Αν διαβάσει κανείς την ανακοίνωση των ΣΥΝΕΚ (παράταξη εκπαιδευτικών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ) για το 20ο συνέδριο της ΟΛΜΕ, θα εκπλαγεί από την θριαμβολογία, την αυταρέσκεια και την έλλειψη στοιχειώδους αυτοκριτικής για τις αποφάσεις που ψηφίστηκαν και για τα όσα συνέβησαν σ’ αυτό το συνέδριο. Το δε σάιτ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στην καταχώρησή του, αποφεύγοντας προσφυώς τις αιχμές που περιλαμβάνονται στην ανακοίνωση για τις υπόλοιπες αριστερές παρατάξεις, προβάλει με τίτλο αυτό που φαίνεται να ενδιαφέρει περισσότερο απ’ όλα το κόμμα: «Οι ΣΥΝΕΚ σταθερά πρώτη δύναμη της Αριστεράς». Ας ρίξουμε μια ματιά σε ένα απόσπασμα της ανακοίνωσης των ΣΥΝΕΚ: «Τη Δευτέρα 4/7 ολοκληρώθηκε το 20ο Συνέδριο της ΟΛΜΕ. Ένα συνέδριο ιστορικά παραγωγικό, ως προς την λήψη ουσιαστικών αποφάσεων για τον κλάδο και αποτέλεσμα εντατικής εργασίας όσων πιστεύουμε ακράδαντα στην ανάγκη για ενότητα και σύγκλιση προς όφελος του δημόσιου σχολείου. (…) Είμαστε περήφανες και περήφανοι που συμβάλαμε αποφασιστικά στην τεκμηρίωση, την επεξεργασία και τη λήψη των αποφάσεων αυτών, πιστές και πιστοί στην πεποίθηση ότι το συνδικαλιστικό κίνημα έχει ανάγκη την συνεργασία και την σύνθεση και όχι τις στείρες αντιπαραθέσεις».
Αυτό που αποφεύγει να καταγράψει αυτή η ανακοίνωση είναι κάτι ιδιαίτερα σημαντικό και συμβολικά και ουσιαστικά. Οι εν λόγω αποφάσεις ψηφίστηκαν από τις παρατάξεις των ΣΥΝΕΚ (ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ), ΠΕΚ (ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ) και ΔΑΚΕ (Νέα Δημοκρατία). Οι ΣΥΝΕΚ, προφανώς, επιχαίρουν και θριαμβολογούν γιατί η πλειονότητα αυτών των αποφάσεων, με την αφαίρεση βέβαια επίμαχων παραγράφων όπως η εκλογή και η ανάκληση των διευθυντών σχολείων από τον σύλλογο διδασκόντων, εμπεριέχονται στο νόμο Γαβρόγλου. Η ΔΑΚΕ, όπως το κάνει συχνά κι ανέξοδα, ψήφισε αυτές τις αποφάσεις παγιδεύοντας ουσιαστικά τις ΣΥΝΕΚ σε μια συμμαχία για την οποία θα πάρει ως αντιπαροχή την γραφειοκρατική λειτουργία και την αφωνία της ΟΛΜΕ που ζήσαμε την περσινή χρονιά, όπου το υπουργείο Παιδείας πέρασε όλα τα μέτρα αβρόχοις ποσί και με πρωτοφανή σκληρότητα. Παρατηρούμε, λοιπόν, ένα κακέκτυπο συνδικαλισμού παλαιάς πασοκικής κοπής όπου, στη λογική ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, ευνοούνται οι «ανίερες» συμμαχίες με στόχο το επικοινωνιακό κομματικό όφελος, καταργώντας κάθε δυνατότητα αγωνιστικής κατεύθυνσης του κλάδου των εκπαιδευτικών και υποθηκεύοντας κάθε δυνατότητα επικοινωνίας και συνεργασίας με τις άλλες παρατάξεις της Αριστεράς. Στην ανακοίνωσή τους, μάλιστα, αναφορικά με την στάση των Αγωνιστικών Παρεμβάσεων (εξωκοινοβουλευτική Αριστερά) δηλώνουν αφοριστικά: «Έχουν αλλεργία στη δημοκρατία, αλλά η δημοκρατία στο τέλος πάντα νικάει!»
Όσον αφορά τις Αγωνιστικές Παρεμβάσεις, θα πρέπει να παραδεχτούν ότι έχουν σημαντικό πλέον πρόβλημα στρατηγικής και συμμαχιών. Δεν κατάφεραν να κερδίσουν σχεδόν τίποτα από την φετινή ανυπαρξία, με ευθύνη των ΣΥΝΕΚ-ΠΕΚ-ΔΑΚΕ, της ΟΛΜΕ κι η κατεύθυνση για τη απεργία-αποχή από τα πρωτοβάθμια σωματεία (ΕΛΜΕ) είχε πενιχρά αποτελέσματα. Στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση είχαν αντικρουόμενες στρατηγικές και να κόντεψαν διασπαστούν. Η πλειοδοσία επαναστατικού βερμπαλισμού και η έλλειψη συνθετικών κι ενωτικών κατευθύνσεων έχουν καταστήσει τις Παρεμβάσεις αναποτελεσματικές. Ο στόχος της συσπείρωσης στα πρωτοβάθμια σωματεία και στις γενικές τους συνελεύσεις, σε έναν κλάδο εν πολλοίς μικροαστικοποιημένο και βολεμένο, αποτελεί ευσεβή πόθο κι όχι αποτελεσματική προοπτική. Εν κατακλείδι, όποιες ερμηνείες κι αν δίνουν οι παρατάξεις ευλογώντας τα γένια τους, από το 20ο συνέδριο της ΟΛΜΕ βγήκε κερδισμένο το υπουργείο Παιδείας…