ΔΙΑΥΛΟΙ ΜΕΤΑΞΥ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

Με τα προ της σύσκεψης των πολιτικών ηγετών στοιχεία, πολύ λίγα εξάλλου, είναι άγνωστο ποιο μπορεί να είναι το αποτέλεσμά της και παρακινδυνευμένη όποια πρόβλεψη. Η απόφαση της κυβέρνησης να ζητήσει από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τη σύσκεψη μάλλον πρέπει να χαρακτηριστεί ξαφνική, παρά το γεγονός ότι στην ομιλία του πρωθυπουργού στις προγραμματικές δηλώσεις υπήρχε σαφής αναφορά στο ασφαλιστικό: ως «εθνική προσπάθεια», όπως σημείωνε, «επιθυμούμε και επιδιώκουμε όλες οι πολιτικές δυνάμεις να παίξουν ρόλο εποικοδομητικό και να συμβάλουν δημιουργικά με προτάσεις». Όσο για το εύρος των θεμάτων που σκόπευε να θέσει προς συζήτηση ο πρωθυπουργός, αυτό άλλαξε στην πορεία και τελικά περιορίστηκε στο προσφυγικό, το ασφαλιστικό και τη συνταγματική μεταρρύθμιση.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης αρνήθηκαν την αναγκαιότητα της συνάντησης και ανεξάρτητα από το ότι θα πάρουν -πλην ΚΚΕ- μέρος στη σύσκεψη, δεν είναι αποφασισμένα να συμβάλουν με προτάσεις. Ήδη το Ποτάμι έσπευσε να αρνηθεί συμμετοχή σε επιτροπή εμπειρογνωμόνων, όπως διέρρευσε ότι θα προτείνει η κυβέρνηση, με πρόεδρο τον Σάββα Ρομπόλη. Ερμηνεύουν, προφανώς, την πρωτοβουλία αυτή ως μια μείζονα προσπάθεια της κυβέρνησης να υποχρεώσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης σε μια στήριξη της διαπραγματευτικής της θέσης και της θέσης της στην κοινωνία. Εν τούτοις, δεν θα μπορούσε και να μην αποδεχθεί την πρόταση αυτή, διότι θα έμενε σαφώς εκτεθειμένη ότι αρνείται το διάλογο ή ότι κρύβει την άποψή της.

Με ποιους στόχους;

Ποιοι είναι, όμως, οι στόχοι της κυβέρνησης, όταν προσφεύγει ξαφνικά σε ένα θεσμό που είναι ελάχιστα δημοφιλής, ιδίως στον κόσμο της Αριστεράς, και αμφισβητούμενο από συνταγματική άποψη; Προφανώς, ο στόχος είναι πολιτικός και μ’ αυτή την κίνηση επιχειρεί ν’ αλλάξει το κλίμα υπέρ της, ενόψει μιας πολύ σκληρής διαπραγμάτευσης για το ασφαλιστικό, αλλά και προβλημάτων που δημιουργούνται, λόγω των εξελίξεων των τελευταίων ημερών, στο προσφυγικό. Οι στόχοι να έχουν περάσει τα κρισιμότερα από τα εναπομείναντα προαπαιτούμενα ως το τέλος του έτους, ως τις 15 Ιανουαρίου η αξιολόγηση και αμέσως μετά να αρχίσει η συζήτηση για το χρέος είναι μείζονες.
Συνεκτιμά, ακόμα, και την καθόλου καλή κατάσταση της αντιπολίτευσης, ιδίως της ΝΔ, η οποία δεν οφείλεται, προφανώς, σε ένα μια τεχνική αστοχία. Η αντιπολίτευση βρίσκεται σε μια αντίφαση, καθώς, ενώ έχει ψηφίσει τη μνημονιακή συμφωνία, που εκβιαζόμενη υπέγραψε η κυβέρνηση, τώρα όχι απλά αρνείται να ψηφίσει τις συνέπειές της -πολιτικά κατανοητό, έστω- αλλά επιπλέον προσφεύγει σε έναν άκρατο λαϊκισμό και σε καθόλου πειστική κριτική στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ-Οικολόγων για «υποχωρήσεις», «ξεπούλημα», κ.τ.λ. Το Ποτάμι και ιδίως το ΠΑΣΟΚ κάνουν «ανένδοτο αγώνα» κατά της κυβέρνησης που υποχωρεί...

Η αντιπολίτευση σε παγίδα

Απ’ αυτή την άποψη, η αντιπολίτευση βρίσκεται σε παγίδα. Στη σύσκεψη των ηγετών, τα κόμματά της, όπως και να τοποθετηθούν, θα υποχρεωθούν να συμπέσουν με τις θέσεις της κυβέρνησης ότι δεν πρέπει να γίνουν περικοπές στις συντάξεις και ότι χρειάζεται να διατηρήσει το ασφαλιστικό τον αναδιανεμητικό του χαρακτήρα ή, όσον αφορά το προσφυγικό, ότι δεν είναι δυνατόν να μην ενισχύονται οι πιο επιβαρυμένες χώρες, όπως η Ελλάδα, και να αφήνεται μόνη, πολύ περισσότερο να μην χαλαρώνει η λαβή της λιτότητας με τα νέα δεδομένα. Όσο και αν ασκεί κριτική στην κυβέρνηση για δημαγωγία, αντιδημοκρατικό πνεύμα, κυνισμό κ.τ.λ., οι τοποθετήσεις της, αν και δεν το επιθυμούν, ενισχύουν τη διαπραγματευτική θέση της κυβέρνησης. Και, έστω σε μικρό βαθμό, θα επιδράσουν κατευναστικά στην αντιπαράθεση των κοινωνικών στρωμάτων που θίγονται ή δεν ανακουφίζονται, όπως ανέμεναν.
Αλλά μια αρνητική στάση θα δημιουργήσει και εσωτερικά προβλήματα στα κόμματα, με πρώτη και καλύτερη τη ΝΔ. Καθόλου τυχαία η εσωκομματική σύγκρουση σ’ αυτό το κόμμα, ως ένα βασικό θέμα είχε το ερώτημα αν θα συνεργαστεί η ΝΔ με τον ΣΥΡΙΖΑ!
Πρόβλημα, όμως, ως προς αυτό υπάρχει και στο ΠΑΣΟΚ. Εννοείται ότι δεν τίθεται στα αλήθεια ζήτημα συνεργασίας -είναι έξω από τη λογική της κυβέρνησης πρώτα απ’ όλα- τίθεται όμως ζήτημα υποστήριξης κάποιων διατάξεων στη Βουλή ή πολιτικών που η ψήφισή τους εκθέτει τα κόμματα αυτά στη δική της βάση.

Αποσπασματική και άτσαλη πρωτοβουλία

Από την κυβέρνηση υποστηρίζεται ότι μια τέτοια πρωτοβουλία, που δεν αποβλέπει σε καμία συμφωνία σε οποιοδήποτε θέμα, αλλά στην ενίσχυση μιας κουλτούρας διαλόγου που πρέπει να κατακτηθεί, είναι η καλύτερη απάντηση στις πιέσεις, από πολλές πλευρές, για οικουμενικές κυβερνήσεις ή άλλου είδους παρεμφερείς λύσεις. Όμως στα μεγάλα εθνικά θέματα, σημειώνουν κύκλοι της κυβέρνησης, είναι σωστό να επιδιώκεται ευρύτερη συνεννόηση πέραν μιας κοινοβουλευτικής περιόδου. Μια τέτοια συνεννόηση, σε μείζονα θέματα, θα ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση της χώρας, όχι στενά της κυβέρνησης.
Παρ’ όλα αυτά, ο τρόπος και ο χρόνος που πάρθηκε αυτή η πρωτοβουλία από την κυβέρνηση, ως ένα βαθμό και το περιεχόμενό της, επιδέχονται ουσιαστική κριτική. Αναφερθήκαμε ήδη στον αναχρονιστικό αυτό θεσμό, που παρακάμπτει θεσμοθετημένους χώρους διαλόγου, όπως το κοινοβούλιο, που κλέβει τη δημοσιότητα άρα μειώνει και την ικανότητα της κοινωνίας να παρεμβαίνει στις εξελίξεις. Να σημειώσουμε ακόμη την παράκαμψη οργάνων του κόμματος ή και της ίδιας της κυβέρνησης, που έπρεπε να είναι γνώστες. Μοιάζει περισσότερο σαν αποσπασματική και άτσαλη πρωτοβουλία, που, ιδίως την ώρα που πάρθηκε, όταν είχαν αποχωρήσει δύο βουλευτές της πλειοψηφίας, έδωσε λαβή στην αντιπολίτευση και ιδίως στα «αντιμνημονιακά», πλέον, μέσα ενημέρωσης να μιλούν για αδιέξοδο και φόβο της κυβέρνησης ότι χάνει την πλειοψηφία, άρα προετοιμάζεται για τα επόμενα βήματα...

Δίαυλοι διαλόγου

Ο διάλογος μεταξύ των κομμάτων δεν πρέπει να σταματά ποτέ, να γίνεται σε κάθε ευκαιρία. Οι ενημερώσεις του πρωθυπουργού και των υπουργών προς τα κόμματα πρέπει σίγουρα να γίνονται πολύ συχνότερα. Οι υπουργοί να ενημερώνουν συχνά και δημόσια τις κοινωνικές οργανώσεις και τους πολίτες και να ακούν τις απόψεις τους. Επιτροπές να συγκροτούνται για μείζονα θέματα και να διαβουλεύονται δημόσια. Οι δίαυλοι είναι πολλοί και μπορεί να βρεθούν και άλλοι. Ο διάλογος με την κοινωνία, τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, πρέπει να είναι συνεχής, ανοιχτός και ουσιαστικός, όχι για το θεαθήναι. Φυσικά, την ευθύνη της τελικής απόφασης και πρότασης, μετά το διάλογο, έχει η εκλεγμένη κυβέρνηση.
Αυτό θα είναι μια συνεισφορά της κυβέρνησης με κορμό την αριστερά: η αναβάθμιση της κουλτούρας διαλόγου. Όταν ανοίγεις δημόσιο και κοινωνικό διάλογο για ένα σοβαρό και δύσκολο θέμα, τότε μπορείς να έχεις και καλύτερη αποδοχή από την κοινωνία. Διαφορετικά, το όποιο όφελος είναι αρκετά βραχυπρόθεσμο.

Π. Κλαυδιανός
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet