Οι φιλτραρισμένες πληροφορίες που έρχονται από την περιοχή δεν συνάδουν με την αισιοδοξία του ουκρανού προέδρου. Αντιθέτως, πληθαίνουν οι εκτιμήσεις για τεράστια «κόπωση».
Μπορεί ο πόλεμος στην Ουκρανία να έχει εξαφανιστεί από πρωτοσέλιδα εφημερίδων και ιστοσελίδων και από τα δελτία ειδήσεων των ελληνικών ΜΜΕ, αυτό όμως κάθε άλλο παρά σημαίνει ότι έχει απωλέσει κάτι από την αγριότητά του. Την εβδομάδα που πέρασε και οι δύο πλευρές προχώρησαν σε πυραυλικές επιθέσεις και βομβαρδισμούς με εκατοντάδες ή και χιλιάδες θύματα, καθώς είναι δύσκολο να υπάρξει επιβεβαίωση του ακριβούς αριθμού των θυμάτων.
Τυφλά χτυπήματα... ακριβείας
Η ουκρανική πλευρά αξιοποίησε τους υπερσύγχρονους αμερικανικούς πολλαπλούς εκτοξευτήρες ρουκετών (MLRS) τύπου HIMARS και βρετανικούς Μ-270 και με την υποστήριξη δορυφορικών πληροφοριών από τις αμερικανικές/νατοϊκές υπηρεσίες κατάφερε να πλήξει στόχους (αποθήκες πυρομαχικών και κέντρα διοίκησης) πολύ πίσω από το μέτωπο του Ντονμπάς σε βάθος 70-80 χιλιομέτρων. Αυτό έδωσε την ευκαιρία στο Κίεβο να μιλήσει για επιτυχίες, αλλά το αντικρυσμά τους στη «σούμα» της αντιπαράθεσης είναι μάλλον αμελητέο.
Τα χτυπήματα αυτά «ακριβείας» προκάλεσαν την σκληρή απάντηση της ρωσικής πλευράς που διαθέτει πολλαπλάσιο αριθμό τέτοιου είδους συστημάτων, αλλά και υπεροπλία στους αιθέρες. Η ρωσική αεροπορία και το πυροβολικό έπληξαν αποθήκες πυρομαχικών, αεροδρόμια αλλά και στρατώνες των Ουκρανών σε δεκάδες πόλεις. Εκφράζονται υποψίες ότι αυτό μπορεί να είχε ως αποτέλεσμα πρωτοφανείς ανθρώπινες απώλειες.
Το γεγονός ότι όλα αυτά δεν τραβούν πλέον τα φώτα της δημοσιότητας των δυτικών ΜΜΕ σχετίζεται πολύ πιθανώς με το ότι έρχονται σε αντίθεση με την αισιοδοξία, που συνεχίζει να προσπαθεί να μεταδώσει ο πρόεδρος της Ουκρανίας, προαναγγέλοντας μεγάλη συγκέντρωση δυνάμεων με στόχο την ανακατάληψη του Ντονμπάς. Οι φιλτραρισμένες έστω πληροφορίες που έρχονται από την περιοχή δεν συνάδουν με αυτή την αισιοδοξία. Αντιθέτως, πληθαίνουν οι εκτιμήσεις για τεράστια «κόπωση» τόσο των ουκρανών πολεμιστών όσο και των πολιτών, καθώς κοντεύουν πλέον πέντε μήνες από την έναρξη του πολέμου. Η «λαϊκή αντίσταση» που κυριαρχούσε στις ειδήσεις των πρώτων ημερών βρίσκεται σε φθίνουσα πορεία και πολλοί είναι αυτοί που προσπαθούν απλώς να αποφύγουν την στράτευση, την ώρα που διοχετεύονται πληροφορίες ακόμα και για επιστράτευση των γυναικών.
Οι ουδέτεροι παρατηρητές συγκλίνουν πλέον στην άποψη ότι ο «πόλεμος φθοράς» τον οποίο έχει πλέον επιλέξει η Μόσχα θα της δώσει και τη νίκη, με την έννοια ότι θα τη βάλει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με πλεονεκτήματα στα χέρια της τα οποία δεν θα μπορούν να αγνοηθούν. Κανένας στρατιωτικός αναλυτής στη Δύση δεν εκφράζει πλέον εκτιμήσεις για την πιθανότητα «να νικήσει η Ουκρανία». Στην καλύτερη περίπτωση μιλούν για την προσπάθεια «να μην ηττηθεί», ανεξαρτήτως του πόσο το αντιλαμβάνεται αυτό ο καθένας. Όπως το είχε διατυπώσει ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ «να πληρώσει το χαμηλότερο δυνατό τίμημα για την ειρήνη όταν καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων».
Η Ευρώπη ως υπνοβάτης
Οι ΗΠΑ έχουν ρίξει πάντως τους τόνους, ειδικά από εκείνη τη στιγμή που ο πρόεδρος Μπάιντεν είχε δηλώσει ότι ο Ζελένσκι αψήφησε τις προειδοποιήσεις του για τον πόλεμο στις αρχές του χρόνου. Δεν λείπουν πάντως πλέον και τα δημόσια σχόλια αμφισβήτησης της ευθυκρισίας του αμερικανού προέδρου, αλλά και της επαφής του με την πραγματικότητα. Συχνά μοιάζει ασαφές ποιος θέτει τελικά τη γραμμή της κυβέρνησης της Ουάσιγκτον και ποιοι είναι οι απώτεροι στόχοι της. Τα σενάρια πάντως για «ανατροπή» του Πούτιν ή για κάποιου είδους εξέγερση στη Ρωσία έχουν ξεφτίσει, από τη στιγμή μάλιστα που η ρωσική οικονομία δείχνει να ανταποκρίνεται με επιτυχία στα νέα παγκόσμια δεδομένα.
