Η Ακροδεξιά και η Δεξιά ετοιμάζονται να σαρώσουν στις εκλογές χάρις στον εκλογικό νόμο του Ρέντσι και του Τζεντιλόνι, η Κεντροαριστερά του Λέτα φαίνεται να αδυνατεί να απορροφήσει την χρήσιμη ψήφο μπροστά στην ανάκαμψη του Κινήματος των Πέντε Αστέρων του Κόντε, ενώ οι αποχρώσεις της Αριστεράς και οι εργαζόμενοι ετοιμάζονται να δεχθούν μια ιστορική ήττα στις κάλπες, τόνισε στην «Εποχή» ο Μάρκο Ρεβέλι, ο πανεπιστημιακός και ίσως ο πιο αναγνωρισμένος διανοούμενος της ιταλικής Αριστεράς.

Πώς βιώσατε την προεκλογική εκστρατεία;
Ζήσαμε την πιο βουβή και παθητική εκλογική εκστρατεία της ιστορίας μας, χειρότερη και από τις τελευταίες προεκλογικές εκστρατείες που δεν είχαν συμμετοχή και ενδιαφέρον από τους πολίτες. Ζήσαμε μια καλοκαιρινή προεκλογική εκστρατεία, που διεξήχθηκε κυρίως τον Αύγουστο, χωρίς ιδέες, χωρίς καμία συμμετοχή των πολιτών από τα κάτω, που εκφράστηκε κυρίως από τους ηγέτες των κομμάτων μέσα από τα τηλεοπτικά talk show, που το κοινό να παρακολουθούσε με μια διαρκώς μεγαλύτερη κούραση και μάλιστα μέσα σε μια γενική αδιαφορία. Το τραγικό στοιχείο αυτής της κατάσταση είναι ότι διακυβεύονται πάρα πολλά πράγματα, γιατί αυτή την φορά υπάρχει ο κίνδυνος ενός βαθιού πλήγματος στη δημοκρατία μας, όχι μόνο από την επικείμενη νίκη της δεξιάς, αλλά από το γεγονός ότι στο εσωτερικό της δεξιάς η κινητήρια δύναμή της αποτελείται από μια δύναμη σαφώς και ρητώς νεοφασιστική ή μετά-φασιστική, όπως θέλουν να την αποκαλούν κάποιοι. Οι Αδελφοί της Ιταλίας έχουν ως αρχηγό τη Τζιόρτζια Μελόνι που συμμετείχε στο νεοφασιστικό Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα (MSI), που αποτελείτο από το χειρότερο τμήμα του φασισμού της αποκαλούμενης Δημοκρατίας του Σαλό του Μουσολίνι, των πιο στενών συνεργατών των Ναζί και των ΕςΕς, διατάσσοντας μαζικές εκτελέσεις. Το φασισμό που μας οδήγησε στη μεγαλύτερη καταστροφή της εθνικής ιστορίας μας. Η Μελόνι ήταν στενά δεμένη με τον Τζιόρτζιο Αλμιράντε, τον αρχισυντάκτη μεταξύ άλλων του περιοδικού «Η Άμυνα της Ράτσας», που έφθασε να υποστηρίζει μέχρι και τον ρατσισμό του αίματος. Αυτόν που υπέγραψε τις εκτελέσεις όσων αρνήθηκαν να καταταγούν στον στρατό της Δημοκρατίας του Σαλό και των παρτιζάνων. Τον άνθρωπο που ευθύνεται για χιλιάδες εκτελέσεις. Η Μελόνι δεν αποστασιοποιήθηκε ποτέ από αυτή την ιστορία και δεν άσκησε ποτέ έστω και μια κριτική ή αυτοκριτική. Η Μελόνι σήμερα είναι η υποψήφια για να αναλάβει τα ηνία της νέας κυβέρνησης της ακροδεξιάς και της δεξιάς.
Ο Λέτα πάντως προσπάθησε να χρησιμοποιήσει το παρελθόν της Μελόνι για να εκβιάσει με την χρήσιμη ψήφο τον προοδευτικό κόσμο να ψηφίσει το Δημοκρατικό Κόμμα...
