι χαρακτηριστική πολιτική πολλών αστικών κρατών στη γένεσή τους: εκδίωξη, ανταλλαγή, μεταφορά ή και «μόνο» περιορισμός δικαιωμάτων πληθυσμών που δεν ανήκουν στο κυρίαρχο έθνος του κράτους. Η δημιουργία έθνους υπήρξε πολλές φορές αποτέλεσμα εθνοκαθαρτήριων μεθόδων, αν ��αι ο όρος καθιερώθηκε μόλις στα τέλη του 20ου αιώνα από τους Σέρβους (etničko čišćenje). Τα όρια μεταξύ γενοκτονίας και εθνοκάθαρσης είναι συγκεχυμένα, διότι, εφόσον η εθνοκάθαρση είναι ο σκοπός, τα μέσα που χρησιμοποιούνται μπορεί να οδηγήσουν – και πολλές φορές οδηγούν – στην εξολόθρευση αλλοεθνοτικών πληθυσμών. Τέτοια μέσα χρησιμοποιήθηκαν στην περίοδο 1913-1923 στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την Τουρκία, είτε στο πλαίσιο πλαίσιο του Μεγάλου Πολέμου (της ρωσικής επίθεσης κατά της Τουρκίας), όταν οι Έλληνες της Μικράς Ασίας, οι Αρμένηδες και οι Έλληνες του Πόντου θεωρήθηκαν ύποπτοι για συνεργασία με τον Τσάρο, είτε στο πλαίσιο της ελληνικής εισβολής στη Μικρά Ασία, είτε και αυτοτελώς στο πλαίσιο της νεοτουρκικής πολιτικής για τη μετατροπή του υπολοίπου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε τουρκικό εθνικό κράτος.
Αιματηρή ιστορία αιώνωνΣτην αιματηρή ιστορία της ανάδυσης και της εξέλιξης του αστικού κόσμου με εθνοκαθάρσεις και γενοκτονίες ξεχωρίζει μία γενοκτονία, διαφορετική από όλες τις άλλες. Η εξολόθρευση των αυτόχθονων πληθυσμών της αμερικανικής ηπείρου, ολόκληρων λαών της Αφρικής με τη μεταφορά όσων επέζησαν στις ΗΠΑ ως δούλων, η πολιτεία των αποικιοκρατών (χρήσιμο είναι το βιβλιαράκι του Μαρκ Τουέν για τους Βέλγους στο Κονγκό), το νοτιοαφρικανικό Απαρτχάιντ, οι θεωρίες για υποδεέστερες ράτσες, η ναζιστική πολιτική στις κατεχόμενες χώρες, η πολιτική του Ισραήλ στα κατεχόμενα και – το θέμα μας – η πολιτική των Νεότουρκων στο τέλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όλα αυτά εξηγούνται, έχουν σκοπό. Εγκληματικός σκοπός ενός εγκληματικού συστήματος, αλλά τον καταλαβαίνεις, όπως καταλαβαίνεις τον σκοπό του ληστή που σκοτώνει για να ληστέψει. Ο σκοπός είναι να πάρουν τη γη, τα αγαθά της και τους ανθρώπους της. Οι Εβραίοι της Ευρώπης όμως; Ποιον σκοπό υπηρετούσε η απολύτως σχεδιασμένη, συστηματική εξολόθρευσή τους, η Σοά; Ο χριστιανικός αντισημιτισμός δεν φτάνει για εξήγηση.
Φαίνεται σαν όλα τα ιδεολογικά αποτελέσματα αυτής της αιματηρής ιστορίας να συμπυκνώθηκαν και να εκδηλώθηκαν στα μέσα του 20ου αιώνα χωρίς υλικό υπόβαθρο: η Σοά ήταν ο τρομακτικός θρίαμβος της γυμνής ιδεολογίας. Αυτό είναι το πρωτοφανές και ασύλληπτο και γι’ αυτό, κατά τη γνώμη μου, προκάλεσε φρίκη και ξεχώρισε από όλα τα προηγούμενα και τα επόμενα εγκλήματα, για τα οποία ο αστικός κόσμος βρήκε εξηγήσεις και δικαιολογίες και τρόπους απόκρυψης. Γι’ αυτούς τους λόγους, η εξολόθρευση των Εβραίων της Ευρώπης από τους Ναζί και τους συνεργάτες τους στις κατεχόμενες χώρες είναι κάτι ξεχωριστό, ανεξήγητο. Το ξεχωριστό – μαζί με τον δικαιολογημένο φόβο των Εβραίων όπου γης ότι η Σοά μπορεί να ξανασυμβεί και «ο Εβραίος εκεί έξω», όπως έλεγε ο Αριέλ Σαρόν, έχει κάθε λόγο να ανησυχεί – το αξιοποίησε το κράτος του Ισραήλ προκειμένου να εδραιώσει τη θέση ενός ιδιαίτερου κράτους που μπορεί, και εγκληματώντας ακόμα, να απαιτεί κατανόηση και υποστήριξη.
Για κομματικούς σκοπούςΑυτό εξηγεί την αίγλη του όρου «γενοκτονία» και την επιδίωξη πληθυσμιακών ομάδων που υπέστησαν διώξεις να ανακηρυχτούν θύματα γενοκτονίας – χωρίς αυτό να αποκλείει ότι πράγματι υπήρξαν θύματα γενοκτονίας. Ειδικά στην Ελλάδα, η επίσημη αναγνώριση της «γενοκτονίας των Ποντίων» ή της «γενοκτονίας των Μικρασιατών» χρησιμοποιήθηκε για κομματικούς σκοπούς από το ΠΑΣΟΚ στη δεκαετία του 1990 με δύο αποφάσεις της Βουλής (1995 και 1998), οι οποίες, εν γνώσει του εμπνευστή της, του Ανδρέα Παπανδρέου (και του Κώστα Σημίτη κατόπιν), δεν θα είχαν κανένα υλικό αποτέλεσμα. Σκοπός ήταν να εδραιωθεί η πρωτοκαθεδρία του ΠΑΣΟΚ μεταξύ των Ποντίων στην Ελλάδα σε μια εποχή κρίσιμη για το ΠΑΣΟΚ και, όπως με το «βυθίσατε το Χόρα» και το Μακεδονικό, να αφαιρέσει από τη Δεξιά το μονοπώλιο της εθνικοφροσύνης.
Τι ακριβώς αποκομίζει ένας απόγονος των εκδιωχθέντων Ελλήνων του Πόντου ή η Ελλάδα κιόλας από αυτή την ιστορία; Θέλω να πω: σε τι ωφέλησε τους απογόνους των Ελλήνων του Πόντου που σήμερα, στην πλειονότητά τους, ζουν στην Ελλάδα, πολίτες όπως όλοι εμείς οι άλλοι, η ομόφωνη κιόλας απόφαση της Βουλής ότι στα 1915-1923 ο ποντιακός Ελληνισμός υπέστη γενοκτονία; Η απάντηση είναι βέβαια: σε τίποτε απολύτως. Και δεν εννοώ κανένα υλικό όφελος, ας πούμε αποζημίωση ή απόδοση της περιουσίας που είχαν οι πρόγονοί του στον Πόντο ή κιόλας αναγνώριση του δικαιώματος επανεγκατάστασης. Γιατί αυτά όλα ρυθμίστηκαν με ελληνοτουρκικές συμφωνίες μετά την ήττα των ελληνικών όπλων στην τυχοδιωκτική Μικρασιατική Εκστρατεία. Εννοώ έστω μια ηθική ικανοποίηση, μια παρηγοριά. Δεν ισχυρίζομαι ότι η ελληνική Πολιτεία δεν πρέπει να τιμά Έλληνες την καταγωγή που έχασαν τη ζωή τους ή εκδιώχθηκαν από τον τόπο τους. Ούτε ισχυρίζομαι ότι το τουρκικό κράτος δεν πρέπει να σκεφτεί πια την ιστορία της ίδρυσής του και τα θύματά της και να τοποθετηθεί με υπευθυνότητα. Η κρίση για τον ακριβή χαρακτηρισμό είναι δουλειά των ιστορικών, αλλά η συνείδηση της Ιστορίας καλλιεργείται και από την πολιτική.
Σε τι ακριβώς ωφέλησαν, τώρα, την ελληνική πλευρά στο πλέγμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων και των ελληνοτουρκικών διαφορών αυτές οι αποφάσεις της Βουλής; Ή έστω: σε τι μπορεί να την ωφελήσει; Μπορεί να επηρεάσει τη συζήτηση για το Αιγαίο ή το Κυπριακό; Όχι βέβαια, ακόμα και αν, όπως πράγματι έγινε, κοινοβούλια άλλων κρατών ή διεθνείς οργανισμοί υιοθέτησαν την άποψη περί γενοκτονίας. Απόδειξη είναι ότι ποτέ το ελληνικό κράτος δεν προέβαλε έναντι του τουρκικού κράτους οποιεσδήποτε αξιώσεις που να απορρέουν από την απόφαση της Βουλής των Ελλήνων ή άλλων κοινοβουλίων ή διεθνών οργανισμών. Άλλωστε δεν θα μπορούσε να προβάλει αξιώσεις, αφού η Συνθήκη της Λωζάννης έχει ρυθμίσει αυτά τα ζητήματα με αναγνώριση της πλήρους κυριαρχίας της Τουρκίας και στα ποντιακά εδάφη και, επιπλέον, έχει λύσει το ζήτημα των μειονοτήτων στα δύο κράτη, όπως το λύνει ο αστισμός: με την ανταλλαγή των πληθυσμών, δηλαδή μια εκατέρωθεν εθνοκάθαρση, συνεννοήσεις για την οποία υπήρχαν ήδη από το 1913, και αφού η πλειονότητα των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχαν ήδη καταφύγει στην Ελλάδα, για να σωθούν.
Νέος εκκολαπτόμενος εθνικισμόςΗ μομφή διαφόρων επαγγελματιών εθνικοφρόνων ότι η γνώμη που είχε εκφράσει με άρθρο του στην Αυγή ο Νίκος Φίλης το 1995, και την οποία εντίμως επανέλαβε, «βλάπτει τα ελληνικά συμφέροντα» ή «ωφελεί την Τουρκία» είναι είτε μπαλαφάρα ανοήτων είτε σκόπιμη διαστρέβλωση της πραγματικότητας με σκοπό μικροκομματικά οφέλη ή και προσωπικά οφέλη στον άνευ πολιτικού περιεχομένου διαγκωνισμό των υποψηφίων προέδρων της Νέας Δημοκρατίας. Αυτή η προσπάθεια να επωφεληθεί η αντιπολίτευση από την έντιμη επιμονή του υπουργού Παιδείας στο δικαίωμα να έχει γνώμη και να τη λέει μπορεί να γεννήσει κινδύνους σαν αυτούς που φάνηκαν με την επίθεση των ναζί εναντίον του Γιώργου Κουμουτσάκου, ο οποίος περιέργως υιοθέτησε την ανοησία ότι για τον προπηλακισμό του από τους ναζί φταίει ο, παλιός συνεργάτης της Εποχής, Νίκος Φίλης.
Είναι, όμως, μόνο ανοησία; Ή μήπως πρόκειται για τη συνειδητή προσπάθεια να επανέλθει ο χωρισμός σε εθνικόφρονες και προδότες ως κυρίαρχο στοιχείο της πολιτικής του αστικού κομματικού συστήματος; Κατά τη γνώμη μου είναι συνδυασμός των δύο. Από τη μια άρπαξαν την ευκαιρία να επιτεθούν εναντίον ενός ακόμα μέλους της κυβέρνησης – είχαν προηγουμένως την τιμητικής τους η Σία Αναγνωστοπούλου, η Θεανώ Φωτίου, ο Αλέκος Φλαμπουράρης, ο Γιώργος Σταθάκης –, να συνεχίσουν δηλαδή μια τακτική «σαλαμοποίησης» που πιστεύουν ότι αθροιστικά μπορεί να φέρει αποτέλεσμα. Από την άλλη, αναζήτησαν ένα ενοποιητικό στοιχείο για να διαμορφώσουν το «προφίλ» της νέας αντιπολίτευσης, αλλά και μια «σφήνα» για να διασπάσουν τον κυβερνητικό συνασπισμό. Δυστυχώς, σε αυτόν τον δρόμο προσκολλήθηκε και η ΛΑΕ, υπερθεματίζοντας κιόλας.
Το περίεργο είναι ότι, όπως φάνηκε από τις σχετικά χλιαρές αντιδράσεις της κυβέρνησης, αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ, ο κίνδυνος δεν γίνεται αντιληπτός σε όλη του την έκταση. Γι’ αυτό και δεν γίνεται αντιληπτό ότι το πρόβλημα δεν είναι αν η γνώμη του Νίκου Φίλη για γεγονότα που συνέβησαν προ εκατονταετίας είναι η επιστημονικά ορθή ούτε η υπεράσπιση ενός υπουργού και συντρόφου μας. Ο Φίλης σε αυτά μια χαρά τα καταφέρνει και μόνος του. Το ζήτημα είναι πώς θα αποκρουστεί ένας νέος εκκολαπτόμενος εθνικισμός που απειλεί να δηλητηριάσει την πολιτική ζωή της Ελλάδας – κι αυτό δεν είναι δουλειά που μπορεί να την κάνει μόνος του ο Νίκος Φίλης.
Θόδωρος Παρασκευόπουλος