Χρήστος Λούκος «Τυπογραφία και τυπογράφοι στην Ερμούπολη της Σύρου (19ος-20ός αιώνας)», Σελεφαΐς, 2021
Αυτό που έχει αποκληθεί ως το «θαύμα της Ερμούπολης», η ex nihilo δηλαδή δημιουργία ενός ακμαίου αστικού κέντρου στον ελλαδικό κορμό κατά τον 19ο αιώνα, πρέπει στις μέρες μας να ανανοηματοδοτηθεί: «θαύμα» δεν αποτέλεσε μόνο η δημιουργία της Ερμούπολης αλλά και επανανακάλυψη της Σύρου ολόκληρης και σταδιακά από τη δεκαετία του 1970. Αυτή η διπλή παραδοχή ίσως βοηθήσει στην εμπέδωση της αντίληψης ότι το παρελθόν χωρίς τις διεργασίες του παρόντος δεν μπορεί να υπάρξει ως ιστορικοποιημένος χρόνος. Ιστορικοί και ιστοριοδίφες όπως ο Τιμολέων Αμπελάς, ο Ανδρέας Χούμης, ο ξεχασμένος Ανδρέας Δρακάκης προσπάθησαν να καταγράψουν λεπτομερώς, να σώσουν από τη φθορά και να καταστήσουν κοινό κτήμα την ιστορική γνώση. Οι προσπάθειές τους, μαζί με το υλικό που περισυνέλεξαν, θα είχαν σαφώς λιγότερη επίδραση και πολλά θα χάνονταν, αν από το 1975 η Εταιρία Μελέτης Νέου Ελληνισμού και οι πέριξ αυτής ιστορικοί δεν οργάνωναν ερευνητικές αποστολές στη Σύρο, προκειμένου να ταξινομήσουν το τότε παραμελημένο αρχειακό υλικό, να καταγράψουν τις πλούσιες βιβλιοθήκες και εν ολίγοις να καταστήσουν τη Σύρο όχι μόνο αντικείμενο αλλά και παραδειγματικό χώρο επιστημονικής έρευνας. Χάρη στις προσπάθειες της κοινότητας των ιστορικών και στη συνειδητοποίηση της τοπικής κοινωνίας της αξίας του ιστορικού της παρελθόντος μπορούμε σήμερα να πούμε ότι το νησί έχει καταστεί πεδίο έρευνας λόγω ακριβώς της συστηματικής εργασίας που προηγήθηκε.
Το νέο βιβλίο του Χρήστου Λούκου με αντικείμενο την τυπογραφία και τους τυπογράφους της Σύρου κατά τον 19ο και τον 20ό αιώνα έρχεται να προστεθεί στη βιβλιογραφία που αφορά την Ερμούπολη, ενώ παράλληλα κομίζει νέα ερευνητικά στοιχεία. Διαρθρώνοντας το υλικό του σε δύο κυρίως άξονες και συμπλέκοντάς το δημιουργικά, ο Λούκος εξετάζει τα τυπογραφεία ως εμπορικές επιχειρήσεις και αναζητά τους εργαζόμενους σε αυτά, ανασύροντας τους ανθρώπους πίσω από την τυπογραφική κάσα.
Εφαρμόζοντας ένα δοκιμασμένο, αν και μονοσήμαντο, ιστοριογραφικό σχήμα περί γένεσης - ακμής - παρακμής, τοποθετεί το υλικό του οριζόντια στον άξονα του χρόνου, προκειμένου να εντοπίσει τις απαρχές, κατόπιν να χαρτογραφήσει τις πρώτες συστηματικές προσπάθειες θεμελίωσης της τυπογραφίας και ακολούθως να καταπιαστεί με την περίοδο της ακμής έως τα τέλη περίπου του 19ου αιώνα – από εκεί και πέρα, η πορεία είναι φθίνουσα, καλύπτοντας τον 20ό αιώνα. Καρπός πολυετούς έρευνας, ιδίως αρχειακής, εφόσον ο μελετητής είναι από τους πρωτεργάτες της επανακάλυψης του νησιού και της ταξινόμησης του εκεί δημοτικού αρχείου, το βιβλίο απαρτίζεται από πληθώρα χρήσιμων για την ιστορική έρευνα παραρτημάτων: κατάλογοι τυπογραφείων, τυπογράφων, συντελεστών εκδόσεων, εφημερίδων, περιοδικών κ.ά., μαζί με μια σταχυολόγηση τίτλων συριανών εντύπων, όπως αυτά παρουσιάστηκαν σε έκθεση στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Ερμουπόλεως το 2015.
Το έργο του Λούκου πρέπει να κριθεί στο σύνολό του προτού κριθεί στα επιμέρους σημεία του – και αυτό διότι βρίσκεται στο σταυροδρόμι πολλών επιστημονικών πεδίων με κέντρο την ιστορία. Έτσι, αποτελεί συμβολή στην ιστορία της τυπογραφίας, πεδίο που στα καθ’ ημάς μάλλον μικρή άνθιση γνωρίζει· αποτελεί οπωσδήποτε ψηφίδα στο πεδίο της ιστορίας του βιβλίου, εφόσον από αυτό αρύεται κάποια εργαλεία, καθιερωμένα ήδη από τις μελέτες του μείζονος Φίλιππου Ηλιού· αποτελεί βεβαίως τμήμα αναπόσπαστο της οικονομικής ιστορίας και της ιστορίας της εργασίας, πεδίο που ο Λούκος συστηματικά έχει θεραπεύσει με τις προγενέστερες εργασίες του και στο οποίο κυρίως στοχεύει· τέλος, αποτελεί μέρος του πεδίου της τοπικής ιστορίας, το οποίο και ανανεώνει με τα μεθοδολογικά εργαλεία των άλλων πεδίων και τη συστηματική έρευνα στα τοπικά αρχεία. Εν ολίγοις, το βιβλίο χαράσσει ένα ευκρινές μονοπάτι ανάμεσα στα πεδία για την περαιτέρω έρευνα εκάστου εξ αυτών.
Πώς άραγε γράφονται βιβλία όπως του Λούκου ή, καλύτερα, πώς διεξάγεται μια εις βάθος ιστορική έρευνα; Το παράδειγμα της Ερμούπολης είναι δηλωτικό: με ανοιχτές βιβλιοθήκες και ταξινομημένα αρχεία, με σύγχρονες ψηφιακές βάσεις δεδομένων, με τη συνεργασία φορέων και ανθρώπων. Πώς άραγε θα συνεχίσει να διεξάγεται η εις βάθος ιστορική έρευνα από τη νεότερη γενιά επιστημόνων; Το παράδειγμα της Ερμούπολης είναι και πάλι δηλωτικό: με την αποδέσμευση της ιστορικής έρευνας από τους κανόνες της αγοράς και τη χρηματοδότηση των βιβλιοθηκών, των αρχείων, των φορέων και των ανθρώπων.