Ο κίνδυνος μιας δραματική νίκης της ακροδεξιάς οφείλεται κυρίως στα τεράστια λάθη αυτών που θα έπρεπε να την αναχαιτίσουν, γιατί μπροστά στο συνασπισμό της δεξιάς και της ακροδεξιάς της Μελόνι άνοιξαν αυτοκινητοδρόμους, όχι απλώς το δρόμο. Το πρώτο, μεγαλύτερο και αδικαιολόγητο λάθος ήταν να μην αλλάξουν τον εκλογικό νόμο. Αυτός θα έπρεπε να ήταν ο πρώτος στόχος του κάθε κόμματος που θα είχε στην καρδιά του τη δημοκρατία και το σύνταγμά μας, αποτρέποντας εκλογικά πραξικοπήματα από τη δεξιά. Ο εκλογικός νόμος που έχει την υπογραφή του Έτορε Ροζάτο του Δημοκρατικού Κόμματος αποτέλεσε το επιστέγασμα της πολιτικής του Ματέο Ρέτσι, που έπεισε τον τότε πρωθυπουργό και σήμερα Ευρωπαίο Επίτροπο Πάολο Τζεντιλόνι να τον υιοθετήσει θέτοντας την ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνησή του για να περάσει αυτόν τον αποτρόπαιο μικτό εκλογικό νόμο, που προβλέπει την εκλογή των σχεδόν δύο τρίτων των αιρετών με αναλογική και τουλάχιστον το εν τρίτο με πλειοψηφικό, εξαναγκάζοντας τις πολιτικές δυνάμεις στη διαμόρφωση συνασπισμών για να κερδίσουν τις έδρες με το πλειοψηφικό σύστημα. Με τον εκλογικό νόμο του Δημοκρατικού Κόμματος μια μειοψηφία του 45% με 47% μπορεί όχι μόνο να πάρει την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών του κοινοβουλίου, αλλά να φθάσει στα δύο τρίτα, αλλάζοντας το σύνταγμα χωρίς να πρέπει να προχωρήσει στη διοργάνωση δημοψηφίσματος, που αποτελεί το αλεξίπτωτο εναντίον συνταγματικών πραξικοπημάτων. Η δεξιά και η ακροδεξιά αποτελούν τη μεγαλύτερη μειοψηφία στην χώρα, αλλά με τον εκλογικό νόμο του Ρέντσι, του Τζεντιλόνι και του Δημοκρατικού Κόμματος θα μπορεί να αλλάξει κατά το δοκούν το σύνταγμα. Ο Ενρίκο Λέτα φέρει τη μεγαλύτερη ευθύνη σήμερα, γιατί δεν άλλαξε τον εκλογικό νόμο, ενώ τεράστιες είναι και οι ευθύνες των υπόλοιπων μη δεξιών πολιτικών δυνάμεων, του Κινήματος Πέντε Αστέρων, του Καλέντα, των αποχρώσεων της Αριστεράς που εκπροσωπήθηκαν στο κοινοβούλιο.
Γιατί ο Λέτα επέμενε μέχρι το τέλος να αποφύγει την αλλαγή του εκλογικού νόμου;
Αυτό είναι το μεγάλο ερώτημα του κάθε συνειδητού δημοκρατικού πολίτη, γιατί με τη δεύτερη κυβέρνηση του Τζιουζέπε Κόντε είχε την πλειοψηφία για να αλλάξει ο εκλογικός νόμος και να οδηγηθούμε στις εκλογές με απλή αναλογική, που θα έκλεινε το δρόμο στην ακροδεξιά. Η μόνη απάντηση που μπόρεσα να δώσω είναι ότι εξυπηρετεί τους αρχηγούς των κομμάτων για να ελέγξουν τις κοινοβουλευτικές ομάδες τους, αφού ο εκλογικός νόμος τους επιτρέπει τον πλήρη έλεγχό τους με την κατάργηση του σταυρού προτίμησης και τον πλήρη έλεγχο στη διαμόρφωση των ψηφοδελτίων που μετατράπηκαν απλώς σε λίστες των αρχηγών των κομμάτων. Η αυτονομία των ψηφοφόρων μειώθηκε στο ελάχιστο και η βούλησή τους εξαρτάται πλέον από την Πολιτική Γραμματεία του κάθε κόμματος. Έτσι οι αρχηγοί των κομμάτων ελέγχουν τις μηχανές τους, τον οργανωμένο κομματικό μηχανισμό και τους ψηφοφόρους τους. Ο εκλογικός νόμος δεν εξυπηρετεί κανένα συλλογικό συμφέρον. Το δεύτερο τραγικό λάθος είναι ότι αυτοί που θα έπρεπε να το κάνουν δεν δημιούργησαν ένα μεγάλο δημοκρατικό συνασπισμό για να κερδίσουν τις εκλογές. Ο εκλογικός νόμος επιβραβεύει τους συνασπισμούς κόμμάτων. Η δεξιά ενώθηκε στις έδρες του πλειοψηφικού, ενώ οι δημοκρατικές δυνάμεις κατεβαίνουν κατακερματισμένες κινδυνεύοντας να μην εκλέξουν σχεδόν κανένα. Οι αρχηγοί των κομμάτων της δεξιάς και της ακροδεξιάς μισούνται μεταξύ τους, αλλά δημιούργησαν ένα συνασπισμό για να σαρώσουν με το 45% τη μερίδα του λέοντος του κοινοβουλίου. Το Δημοκρατικό Κόμμα απέρριψε τη συνεργασία με το Κίνημα Πέντε Αστέρων, που θα αποτελούσε τη φυσική συνέχεια της δεύτερης κυβέρνησης Κόντε, με αποτέλεσμα να μαζέψει την Κυριακή των εκλογών μερικά ψίχουλα στο νέο κοινοβούλιο. Ο Λέτα καλλιέργησε την ψευδαίσθηση μιας συμμαχία με ένας αχυράνθρωπο σαν τον Κάρλο Καλέντα, που αφού τον τράβηξε από τη μύτη τον εγκατέλειψε για να συμμαχήσει με τον Ματέο Ρέντσι εξευτελίζοντας τον Λέτα και το κόμμα του. Η αποκαλούμενη κεντροαριστερά κατεβαίνει στην πράξη μόνη της στις εκλογές, το κέντρο εμφανίζεται με τον Καλέντα και τον Ρέτσι, που μισούνται μεταξύ τους και το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, που κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας ήταν το μόνο που έθεσε επιτακτικά τα μεγάλα κοινωνικά θέματα της χώρας την εποχή του πολέμου στην Ουκρανία. Η κεντροαριστερά μουρμούρισε λίγα πράγματα και τάχθηκε με τις αξίες της Αμερικής και του ΝΑΤΟ, όπως είπε ο Λέτα. Ο Κόντε μίλησε με σθένος για το κοινωνικό εισόδημα των πολιτών, που υιοθέτησε η πρώτη κυβέρνησή του, τον ελάχιστο μισθό, την προστασία των δικαιωμάτων εργαζομένων, την αύξηση των συντάξεων, την κατάργηση της αντεργατικής νομοθεσίας του Ρέντσι.
Τι συμβαίνει στα αριστερά του Δημοκρατικού Κόμματος;
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο υπάρχουν διάφορα κομματάκια από αυτή που ήταν κάποτε η Αριστερά, που δεν μπορούν να δημιουργήσουν ούτε ένα ελάχιστο άθροισμα ουσιαστικών δυνάμεων, μια κρίσιμη μάζα που να μπορέσει να δρομολογήσει κάποιες σημαντικές δράσεις. Έχουμε μια σειρά από μικρούς θάμνους που ευθυγραμμίστηκαν με το Δημοκρατικό Κόμμα, χωρίς να τους ενοχλούν οι τουλάχιστον μετριοπαθείς και κεντρώες θέσεις αυτού του κόμματος. Από την άλλη πλευρά έχουμε δυνάμεις, όπως η Λαϊκή Ενότητα, που αναμφίβολα σε ότι αφορά το πρόγραμμα και τα άτομα που συμμετέχουν ενσαρκώνουν περισσότερο έναν αριστερό λόγο. Τα τελευταία χρόνια όμως οι συνιστώσες της αποτέλεσαν θύματα ενός σκληρού σεχταρισμού και απομονωτισμού που τις καθιστά ελάχιστα αξιόπιστες για να αντιμετωπίσουμε μια τεράστια δύναμη όπως αυτή των δεξιών δυνάμεων. Είναι πολλοί οι ψηφοφόροι που δεν ξέρουν πως να αντιμετωπίσουν τη μεγάλη επίθεση της δεξιάς και μπροστά στον τρομερό αυτό εκλογικό νόμο και το πλειοψηφικό σύστημα που αφορά το εν τρίτο των εδρών θα αποφασίσουν να εκφραστούν με την χρήσιμη ψήφο, που θα επιβραβεύσει αυτούς που έκαναν τα μεγαλύτερα και τα μεγάλα λάθη των τελευταίων ετών. Μια επιλογή που ασφαλώς δεν ανοίγει καμία προοπτική για το μέλλον.
Η χρήσιμη ψήφος όμως δεν φαίνεται να μετακινείται προς το Δημοκρατικό Κόμμα, όπως ήθελε ο Λέτα, αλλά προς το Κίνημα Πέντε Αστέρων του Κόντε. Πολλοί ψηφοφόροι της Αριστεράς ή αριστεροί που απείχαν προσανατολίζονται προς το Κ5Α...
Ασφαλώς. Η κεντροαριστερά εγκατέλειψε μεγάλο τμήμα από τα κοινωνικά της προγράμματα και τους ψηφοφόρους της στο Κ5Α. Η κεντροαριστερά ταυτίστηκε με την πολιτική του Μάριο Ντράγκι και του πολέμου, αντιστρέφοντας κάθε έννοια κοινωνικής πολιτικής και ουσιαστικής προστασίας των εργαζομένων, των ευάλωτων και των μεσαίων χαμηλών στρωμάτων. Η κεντροαριστερά απευθύνεται σε αυτούς που περνάνε καλά, αλλά αυτοί εκφράζονται από άλλους πολιτικούς χώρους. Το Κ5Α φαίνεται πραγματικά, όπως έλεγε ο Κόντε, ως ο μοναδικός υπερασπιστής του λαού κερδίζοντας πολλούς ψηφοφόρους στη Νότια Ιταλία, όπου παίζει καθοριστικό ρόλο το κοινωνικό εισόδημα του πολίτη που απέτρεψε την εκτίναξη της μια άγριας φτώχειας, αλλά ακόμη και στη Βόρεια Ιταλία, όπως το Τορίνο που ζω, γιατί με τη διεύρυνση της φτώχειας υπάρχουν πολλά άτομα που λαμβάνουν το κοινωνικό εισόδημα του πολίτη και στη Βόρια Ιταλία. Η ψήφος στο Κ5Α μετατρέπεται σε χρήσιμη ψήφο, γιατί η δεξιά θέλει να καταργήσει το κοινωνικό εισόδημα του πολίτη που υιοθέτησε ο Κόντε.
Η Ιταλία βιώνει παράλληλα μια κοινωνική κρίση και βλέπουμε ότι συνεχίζεται η αδιαφορία ενός μεγάλου τμήματος των θυμάτων της κοινωνικής και οικονομικής κρίσης προς την πολιτική...
Αυτή είναι η μεγάλη τραγωδία μας. Εάν έχουμε την ταπεινότητα να πάμε να ακούσουμε τι λένε οι εργαζόμενοι στα εργοστάσια της Βόρειας Ιταλίας, στις πόρτες των εργοστασίων, τις λαϊκές αγορές των λαϊκών συνοικιών των μεγάλων πόλεων θα δούμε ότι τα αισθήματα του κόσμου οδηγούν στην αντιστροφή του κόσμου που ξέραμε. Μια έρευνα με συνεντεύξεις εργατών μετάλλου από τη βιομηχανική περιοχή της Μπρέσια στη Λομβαρδία, που θρήνησε πάρα πολλά θύματα με την πανδημία, έδειξε ότι οι μόνοι που έχουν την τάση να ψηφίσουν την κεντροαριστερά ή την Αριστερά είναι οι λίγοι εργάτες μετανάστες που έχουν πάρει ιταλική υπηκοότητα ή είναι παιδιά ξένων μεταναστών, κυρίως Αλβανοί ή από τις χώρες του Μαγκρέμπ. Οι Ιταλοί εργάτες, και αυτός είναι ο ανάποδος κόσμος, αφού πρώτα ψήφησαν Σαλβίνι και αφού μετά ένα τμήμα τους ψήφησε Κ5Α τώρα θα ψηφίζουν μαζικά τη Μελόνι, γιατί νομίζουν ότι είναι διαφορετική από τους άλλους, παρόλο που έχει τις ρίζες της στην χειρότερη ιταλική ιστορία. Δεν τους ενδιαφέρει ότι στο παρελθόν ο χώρος αυτός κυβέρνησε για μια τουλάχιστον δεκαετία μαζί με τον Μπερλουσκόνι και τη Λέγκα. Το γεγονός ότι η Μελόνι ασκεί κριτική στη σημερινή κατάσταση, την καταστροφή και τη διάλυση του κόσμου της εργασίας. Η Μελόνι εκφράζει το μίσος τους για τους μετανάστες, του ξένους. Ένα μεγάλο τμήμα της εργατικής τάξης και των εργαζομένων έχει χάσει αυτήν που κάποτε αποκαλούσαμε ταξική συνείδηση. Αυτή διαγράφηκε εδώ και πολύ καιρό, γιατί καμία πολιτική δύναμη δεν την καλλιέργησε και δεν την ανέδειξε μια πολιτική συλλογικής οικοδόμησης της ταξικής συνείδησης. Έχουμε μια εργατική τάξη και εργαζόμενους χωρίς συνείδηση των συλλογικών συμφερόντων τους, μια τεράστια αδυναμία να αντιπαρατεθούν μπροστά στους εργοδότες και τα αφεντικά τους, την ψευδαίσθηση ότι θα αισθανθούν πιο ισχυροί εάν επιβληθούν στους πιο αδύναμους, όπως οι ξένοι μετανάστες. Οι Αδελφοί της Ιταλίας προσφέρουν πραγματικά μια πολιτική λύση σε όλους αυτούς. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια τεράστια τραγωδία. Έξω από τις πόρτες της εργοστασίου της FIAT της Μιραφιόρι του Τορίνου, του συμβόλου των αγώνων της ιταλικής εργατικής τάξης του προηγούμενου αιώνα, οι περισσότεροι εργάτες δηλώνουν ότι θα ψηφίσουν μια μεταφασιστική δύναμη, γιατί τους υπόσχεται ότι θα καταργήσει το νόμο της Φορνέρο και θα βγουν νωρίτερα στη σύνταξη, γιατί δεν ψήφισαν τον αντεργατικό νόμο του Ρέντσι Jobs Act, γιατί δεν ψήφησαν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές του Μόντι, του Λέτα, του Ρέντσι και του Τζεντιλόνι. Αυτή είναι οι τραγωδία της χώρας μας, οι εργάτες της Μιραφιόρι να ψηφίζουν τους νεοφασίστες που εκφράζουν τα συμφέροντα των αφεντικών τους. Η σημερινή Ιταλία μοιάζει περισσότερο με τη Γερμανία της δεκαετία του 1930. Υπάρχει μια μαζοχιστική τάση στην έκφραση ψήφου των εργαζομένων και των ευάλωτων στρωμάτων. Όταν ο εργάτης ψηφίζει φασίστες δίνει δύναμη στο αφεντικό του. Το κάνει με οργή, γατί το μίσος του εναντίον των πολιτικών που υιοθετήθηκαν μέχρι σήμερα είναι πιο ισχυρό από οποιαδήποτε ιστορική συνείδηση που του έχει απομείνει. Διέγραψαν την ιστορική επίγνωση των εργαζομένων.
Πώς βιώνουν τα συνδικάτα και κυρίως η CGIL αυτή την κατάσταση;
Τα συνδικάτα ακολουθούν μια διαρκή φθίνουσα πορεία τουλάχιστον την τελευταία 20ετία. Τα συνδικάτα δεν κατάλαβαν τις αλλαγές της κοινωνικής σύνθεσης, τις αλλαγές στην τεχνολογική σύνθεση της εργασίας, της τάξης, τις συνέπειες της μεταφορντικής εποχής, το ξεπέρασμα του παραγωγικού μοντέλου του προηγούμενου αιώνα. Το συνδικάτο Εργατών Μετάλλου της CGIL, η FIOM, αποτέλεσε για ένα διάστημα μια μεγάλη εστία αντίστασης. Το παράδοξο ήταν ότι μέσα στο εργοστάσιο έπαιρναν την ταυτότητα της FIOM και αγωνίζονταν και απεργούσαν με την FIOM, αλλά μετά στις βουλευτικές εκλογές ψήφισαν Λέγκα και όχι την κεντροαριστερά ή την Αριστερά. Το είδαμε στη Μπέργκαμο, τη Μπρέσια, το Μιλάνο, το Τορίνο. Οι εργάτες αναγνώριζαν ότι το συνδικάτο υπερασπίζεται τα υλικά τους συμφέροντα, αλλά η πολιτική τους εκπροσώπηση περνούσε από άλλους δρόμους. Από τη στιγμή που το συνδικάτο δεν μπορεί να προστατεύσει τα υλικά συμφέροντα των εργαζομένων δεν λειτουργεί πλέον ούτε αυτό με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να αισθάνονται μόνοι τους και αδύναμοι απέναντι στον εργοδότη τους. Οι εργάτες της FIAT περιμένουν απλώς να βγουν στη σύνταξη για να σωθούν και ψηφίζουν τη Μελόνι γιατί τους υποσχέθηκε ότι θα σταματήσουν να εργάζονται ένα ή δύο χρόνια λιγότερα. Αυτό φαίνεται να έχει μείνει από τη μεγάλη ταξική συνείδηση στην οποία αναφερόταν και ο Αντόνιο Γκράμσι στο Τορίνο.
