Η ανησυχητική συχνότητα σοβαρών και θανατηφόρων εργατικών ατυχημάτων αναδεικνύει με τον πιο τραγικό τρόπο το έλλειμμα μέτρων προστασίας στους εργασιακούς χώρους. Δυστυχώς η πορεία των μεγεθών δείχνει ότι το 2022 εξελίσσεται σε αρνητικό ορόσημο.

Φυσικά και η ασφάλεια και υγεία δεν αποτελεί ανεξάρτητη μεταβλητή. Έχει να κάνει με τη γενικότερη τάση επισφαλειοποίησης και το νέο υπόδειγμα στις εργασιακές σχέσεις που γεννούν επικίνδυνες δυναμικές. Για παράδειγμα, τα εξαντλητικά ωράρια και η εντατικοποίηση είναι στατιστικά αποδεδειγμένο ότι οδηγούν σε αυξημένο κίνδυνο ατυχημάτων. Την ίδια στιγμή, η γενίκευση του εργαζόμενου γενικών καθηκόντων, χωρίς καθήκοντα και ειδικότητα οδηγεί στην συστηματική υποτίμηση της εκπαίδευσης, του πιο κομβικού ίσως παράγοντα για την ασφάλεια στην εργασία.

Η απαξίωση της εργασίας σε ένα περιβάλλον που διαχρονικά χαρακτηρίζονταν από ελλιπή κουλτούρα πρόσληψης έχει δημιουργήσει μια εκρηκτική κατάσταση. Ακόμα και κλάδοι που θεωρούνταν από τη φύση των δραστηριοτήτων τους χαμηλού ρίσκου παρουσιάζουν σοβαρά εργατικά ατυχήματα με ανησυχητική συχνότητα.

Απέναντι σε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα ο κόσμος της εργασίας είναι για μια ακόμα φορά μόνος. Η κυβέρνηση έχει επιλέξει να αδρανοποιήσει το ΣΕΠΕ, αποδυναμώνοντας τα εργαλεία ελέγχου και κυρώσεων. Έχει στείλει από καιρό μήνυμα ανοχής στην παραβατικότητα, αδιαφορώντας για το ότι, όταν το προνόμιο του εργοδότη να κάνει ό,τι θέλει ασκείται πάνω στην ασφάλεια των εργαζόμενων, κοστίζει ανθρώπινες ζωές.

Την ίδια στιγμή η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας στερείται και της πιο βασικής αντίληψης για τον ρόλο της Επιθεώρησης Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία. Ακόμα και στην περίοδο της πανδημίας, που το ζήτημα της υγείας στους χώρους δουλείας θα έπρεπε να είναι πρώτη προτεραιότητα, μετέτρεψε το ΣΕΠΕ σε παρακολούθημα της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας και άφησε αναξιοποίητη την τεχνογνωσία του οργανισμού. Χωρίς κατευθυντήριες γραμμές και εστιασμένους ελέγχους παρακολουθήσαμε τη μετατροπή σειράς εργασιακών χώρων σε εστίες διασποράς του ιού.

Η κυβέρνηση συνεχίζει την πεπατημένη, να θεωρεί την Επιθεώρηση ΑΥΕ τον υποβαθμισμένο κλάδο μιας υποβαθμισμένης υπηρεσίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 2000 έως το διαγωνισμό ΑΣΕΠ, που πραγματοποίησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ το 2019, δεν πραγματοποιήθηκε καμία νέα πρόσληψη επιθεωρητή ασφάλειας και υγείας.

Ένα ζήτημα που κρίνεται καθημερινά στους χώρους εργασίας εκατομμυρίων ανθρώπων που έρχονται αντιμέτωποι με το πιο ευρύ φάσμα κίνδυνων μπορεί να είναι εύκολη. Το να ξαναβρεθεί η πολιτική βούληση είναι ασφαλώς το πρώτο βήμα. Από εκεί και πέρα χρειάζεται η στρατηγική, διαρκής παρέμβαση και αυστηρή επιβολή της τήρησης του πλαισίου.

Για αυτό τον λόγο ο ρόλος του ενεργού ΣΕΠΕ, όπως έχει δείξει η πρόσφατη ιστορία, είναι κομβικός. Και γίνεται ακόμα πιο αναγκαίος γιατί στις περισσότερες περιπτώσεις η απουσία συλλογικής οργάνωσης στέρει έναν πολύτιμο πρώτο μηχανισμό για την ανάδειξη και πρόληψη ζητημάτων ασφάλειας στους εργασιακούς χώρους.

Για να περάσουμε λοιπόν σε μια αποτελεσματική στρατηγική για την ασφάλεια των εργαζόμενων απαιτούνται τρία πολύ συγκεκριμένα βήματα:

Πρώτον, την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης του κόσμου της εργασίας στο ΣΕΠΕ. Η δράση του ΣΕΠΕ την περίοδο 2015-19 μπόρεσε να περάσει το μήνυμα ότι υπάρχει διέξοδος και να χτίσει παραδείγματα βελτίωσης των συνθηκών εργασίας. Για αυτό και το στοίχημα της Νέας Δημοκρατίας είναι η αδρανοποίηση του ΣΕΠΕ να μετατραπεί σε διαρκή έλλειψη προσδοκιών από το κοινό για τις δυνατότητες παρέμβασης του, κλειδώνοντας τους εργαζόμενους σε θέση αδυναμίας.

Δεύτερον, τη σημαντική ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού για την επανίδρυση της Επιθεώρησης Εργασίας. Ειδικά η Επιθεώρηση ΑΥΕ καλείται να ανταποκριθεί σε πλήθος καθηκόντων: από την ενημέρωση των νέων επιχειρήσεων και τους στοχευμένους προληπτικούς ελέγχους μέχρι τη διερεύνηση καταγγελιών και εργατικών ατυχημάτων. Ο πήχης της στελέχωσης πρέπει να μπαίνει στη δυνατότητα να ανταποκριθεί το ΣΕΠΕ σε όλα τα παραπάνω με υψηλό βαθμό επάρκειας και γεωγραφικής κάλυψης. Κάτι που απαιτεί πολλαπλάσιο δυναμικό από τους 250 Επιθεωρητές Ασφάλειας και Υγείας που υπηρετούν σήμερα.

Τρίτον, την απόσπαση του ΣΕΠΕ από τον διοικητικό έλεγχο τυπικού χαρακτήρα προβλέψεων της νομοθεσίας για την ασφάλεια και την υγεία στην εργασία και τον αναπροσανατολισμό του στην παρέμβαση στους χώρους δουλείας. Είναι επιτακτική ανάγκη οι Επιθεωρητές να πάψουν να καταναλώνουν πολύτιμο χρόνο σε αλλότρια καθήκοντα. Η υιοθέτηση ψηφιακών εργαλείων ελέγχου μπορεί να μειώσει τη γραφειοκρατία και να αποδώσει περισσότερα στην προάσπιση της ασφαλείας και της υγείας στην εργασίας.

Τέλος, το πιο σημαντικό είναι τα παραπάνω να αποτελέσουν κομμάτι ενός συνολικού σχεδίου για την ανάκτηση της εργασίας. Πρέπει να πείσουμε τον κόσμο ότι τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν ριζικά, ίσως το να πειστεί ότι η πολιτική έχει κάτι να πει για το πώς θα πηγαίνει και θα γυρνάει από τη δουλεία του με ασφάλεια να είναι μια καλή αφετηρία.

 

Πάνος Κορφιάτης Ο Πάνος Κορφιάτης είναι πρώην γενικός γραμματέας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας. Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet