Ξεκινώ και συμφωνώ απολύτως με την τελευταία φράση της παρέμβασης της «Εποχής», την οποία δανείζομαι ως τίτλο του παρόντος κειμένου, σε σχέση με το επίμαχο άρθρο μου, που αφορούσε τα συνδικαλιστικά των εκπαιδευτικών. Το κλίμα όπως έχει διαμορφωθεί από την περσινή χρονιά μεταξύ των αριστερών παρατάξεων, κυρίως στην ΟΛΜΕ, είναι τόσο ανάδελφο κι εχθρικό που αν δεν εξομαλυνθεί, η ήττα των εκπαιδευτικών και του δημόσιου σχολείου στην επίθεση που δέχονται από την ακροδεξιά νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση Μητσοτάκη, θα είναι ολοκληρωτική. Είναι απόλυτη ανάγκη όλες οι παρατάξεις να αφήσουν πίσω την αυθεντία και την απόλυτη αλήθεια που αδιέξοδα κουβαλάνε, να αναλάβουν τις ευθύνες που τους αναλογούν γι’ αυτό το άθλιο κλίμα που επικρατεί στην ΟΛΜΕ και να κοιτάξουν μπροστά κι ενωτικά. Αντίστοιχος προβληματισμός είχε αναπτυχθεί και σε παλιότερο κείμενο της στήλης, με τίτλο «Αριστερό προεδρείο στην ΟΛΜΕ ή πρόεδρος από την ΔΑΚΕ;».
Όσον αφορά στην στήλη μου με τίτλο «ΔΑΙΜΟΝΙΚΑ», φαίνεται ότι ο ρόλος της, παρότι έχει διάρκεια ζωής 17 χρόνων, δεν έχει γίνει κατανοητός ή δεν είναι αρεστός ακόμη και σε πολλά μέλη της συντακτικής επιτροπής της εφημερίδας. Εξηγούμαι λοιπόν: η υπογραφή της στήλης «Ο δικηγόρος του διαβόλου» υποδηλώνει ότι η επιλογή των θεμάτων και ο οξύς, κάποιες φορές, τόνος έχουν σαν σκοπό να υπονομεύσουν παγιωμένες και παραλυτικές βεβαιότητες ή κομματικές συγγένειες και να πιέσουν, ώστε να ανοίξει συζήτηση σε θέματα ταμπού, τα οποία σκεπάζει ένα πέπλο σιωπής. Δεν σημαίνει ότι αυτό γίνεται πάντα με επιτυχία ή ότι δεν γίνονται λάθη ή υπερβολές. Πάντα υπάρχουν τέτοιοι κίνδυνοι όταν γράφεις, πολλές φορές, σε τεντωμένο σχοινί και θίγεις θέματα «καυτές πατάτες» για την Αριστερά. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι δεν υπάρχει η έγνοια τήρησης του άγραφου «Συντάγματος», όπως μου προσάπτει έμμεσα η παρέμβαση της εφημερίδας. Δυστυχώς, βρίσκομαι στη δυσάρεστη θέση να «τα ακούω», από τη μια, από τη συντακτική επιτροπή της «Εποχής» όταν η κριτική κάποιου άρθρου μου θίγει εκλεκτικές συγγένειες κι από την άλλη, από πολλούς συντρόφους που μου προσάπτουν ότι συνεχίζω να γράφω σε μια εφημερίδα που πρόσκειται στον συστημικό ΣΥΡΙΖΑ. Και στις δυο πλευρές απαντώ ότι η σχέση μου με την «Εποχή» είναι σχέση ζωής, το πρώτο μου κείμενο το έγραψα το 1989, στον δεύτερο χρόνο έκδοσης της εφημερίδας, κι ως εκ τούτου αδιαπραγμάτευτη. Επίσης επισημαίνω ότι η «Εποχή», ως «ασθενές όχημα που δεν αντέχει τα πάντα», αυτό που κινδύνεψε να μην αντέξει, ήταν η σχεδόν απόλυτη σύμπλευσή της με τον ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο της διακυβέρνησή του, όταν η κυκλοφορία της έπεσε γύρω στα 650 φύλλα, ενώ σήμερα διατηρώντας μια σχετικά κριτική στάση έφτασε στα 1050 φύλλα.
