Την Τρίτη που μας πέρασε αποχαιρετήσαμε στο Α νεκροταφείο Αθηνών τον Μάριο Ποντίκα. Μια σπάνια περίπτωση καλλιτέχνη, φίλου, ανθρώπου. Ο Μάριος είχε γράψει πεζά κείμενα, σενάρια και πολλά ακόμη αλλά θα μείνει στην λογοτεχνία για αυτό που ο ίδιος διεκδίκησε να είναι: Ένας σπουδαίος θεατρικός συγγραφέας.

Με αφορμή αυτό γεγονός θα ήθελα να καταθέσω κάποιες σκέψεις που με προβληματίζουν σε λογοτεχνικό επίπεδο. Έχω την αίσθηση –πιο πολύ βεβαιότητα είναι– πως ο θεατρικός συγγραφέας στην Ελλάδα αντιμετωπίζεται ως μια ξεχωριστή περίπτωση εκτός του λογοτεχνικού κανόνα. Όπως ο στιχουργός ή ο σεναριογράφος, ο συγγραφέας του θεάτρου έχει μια θέση κυρίως συμπληρωματική ως προς ένα γεγονός (αυτό της θεατρικής πράξης). Τα θεατρικά κείμενα δεν αντιμετωπίζονται ως αυτοτελή λογοτεχνικά γεγονότα αλλά ως αφορμές προς μια δυνητική εκπλήρωση. Σε αυτό συνηγορεί και η εκδοτική δραστηριότητα και οι εκδοτικοί οίκοι. Πιο συχνά θα αρνηθούν να εκδώσουν ένα θεατρικό κείμενο αλλά και ακόμα και αν το εκδώσουν δεν θα επενδύσουν σε αυτό, ούτε θα προσπαθήσουν να το προωθήσουν. Το θεατρικό έργο έτσι μένει εκκρεμές, πιο πολύ σαν ένα στοιχείο βγαλμένο από το πρόγραμμα κάποιου θεάτρου παρά ως ένα ολοκληρωμένο έργο.

Πέρα από τη στάση των εκδοτικών οίκων πιστεύω πως η στάση αυτή προκύπτει και από την ίδια την κατάσταση του θεάτρου και των θεατρικών παραστάσεων. Από την πλήρη κυριαρχία του σκηνοθέτη.  Όταν κάποιος κοιτάξει τις θεατρικές παραστάσεις σε κάποια εφημερίδα εύκολα θα καταλάβει πως αυτό που κυριαρχεί σε επίπεδο δραματουργίας είναι οι κλασσικοί θεατρικοί συγγραφείς (σε συντριπτικό βαθμό) ή η διασκευή (μυθιστορημάτων, διηγημάτων ακόμα και κινηματογραφικών ταινιών). Τα σύγχρονα έργα του διεθνούς ρεπερτορίου είναι ελάχιστα. Και ακόμα λιγότερα είναι τα σύγχρονα ελληνικά έργα. Το θεατρικό έργο λοιπόν όντως στην θεατρική πράξη αντιμετωπίζεται ως μια αφορμή (πολλές φορές δευτερεύουσα), μια αφετηρία από την οποία θα προκύψει το τελικό αποτέλεσμα της παράστασης.

Και όμως, η απόσταση από ένα έργο μέχρι την αναπαράστασή του δεν μπορεί να είναι επαρκής δικαιολογία για την αντιμετώπιση του θεατρικού έργου ως κάτι το δευτερεύον. Ακόμα και στη συνθήκη όπου το έργο αντιμετωπίζεται ως αφορμή, η αφορμή αυτή οφείλει να είναι καταλυτική. Και δεν υπάρχει τίποτα πιο καταλυτικό από την άμεση συνομιλία με το παρόν και τα διακιβεύματα του. Με την αναπαράσταση του σύγχρονου από έναν σύγχρονο λόγο.

Ο λόγος της κάθε εποχής οφείλει να ειπώνεται ως τέτοιος πάνω στη σκηνή. Αυτό άλλωστε έκανε ο Σαίξπηρ, ο Μολιέρος, ο Τσέχωφ. Αν τα κείμενά τους έμειναν στην ιστορία αυτό έγινε γιατί κατάφεραν να εμβαθύνουν σε τέτοιο βαθμό στη συγκυρία της εποχής τους ώστε να αγγίξουν οικουμενικά ζητήματα. Η εποχή, το παρόν, ο χώρος που τους δόθηκε πάνω στη σκηνή ήταν βασικές προϋποθέσεις ώστε να δημιουργηθούν τα έργα τους. Ακόμα και αν στη συνέχεια κατάφεραν να επιβιώσουν χωρίς όλα αυτά τα στοιχεία. Το θεατρικό έργο όχι μόνο οφείλει να υπάρχει ως κομμάτι του λογοτεχνικού κανόνα αλλά στην πραγματικότητα βρίσκεται ακριβώς στο κέντρο του. Τόσο από ιστορική άποψη (λέγε με Σαίξπηρ) όσο και ως προς την πρακτική. Δεν υπάρχει λογοτεχνικό είδος το οποίο να καταφέρνει να εκφράσει την εποχή του με πιο άμεσο και πιο ουσιαστικό τρόπο. Ακριβώς γιατί έχει ως προυπόθεση ύπαρξης τόσο τον ηθοποιό (ο οποίος είναι ταυτόχρονα ένα ιστορικό υποκείμενο) όσο και το κοινό. Το ζωντανό υποκείμενο στο παρόν του. Το θεατρικό έργο ως πεδίο είναι όντως μια αφορμή. Μια αφορμή για μεγάλη λογοτεχνία.

Ο λόγος λοιπόν που γράφεται αυτό το άρθρο είναι για να επιχειρήσει μια διόρθωση. Ο Μάριος Ποντίκας δεν ήταν ένας από τους σημαντικότερους θεατρικούς συγγραφείς της γενιάς του. Ήταν ένας από τους σημαντικότερους λογοτέχνες της.

 

Θωμάς Τσαλαπάτης tsalapatis.blogspot.com Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet