Μια απόπειρα ερμηνείας της χωρίς όρια επίθεσης που έχει εξαπολυθεί από τη δεξιά και το μιντιακό σύστημα



Εχει ειπωθεί τόσες φορές που καταντάει κοινοτοπία: Αν στρέψουμε την προσοχή μας αποκλειστικά στο δέντρο, δεν θα δούμε το δάσος. Κι όμως αυτό ισχύει εκατό τοις εκατό σ’ αυτή την ιστορία που ξεκίνησε με τις καταγγελίες του κ. Πανούση και τείνει να μεταμορφωθεί σε υπέρτατης σημασίας πολιτικό ζήτημα. Δυστυχώς, υπήρξαν ήδη πάρα πολλοί, και από την αριστερά, που δεν απέφυγαν το λάθος να μη διακρίνουν τη μεγάλη εικόνα. Περιορίστηκαν να θεωρήσουν την υπόθεση μόνο σαν ένα σκοτεινό σενάριο μυστικών υπηρεσιών και να τονίσουν τις ευθύνες της κυβέρνησης που δεν τις ελέγχει.
Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Π. Λαφαζάνη, η οποία μιλάει για «βαθύτατη πρόωρη κρίση της κυβέρνησης» (που έπεσε άραγε από τον ουρανό;) και για «σκοτεινές μεθόδους των στεγανών, που δρουν υπό τη σκέπη της». Αδυνατεί, δηλαδή, να διακρίνει ποιος είναι ο επιτιθέμενος, ποιος ο καθ’ ου η επίθεση, το γιατί της επιθετικότητας, αλλά και το διακύβευμα. Το «δέντρο» που ενδιαφέρει, όπως φαίνεται, είναι η επ’ ευκαιρία καταδίκη της κυβέρνησης.
 
Πίσω από το δέντρο

Τα έχουν αυτά οι πολιτικές αντιπαραθέσεις, ιδίως οι εμφύλιες που συχνά αποδεικνύονται πιο σκληρές. Το ζήτημα όμως, για άλλη μια φορά, δεν είναι να αλληλοκαταγγελθούμε. Είναι αν θα καταλάβουμε τι ακριβώς συμβαίνει και πώς θα το αποτιμήσουμε πολιτικά, ώστε να μην πέσουμε τόσο έξω που να μην αντιληφθούμε ποιο είναι το κύριο και ποιο το δευτερεύον.
Αν παρακολουθήσουμε, πάντως, τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε την καταγγελία στην πλειονότητά του το πολιτικό σύστημα και το αυτάδελφό του μιντιακό (με αποκορύφωμα την απαγόρευση της παρέμβασης της κυβερνητικής εκπροσώπου στο δελτίο ειδήσεων του Μέγκα), μπορούμε αβίαστα να βγάλουμε το συμπέρασμα ότι στόχος τους δεν ήταν κάποια πρόσωπα που ελέγχονται για αμφιλεγόμενες ενέργειες, αλλά γιατί τόλμησαν να εισέλθουν σε άβατο. Και δεν εννοούμε μόνο τις φυλακές και τη χωρίς μεσάζοντες πρόσβαση στους φυλακισμένους. Αβατο για κάποιους είναι το σύνολο των θεσμών που οφείλουν να μείνουν στο διηνεκές εκτός βεληνεκούς όχι μόνο οποιουδήποτε κοινωνικού κινήματος, αλλά και των πολιτικών πρωτοβουλιών μιας νόμιμα εκλεγμένης κυβέρνησης, όταν αυτές θίγουν παγιωμένες καταστάσεις. Τότε κάποιοι νιώθουν ότι κινδυνεύουν τα ιερά και τα όσια του δημοκρατικού πολιτεύματος –όπως αυτοί το εννοούν. Οποιος κάνει τον κόπο να (ξανα)διαβάσει τις θορυβώδεις παρεμβάσεις του κ. Πανούση διά του Τύπου, όσο ήταν υπουργός αλλά και μετά, θα καταλάβει πολύ καλά τι εννοούμε, καθώς και γιατί οι καταγγελίες του ήρθαν τόσο φυσικά και κούμπωσαν με το πνεύμα της αντιπολίτευσης και του μιντιακού συστήματος.
Από αυτή την άποψη, δεν έχει τόσο σημασία τι ειπώθηκε και τι καταγράφηκε ή τι παραποιήθηκε από –έμψυχα ή άψυχα– μηχανήματα μυστικών υπηρεσιών. Σημασία έχει ότι κάποιοι άνοιξαν την πόρτα της φυλακής σε μη φύλακες και αυτοί οι κάποιοι πρέπει να τιμωρηθούν και να εξουδετερωθούν. Πολύ περισσότερο που εκπροσωπούν μια κυβέρνηση, η οποία ως συνομολογήσασα μνημόνιο δεν θα έπρεπε να τολμάει να κάνει τίποτε περισσότερο από να το εφαρμόζει πιστά και μετά χαράς, χωρίς να αφήνει πίσω της το παραμικρό ίχνος τής κατά τον ισχυρισμό της διαφοράς. Και αυτός ο στόχος είναι τόσο σημαντικός για ορισμένους, που μπορούν να αδιαφορούν για τις σοβαρότατες συνέπειες ή παρενέργειες των επιθετικών πράξεών τους. Νυν υπέρ πάντων αγών...

Πέρα από το θρίλερ

Οποιος δεν αντιλαμβάνεται αυτή την πλευρά των πραγμάτων και αρκείται στο σχολιασμό τής θρίλερ πλευράς της υπόθεσης, δεν μπορεί να τοποθετηθεί από τη σωστή μεριά. Αναγκάζεται, όπως βλέπουμε να συμβαίνει, να στέκεται (στην καλύτερη περίπτωση γι’ αυτόν) στη μέση κρατώντας ίσες αποστάσεις ανάμεσα σε θύτες και θύματα, ή ακόμα να παίρνει και το μέρος όσων δεν θέλουν να αλλάξει το παραμικρό.
Αν θέλουμε να πάμε λίγο βαθύτερα, θα δούμε ότι αυτή την τακτική της ολομέτωπης επίθεσης με πλήρη αδιαφορία για τις ασύμμετρες συνέπειες δεν είναι η πρώτη φορά που την παρατηρούμε. Πριν από λίγες μόνο μέρες παρακολουθήσαμε την εξέλιξη της επίθεσης εναντίον του υπουργού Παιδείας Ν. Φίλη, κυριολεκτικά εκ του μη όντος, να φτάνει να φέρει στο προσκήνιο ξανά τους τραμπούκους της Χρυσής Αυγής ως φονικούς εθναμύντορες. Κι αν πάμε στην περίοδο της πρώτης υπουργίας του Ν.μΠαρασκευόπουλου, θα θυμηθούμε με τι λύσσα πολεμήθηκε η σωφρονιστική μετρρύθμιση. Δεν πρόκειται, λοιπόν, για κάποιο φάλτσο, πρόκειται για επιλογή.
Και γιατί επιλέγουν αυτά τα δύο μέτωπα και πολεμούν σ’ αυτά με τόση λύσσα; Για δύο λόγους. Τόσο η εκ δεξιών αντιπολίτευση όσο και το μιντιακό κατεστημένο θεωρούν ότι είναι δύσκολο να πολεμήσουν την κυβέρνηση στο έδαφος των συνεπειών τού μνημονίου, καθώς όχι μόνο το έχουν στηρίξει, αλλά και το ασπάζονται. Αλλωστε, μέχρι πρόσφατα έκαναν ό,τι μπορούσαν να πείσουν τον κόσμο για την αναγκαιότητα όλων των μνημονίων. Κατά συνέπεια, πρόσφορο έδαφος για αντιπολίτευση κατά την άποψή τους είναι το έδαφος στο οποίο μπορεί να ασκήσει πολιτική η κυβέρνηση σχετικά απαλλαγμένη από τους άμεσους καταναγκασμούς των μνημονίων. Και ακριβώς αυτή η πολιτική πρέπει με κάθε τίμημα να αποτραπεί, ει δυνατόν. Αυτός είναι ο στόχος του παράλληλου (αντι)προγράμματος της ΝΔ.

Καλύτερη προετοιμασία, περισσότερη προσοχή

Από την άλλη, αυτά που διακυβεύονται σε τομείς αρμοδιότητας όπως των υπουργείων Παιδείας και Δικαιοσύνης ή ακόμα Προστασίας του Πολίτη, είναι πολύ σημαντικά για όσους ενδιαφέρονται να μη θιγούν τα κακώς κείμενα. Και οι παραμικρές αλλαγές σ’ αυτά τα πεδία βιώνονται από όλα αυτά τα συμφέροντα σαν επικίνδυνες ανατροπές, ακόμα κι αν είναι στην πραγματικότητα αστικοί εκσυγχρονισμοί.
Πρέπει να έχουμε πλήρη συνείδηση ότι οι επιθέσεις αυτού του είδους θα συνεχιστούν και θα ενταθούν. Κι αν θέλει η κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ να τις αντιμετωπίσουν με τις λιγότερες δυνατές απώλειες, οφείλουν, αφενός, να προσέχουν την κάθε κίνησή τους, ώστε να δίνουν τις ελάχιστες δυνατές αφορμές, αφετέρου, όταν πρόκειται να θέσουν και να λύσουν σοβαρά ζητήματα που μπορεί να μοιάζουν και με γόρδιους δεσμούς, να φροντίζουν να το κάνουν προετοιμάζοντας και κερδίζοντας με τα επιχειρήματά τους την «κοινή γνώμη», παρότι δεν είναι και τόσο κοινή στα κρίσιμα ιδίως ζητήματα. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις η ταξική μεροληψία μπορεί να είναι οδηγός, εφόσον είναι μεροληψία υπέρ της μεγάλης πλειονότητας των λαϊκών τάξεων και των αναγκών τους.

Χ. Γεωργούλας
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet