Ως πρώτο θέμα έχει αναδειχθεί και συντηρηθεί στα δελτία ειδήσεων και τον τύπο, το νέο τους θέσφατο που υπαγορεύει πως οι κρατούμενοι δεν δικαιούνται να συνομιλούν με το υπουργείο Δικαιοσύνης. Με όλες τους τις δυνάμεις παρουσιάζουν τους κρατούμενους ως ανθρώπους που έχουν απωλέσει κάθε τους δικαίωμα, από τη στιγμή που περνούν την πύλη κάποιας φυλακής. Αναγκαζόμαστε σε αυτό το εμπαθές παραλήρημα να υπενθυμίσουμε το αυτονόητο: ο κρατούμενος είναι άνθρωπος που κρατείται, και στερείται μονάχα του δικαιώματος στην ελεύθερη κίνηση. Μάλιστα, ο σωφρονιστικός κώδικας ορίζει ρητά πως «κρατούμενοι θεωρούνται άτομα που εκτίουν ποινές κατά της ελευθερίας» (αρ.1 §1), ενώ «κατά την εκτέλεση της ποινής δεν περιορίζεται κανένα άλλο ατομικό δικαίωμα των κρατουμένων εκτός από το δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία» (αρ.4§1).
Η «υπόθεση Λάμπρου», όπως έχει χαρακτηριστεί, θίγει σειρά δικαιωμάτων των κρατουμένων, οι οποίοι νοούνται από τους «αδέκαστους» δημοσιογράφους και τους πολιτικούς που περιφέρονται ως υπερασπιστές των «φιλήσυχων πολιτών» ως «υπάνθρωποι». Και το έναυσμα για αυτή την ανθρωποφαγία έδωσε ο κ. Πανούσης, εγκληματολόγος, καθηγητής ποινικού δικαίου, για τον οποίο αρνούμαστε να δεχτούμε άγνοια επί του θέματος. Αντίθετα, εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά του ως πρώην υπουργού υφάρπαξε δελτία παράνομων παρακολουθήσεων και έδωσε τους κρατούμενους, αλλά και το κίνημα αλληλεγγύης προς αυτούς ως βορά στα σκυλιά, για ίδιον όφελος.
Ο Μεγάλος ΑδελφόςΑς τα πάρουμε ένα-ένα:
Η Πρωτοβουλία για τα Δικαιώματα των Κρατουμένων, από θέση αρχής είναι ενάντια σε κάθε είδους παρακολούθηση πολιτών. Όμως, δυστυχώς, ο Μεγάλος Αδερφός είναι εδώ. Ο νόμος ορίζει πως «[καμία αίτηση] δεν μπορεί να δοθεί από δικαστή για παρακολούθηση ιδιωτικής επικοινωνίας (…) παρά μόνο στις περιπτώσεις ιδιωτικής επικοινωνίας προσώπου ή προσώπων που τελούν σε φυλάκιση ή προφυλάκιση και που διεξάγεται με μέσα απαγορευμένα από το νόμο» [αρ. 6§2, Ν. 92(1)/96]. Απαγορεύεται λοιπόν η παρακολούθηση των κοινόχρηστων τηλεφώνων στις φυλακές. Επιπλέον, η παρακολούθηση πρέπει να ακολουθεί «της εύλογης υποψίας ή πιθανότητας ότι πρόσωπο διαπράττει ή διέπραξε ή αναμένεται να διαπράξει αδίκημα» (αρ. 8§1). Άρα δεν νοούνται όλοι οι κρατούμενοι αυτοδίκαια θύματα παρακολούθησης. Ακόμα, η παρακολούθηση όταν κρίνεται ότι «δεν υποβοηθεί ή δε σχετίζεται ή δεν είναι αναγκαία στη διερεύνηση του αδικήματος καταστρέφεται» (άρ. 13). Επομένως αν δεν ασκηθεί δίωξη καταστρέφονται και δεν περιφέρονται από γραφείο σε γραφείο και από σπίτι σε σπίτι, για να καταλήξουν στα τηλεπαράθυρα και στα μανταλάκια των περιπτέρων. Κανένας νόμος, λοιπόν, δεν προβλέπει και δεν επιτρέπει πως οι κρατούμενοι θα είναι εγκλωβισμένοι σε ένα συνεχές παρακολουθήσεων, στερούμενοι κάθε δικαιώματός τους. Η συστηματική παραβίαση των δικαιωμάτων τους, σε κάθε τους κίνηση (τηλεφωνικές επικοινωνίες, επισκεπτήρια, αλληλογραφία, συμμετοχή ή απεύθυνση σε κάποια συλλογικότητα ή φορέα) μας βρίσκει απέναντι. Η προστασία των δικαιωμάτων όλων των ανθρώπων δεν πρέπει να έχει κανένα παραθυράκι. Οι παρακολουθήσεις αποτελούν κατάφωρη παραβίαση δικαιωμάτων, που γίνεται στο όνομα της τάξης και της ασφάλειας. Ο Μεγάλος Αδελφός πρέπει να σταματήσει, με την κατάργηση κάθε διάταξής του.
Οι κρατούμενοι έχουν φωνήΤης σύνταξης οποιουδήποτε νομοσχεδίου του κράτους είθισται να προηγείται διαβούλευση με τους άμεσα ενδιαφερόμενους και τους εμπλεκόμενους φορείς. Δεν νοείται να γίνει διαβούλευση π.χ. για την παιδεία, χωρίς τους καθηγητές, τους μαθητές, τους φοιτητές κ.λπ. Αντίστοιχα, δεν θα πρέπει να νοείται διαβούλευση οποιουδήποτε νομοσχεδίου που αφορά τις φυλακές, χωρίς τους κρατούμενους. Η Πρωτοβουλία για τα Δικαιώματα των Κρατουμένων, όποτε κλήθηκε να πάρει θέση για κάποιο νομοσχέδιο από τα έδρανα της βουλής, τόνιζε εισηγητικά «οφείλετε να λάβετε υπόψη σας και τη γνώμη των κρατουμένων και όχι να νομοθετείτε γι’ αυτούς, χωρίς αυτούς», για να εισπράξει τη χλεύη της πλειοψηφίας των βουλευτών, με την υποκριτική και ρατσιστική φράση πως «δεν συνδιαλέγεται με «εγκληματίες», παρά μονάχα με τους διευθυντές των φυλακών, τους σωφρονιστικούς υπαλλήλους, τους δικαστές, τους δικηγόρους και φορείς για τα δικαιώματα των κρατουμένων». Παρά ταύτα, εκπρόσωποι του υπουργείου Δικαιοσύνης, έστω και αποσπαματικά, διαχρονικά επισκέπτονταν τις φυλακές, όπου οι κρατούμενοι –αν τους δινόταν ο λόγος- δράττονταν της ευκαιρίας να τοποθετηθούν επί κάποιου νομοσχεδίου ή να αναπτύξουν τα αιτήματά τους. Μάλιστα, όταν επρόκειτο για στιγμή κινητοποιήσεων, εκπρόσωποι του υπουργείου υποχρεώνονταν να τους ακούσουν και διαπραγματεύονταν τα αιτήματα, προκειμένου να λήξει η κινητοποίηση. Δεν κατανοούμε πού το μεμπτό. Οι κρατούμενοι έχουν φωνή, και οφείλει να ακούγεται στο υπουργείο της Δικαιοσύνης, αλλά και στη Βουλή. Και ας μην ξεχνάμε πως όλα τα δικαιώματα των κρατουμένων έχουν κερδηθεί με αγώνες και πως τίποτα δεν τους χαρίστηκε.
Στις φυλακές έχει χτιστεί με επιμέλεια ένα ισχυρό άβατο και προκαλεί πάντα αντίδραση, οποιαδήποτε προσπάθεια ρήξης του. Όμως, ο κοινωνικός έλεγχος είναι υποχρέωση όλων και αυτός εξασφαλίζεται με την επικοινωνία (τηλεφωνική επικοινωνία, αλληλογραφία, επισκεπτήρια) και τις επισκέψεις στις φυλακές. Δεν ξεχνάμε πως η εφημερίδα το «Κελί» έχει θεωρηθεί παράνομη από προηγούμενες κυβερνήσεις, παρότι η ενημέρωση των κρατουμένων είναι κατοχυρωμένο δικαίωμά τους. Δεν ξεχνάμε πως σε επίσημους φορείς απαγορεύεται η επίσκεψή τους εντός των κοινόχρηστων χώρων και των κελιών, με σκοπό να αποσιωπηθούν οι συνθήκες κράτησης. Δεν ξεχνάμε πως έχει νομοθετηθεί ειδική επιτροπή ελέγχου, η οποία δεν λειτούργησε ποτέ. Δεν ξεχνάμε τις αμέτρητες καταδίκες από το ευρωπαϊκό δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Βέβαια, αυτές τις μέρες οι τηλεκανίβαλοι είναι προσεκτικοί. Αναγνωρίζουν (!) το δικαίωμα στους κρατούμενους να διαμαρτύρονται για τις συνθήκες κράτησης, αλλά τίποτε άλλο πέραν αυτού. Όμως, ο κοινωνικός έλεγχος δεν αφορά μονάχα αυτό το θέμα, αλλά το σύνολο του σωφρονιστικού συστήματος.
Η ποινικοποίηση της αλληλεγγύης και η ταύτισή της με εγκληματική δράση είναι ο ύστατος στόχος αυτού του διασυρμού. Μέσω του Πάνου Λάμπρου, εκ των ιδρυτικών μελών της Πρωτοβουλίας, θέλουν να σιωπήσουμε και να πάψουμε να αγωνιζόμαστε για τα δικαιώματα των κρατουμένων. Μας απαγορεύουν ως και τη σκέψη για την κατάργηση των φυλακών και σπεύδουν να χτίσουν ακόμα υψηλότερα τείχη, να χτίσουν ανθρώπους. Όμως, οι αγώνες αυτοί δεν εγκαταλείπονται, οι άνθρωποι δεν εγκαταλείπονται. Εμείς, με τον Πάνο Λάμπρου, και όποιον άλλον βρεθεί στο στόχαστρο, μαζί με τους ανθρώπους που κρατούνται έχουμε πολλές μάχες να δώσουμε ακόμα. Αντί να μας αποδυναμώνουν, μας κάνουν πιο δυνατούς. Οι κρατούμενοι, παρά τις προσπάθειες να είναι απομονωμένοι, δεν είναι μόνοι.
Πρωτοβουλία για τα Δικαιώματα
των Κρατουμένων
Τα αιτήματα στο προσκήνιοΑυτή η ανθρωποφαγία, για εμάς είναι μοναδική ευκαιρία να υπενθυμίσουμε ορισμένες από τις κοινές μας διεκδικήσεις. Για να σπάσει το άβατο των φυλακών αγωνιζόμαστε για:
1 Δωρεάν τηλεφωνική επικοινωνία για όλους τους κρατούμενους. Δικαίωμα για τηλεφωνική επικοινωνία όλο το 24ωρο είτε με τοποθέτηση τηλεφώνων σε κάθε κελί, είτε με νομιμοποίηση της κατοχής κινητού τηλεφώνου, χωρίς κάμερα και χωρίς δυνατότητα ηχογράφησης.
2 Διεύρυνση των επισκεπτηρίων πέραν των συγγενών. Δικαίωμα στην ερωτική συνεύρεση.
3 Παραχώρηση δωρεάν εισιτηρίων μετάβασης στη φυλακή για τη διεξαγωγή επισκεπτηρίων.
4 Κοινωνικό έλεγχο σε όλους τους χώρους των φυλακών από αρμόδιους φορείς. Να δημιουργηθεί δωρεάν γραμμή επικοινωνίας των κρατουμένων με το υπουργείο Δικαιοσύνης, 24ωρης λειτουργίας.
5 Εκπροσώπηση των κρατουμένων σε διαβουλεύσεις νομοσχεδίων που αφορούν το σωφρονιστικό σύστημα.
6 Η άδεια να παραχωρείται σε όλους τους κρατούμενους, με αντικειμενικά κριτήρια και χωρίς εξαιρέσεις.
7 Απαγόρευση δια νόμου των παρακολουθήσεων. Άσκηση αυτεπάγγελτων ποινικών διώξεων στη διαπόμπευση κρατουμένων είτε μέσω της δημοσίευσης φωτογραφιών τους είτε μέσω της δημοσίευσης –αμφιβόλου μάλιστα προέλευσης- διαλόγων, που είναι προϊόν παράνομων παρακολουθήσεων.