Οι Ευρωπαίοι συνεχίζουν να παρακολουθούν τις εξελίξεις σαν υπνοβάτες, παραμένοντας πιστοί στη ρητορική στήριξης του Κιέβου, αλλά έχοντας σταδιακά απωλέσει την ικανότητα να διατηρούν μια επίπλαστη εικόνα της «μιας γροθιάς» απέναντι στον εισβολέα, που προσπάθησαν να διατηρήσουν επί μήνες.
Η ενίσχυση της Ουκρανίας με όπλα, αφενός έχει τα όρια της και αφετέρου δεν έχει τέτοιο «μέγεθος» που θα μπορούσε να αντισταθμίσει την ρωσική υπεροπλία και να τη βοηθήσει να νικήσει. Ουσιαστικά το μόνο που πετυχαίνει η στρατιωτική υποστήριξη είναι να παρατείνεται ο πόλεμος στο διηνεκές και μαζί του οι απώλειες σε ζωές και υποδομές. Μια πρακτική που πλέον πολλοί αμφισβητούν ανοικτά. Από την άλλη, πληθαίνουν και οι αμφιβολίες για το πού καταλήγουν τελικά τα όπλα που στάλθηκαν στην Ουκρανία, αφού ολοένα και περισσότερα «χάνονται» στα δαιδαλώδη παρακλάδια του λαθρεμπορίου όπλων.
Ρωγμές στο επικοινωνιακό πεδίο
Η αμηχανία της Δύσης είναι εξάλλου διπλή, αφού εκτός από τον πόλεμο στο πεδίο εκτείνεται και στον οικονομικό πόλεμο, που αυτή κήρυξε στη Μόσχα με τις κυρώσεις.
Την ίδια στιγμή και η κοινή γνώμη σε πάρα πολλές χώρες έχει αρχίσει να χάνει το ενδιαφέρον της για τον πόλεμο, αλλά κυρίως την υπομονή της και εστιάζει περισσότερο στις οικονομικές του επιπτώσεις. Αλλά οι ευρωπαϊκές πολιτικές ηγεσίες δε μπορούν να υπερνικήσουν το συναίσθημα ότι στην ουσία αυτοσχεδιάζουν και... ελπίζουν σε κάποιο θαύμα, τόσο σε ό,τι αφορά την έκβαση του πολέμου όσο και σε σχέση με τις συνέπειες του. Η προσπάθεια να προετοιμαστεί η κοινή γνώμη για πρωτόγνωρες ελλείψεις στον τομέα της ενέργειας τον ερχόμενο χειμώνα, με ότι αυτό συνεπάγεται για τις κοινωνίες δεν αυξάνει ούτε την εμπιστοσύνη προς τις επιλογές των ηγετών της ΕΕ, ούτε την αισιοδοξία ότι τα χειρότερα μπορούν να αποφευχθούν τελικά. Ο κίνδυνος της ενεργειακής κατάρρευσης είναι πλέον ορατός και τουλάχιστον οι τρεις μεγάλοι της ΕΕ (Γαλλία, Ιταλία και η... μισή Γερμανία) δείχνουν να επιθυμούν μια αποκλιμάκωση, χωρίς να έχουν σχέδια για το πώς θα μπορούσαν να την επιτύχουν.
Ο Πούτιν μπορεί να παρουσιάζεται (και να είναι) ένας δαιμονικός και κυνικός υπολογιστής που παίζει με την ΕΕ «σαν τη γάτα με το ποντίκι», αλλά αυτό δεν απαλλάσσει την ηγεσία της ΕΕ από την υποχρέωση να απολογηθεί για έλλειψη διορατικότητας και σχεδίου.
Το πρόβλημα της Δύσης, δεν είναι μόνο ότι και η ίδια δεν διαθέτει μια κοινή και ενιαία στόχευση, ακολουθώντας συχνά κάποιες «φαντασιώσεις», αλλά κυρίως ότι δείχνει να μην είναι σε θέση να κατανοήσει και το τι ακριβώς θέλει ο Πούτιν, προκειμένου να έχει κάποιες ελπίδες για να διαπραγματευτεί μαζί του και να μπορέσει να τον αντιμετωπίσει.
Κάποιοι φανατικοί νατοϊκοί πάντως έχουν αρχίσει να ανησυχούν για το ενδεχόμενο «νίκης» του Πούτιν, αφού θεωρούν ότι κάτι τέτοιο δεν θα άφηνε ανέγγιχτη ούτε τη Βορειοτλαντική Συμμαχία ούτε την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μετά τα μεγάλα λόγια και τις αισιόδοξες προβλέψεις των περασμένων εβδομάδων, θα έχει χαρακτήρα «συγκλονισμού» για την αυτοεκτίμηση της Δύσης η παραδοχή ότι παρά τη στράτευσή της και τις «θυσίες», που τόσο διαφημίστηκαν ως «αλληλεγγύη» τελικά το αποτέλεσμα δεν ήταν το αναμενόμενο. Αυτό ουσιαστικά θα αποκάλυπτε τεράστιες δομικές αδυναμίες των θεσμών και των οργάνων του δυτικού κόσμου, που είχαν χτιστεί με πρόγνωση «καλοκαιρίας» και αποκλειστική στόχευση στο κέρδος, που έβλεπε την «ειρήνη» απλώς ως μια προϋπόθεση για την επίτευξή του.