Ας περάσουμε τώρα στο επίδικο. Εγκαλούμαι ότι παραβιάζω την αρχή της αυτονομίας των συνδικαλιστικών κινήσεων, γιατί τα βάζω με τον ΣΥΡΙΖΑ που δεν παίρνει θέση για τον ρόλο της παράταξής του (ΣΥΝΕΚ) στην ΟΛΜΕ. Στο κείμενό μου γράφω κάτι διαφορετικό, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κρύβεται πίσω από την αυτονομία των συνδικαλιστικών κινήσεων και δεν παίρνει θέση για τον συνδικαλιστικό κατήφορο των ΣΥΝΕΚ, αφήνοντας τεράστια ερωτηματικά ακόμα και σε πολλά μέλη ή ψηφοφόρους του. Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αρκείται και θεωρεί ως επιτυχία την προβληματική ψήφιση, από κοινού ΣΥΝΕΚ, ΔΑΚΕ και ΠΕΚ (ΠΑΣΟΚ), θέσεων στο 20ο συνέδριο της ΟΛΜΕ που απηχούν τον νόμο Γαβρόγλου, χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι κάτι τέτοιο παγιώνει μια παραλυτική και συστημική συνδικαλιστική συμμαχία. Επίσης, δεν προβληματίστηκε η συντακτική επιτροπή της «Εποχής» γιατί δεν υπήρξαν απαντήσεις στο εν λόγω κείμενο που θα αποδείκνυαν τις «ανακριβείς κι υποκειμενικές κρίσεις» που περιείχε, μόνο ανέξοδες τηλεφωνικές διαμαρτυρίες; Φαίνεται ότι της ήταν ευκολότερο να οικειοποιηθεί τις τηλεφωνικές διαμαρτυρίες και να επιτεθεί στον συντάκτη της, εγκαλώντας τον για παραβίαση δεοντολογίας και θέτοντας θέμα υπογραφής σε μια στήλη που γράφεται 17 χρόνια και που ακόμα και οι πέτρες ξέρουν ποιος είναι ο συντάκτης της. Αφού, λοιπόν, τίθεται έτσι το θέμα, το εν λόγω κείμενο υπογράφει ο Πάνος Δημητρούδης, μέλος της Αυτόνομης Ριζοσπαστικής Κίνησης (ΑΡΚ) της Δ’ ΕΛΜΕ Θεσσαλονίκης, η οποία είναι διαφορετική κι όχι αντίπαλη από τις ΣΥΝΕΚ, όπως ατυχώς αναφέρει η παρέμβαση της «Εποχής». Ως ενεργός συνδικαλιστής, λοιπόν, έχω να προσθέσω τα παρακάτω ακριβή γεγονότα: το μέλος του ΔΣ της Δ’ ΕΛΜΕ Θεσσαλονίκης και των ΣΥΝΕΚ, ως διευθυντής στο σχολείο του, έσπευσε να κάνει αναθέσεις των διχαστικών κι αξιολογικών ρόλων (μέντορα-συντονιστή) πριν γίνει η γενική συνέλευση της ΕΛΜΕ. Στη διάρκεια της γενικής συνέλευσης έκανε τα πάντα για να την ματαιώσει, προβάλλοντας στην αρχή θέμα απαρτίας κι αποχωρώντας στο τέλος όταν τέθηκε η ψηφοφορία για την απεργία–αποχή. Κι όπου βρεθεί κι όπου σταθεί ξιφουλκεί εναντίον της απεργίας–αποχής ως απόφασης της Δ’ ΕΛΜΕ, επιμένοντας ότι είναι άκυρη κι ότι οι συνάδελφοι που την εφαρμόζουν θα υποστούν κυρώσεις. Κινδυνολογία αντίστοιχη με αυτήν της ΔΑΚΕ, που υπηρετεί σαφέστατα το αφήγημα του υπουργείου Παιδείας. Κι όλα αυτά ενόσω στη Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδος (ΔΟΕ) η συνδικαλιστική παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ (ΕΡΑ) στηρίζει την απόφαση για κλιμάκωση του αγώνα και επαναπροκήρυξη της απεργίας–αποχής που κρίθηκε παράνομη με φαστ-τρακ δικαστικές αποφάσεις. Άλλα τα μάτια του λαγού κι άλλα της κουκουβάγιας;
Υ.Γ.: Με την απόφαση του υπουργείου Παιδείας για ηλεκτρονικές εκλογές στα υπηρεσιακά συμβούλια, άνοιξε ένα ακόμη ακανθώδες ζήτημα για τις συνδικαλιστικές παρατάξεις των εκπαιδευτικών. Επιφυλασσόμαστε για επόμενο άρθρο…