Πώς βλέπετε να διαμορφώνονται τα μετεκλογικά σενάρια;
Είναι πιθανόν η νίκη της δεξιάς να είναι τόσο σαρωτική που να της επιτρέψει να κυβερνήσει αυτόνομα. Έχω την εντύπωση ότι ο κόσμος θα αντιμετωπίσει μεγάλα και τεράστια προβλήματα το φθινόπωρο και τους πρώτους μήνες του 2023. Η κρίση θα είναι πολύ βαθιά, με παραγωγικές μονάδες που θα κλείσουν ή θα περιορίσουν τις δραστηριότητές τους, τις ανατιμήσεις στα τρόφιμα, τα καύσιμα, την ενέργεια, τις συνέπειες των κυρώσεων στη Ρωσία, τον κατακερματισμό της αλυσίδας παραγωγής που αφορούσε την απορρόφηση προϊόντων από τις ανατολικές χώρες, τη κρίση της Γερμανίας, που αποτελούσε κινητήριο μοχλό για την ιταλική βιομηχανία και οικονομία. Δεν νομίζω ότι τα προβλήματα αυτά θα καταφέρει να τα διαχειριστεί ακόμη και μια μεγάλη κυβερνητική πλειοψηφία, σαν αυτή που φιλοδοξεί να λάβει η Μελόνι. Το Δημοκρατικό Κόμμα στοιχηματίζει σε αυτή την κρίση για να οικοδομήσει ένα νέο διαγώνιο συνασπισμό και να αυτοπροταθεί ως υποψήφιος συνεργάτης μιας νέας οικουμενικής κυβέρνησης παρά ως ένα κόμμα που θα οικοδομήσει για εναλλακτική πολιτική, οικονομική και κοινωνική προοπτική. Για το λόγο αυτό πολλοί συνεχίζουν να πιστεύουν ακόμη στην επιστροφή του Ντράγκι. Έφθασαν μάλιστα να υποστηρίζουν ότι ο Ντράγκι μπορεί να αποτελέσει τον «προστάτη Λόρδο» της Μελόνι, για να τη βοηθήσει να κυβερνήσει και να καλλιεργήσει τις σχέσεις της στις Βρυξέλλες, την Φραγκφούρτη, την Ουάσιγκτον. Το ταξίδι του Ντράγκι στην Ουάσιγκτον φαίνεται ότι έγινε για να καθησυχάσει τις ΗΠΑ για την άφιξη της Μελόνι στα ηνία της κυβέρνησης. Ο Ντράγκι ήδη από το 2013 ισχυριζόταν ότι η Ιταλία έχει έναν αυτόματο πιλότο, ανεξάρτητα από την κυβέρνηση που υπάρχει, υποστηρίζοντας ότι οι εκλογές δεν αλλάζουν τις οικονομικές προτεραιότητες και τα συμφέρονται που θα πρέπει να προστατευθούν. Τώρα ο Ντράγκι κάνει τον σπόνσορα της Μελόνι, όπως είχε κάνει τον σπόνσορα της Τρόικας στην Ελλάδα. Η Αριστερά την επομένη των εκλογών θα πρέπει να λογαριαστεί με τα λάθη της και τον κατακερματισμό της. Πρέπει να οικοδομηθεί μια αξιόπιστη απάντηση στη δεξιά και την ακροδεξιά με το ανοικτό και ενωτικό πνεύμα με το όποιο δημιουργήσαμε την Άλλη Ευρώπη με τον Τσίπρα, που μας οδήγησε σε ένα θετικό εκλογικό αποτέλεσμα που δεν καταφέραμε να αξιοποιήσουμε. Η Αριστερά δεν μπορεί να αποτελεί μια απλή μαρτυρία και το ντεκόρ ενός ελεγχόμενου από την ακροδεξιά και τη δεξιά κοινοβουλίου, ούτε να παραμένει αποκομμένη από τις κοινωνικές τάξεις και τον κόσμο της εργασίας που πρέπει να εκφράζει.