Τελικά η σύγκριση ήταν άδικη. Το μαρούλι αποδείχτηκε πολύ πιο ανθεκτικό από την Λιζ Τρας. Λίγες ώρες μετά τις μαχητικές της διαβεβαιώσεις ότι είναι αποφασισμένη να αγωνιστεί για να ξαναφέρει την Βρετανία στο ύψος που της αρμόζει, η πρωθυπουργός των 44 ημερών αναγκάστηκε να ακούσει τη φωνή των αγορών, των συστημικών ΜΜΕ, αλλά και των βουλευτών της που άλλοι δημόσια και άλλοι παρασκηνιακά ξεκαθάριζαν πως το αστέρι της έχει δύσει ολοκληρωτικά.
Οι Συντηρητικοί Τόρις αναζητούν και πάλι ηγέτη και η χώρα αναζητά πάλι πρωθυπουργό. Αυτή τη φορά με εκλογή εξπρές. Η εξοντωτική διαδικασία που είχε ακολουθηθεί από τον περασμένο Ιούλιο μετά την παραίτηση Τζόνσον μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου, αναδεικνύοντας την Τρας ως τη θεωρούμενη «καλύτερη» από την βάση του κόμματος, δεν μπορεί να επαναληφθεί. Ο χρόνος πιέζει, η λίρα έχει υποστεί τεράστιο πλήγμα, οι αγορές αδημονούν, απεργίες ετοιμάζονται σε μια σειρά από κλάδους.
Δεν είναι αναρχία, είναι παρωδία
Μάλλον με παρωδία αυτού που εννοούσαν οι Sex Pistols με το ιστορικό «Anarchy in the UΚ» μοιάζει όλο αυτό, όπως παρωδία θύμιζε η φιλοδοξία της πρώην υπουργού Εξωτερικών να δώσει «νοστιμάδα» στον ξαναζεσταμένο θατσερισμό. Αλλά φαίνεται ότι η κωμικοτραγωδία δεν έχει ακόμα φτάσει στο αποκορύφωμά της. Η επανεμφάνιση στο προσκήνιο του Μπόρις Τζόνσον ως πιθανού διαδόχου της διαδόχου του δείχνει ότι η διαστροφή των Τόρις δεν έχει όρια.
Η αποκαθήλωση της Τρας θα μπορούσε να λειτουργήσει καθαρτικά για τη χώρα. Αν οδηγούσε στην παραδοχή από την κομματική ηγεσία δύο βασικών «αποκαλύψεων» που έφεραν οι τελευταίοι μήνες. Η πρώτη παραδοχή έχει να κάνει με το γεγονός ότι ακόμα και οι πιο σκληροί νεοφιλελεύθεροι αναλυτές διεμήνυσαν στην κυρία Τρας ότι υπάρχουν και κάποια όρια στην πολιτική ενάντια στην κοινωνία που ήθελε να εφαρμόσει. Το να υπόσχεσαι «ανάπτυξη, ανάπτυξη, ανάπτυξη» μόνο μέσω της μείωσης των φόρων για τους πλούσιους, τις επιχειρήσεις, τους γαιοκτήμονες δε μπορεί να αποτελεί σοβαρή οικονομική πολιτική, ειδικά όταν έχεις απέναντί σου εκατομμύρια βασανισμένων από την πανδημία και την ακρίβεια ανθρώπων, που αδυνατούν να σκεφτούν πώς θα βγάλουν το χειμώνα.
Η δεύτερη παραδοχή έχει να κάνει με το μύθο του Βrexit. Η Τρας στην προεκλογική της εκστρατεία μιλούσε λες και η Βρετανία βρίσκεται ακόμα στην ΕΕ. Υποσχόταν να καταργήσει οποιαδήποτε δέσμευση-ρύθμιση προερχόταν από τις υποχρεώσεις του πρώην κράτους-μέλους, αποδίδοντας μαγικές απελευθερωτικές δυνάμεις σε μια τέτοια στρατηγική. Δεν ήταν και πολύ διαφορετικά αυτά που έλεγε από τις ρητορείες του Μπόρις Τζόνσον.
Στο μεταξύ ακόμα και κάποιοι φανατικοί Βrexiters πρέπει να έχουν καταλάβει ότι το πρόβλημα του Ηνωμένου Βασιλείου δεν ήταν αποκλειστική ευθύνη των Βρυξελλών.
Με άλλα λόγια: Η κατάρρευση της αφήγησης της Τρας θα έπρεπε να κάνει τους Τόρις, αλλά και συνολικά το πολιτικό σύστημα της χώρας να κατανοήσουν ότι το να τσαλαβουτάς στα βαλτόνερα ενός οικονομικού εθνικισμού, φορώντας μπλουζάκια με συνθήματα για την μαγεία της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας δεν μπορεί να αποτελεί κυβερνητική συνταγή επιτυχίας.
Απευκταία λύση
Δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι οι Συντηρητικοί το έχουν συνειδητοποιήσει αυτό. Εκεί βρίσκεται άλλωστε η ισχύς των εμμονών. Δύσκολα τις εγκαταλείπεις ακόμα και όταν διαρκώς διαψεύδονται. Αλλά τόσο το πρόγραμμα του μερικών ωρών υπουργού Οικονομικών Τζέρεμι Χαντ, όσο και τα όσα έχουν κατά καιρούς εκφράσει οι υποψήφιοι για τη διαδοχή στην ηγεσία, δείχνουν ότι η γραμμή των Τόρις δεν θα αλλάξει. Με δεδομένο ότι ο νέος τους ηγέτης και πρωθυπουργός δεν θα είναι εκλεγμένος από το λαό, είναι ένα αίνιγμα το πώς πιστεύουν ότι θα μπορέσει να αποκαταστήσει την «ηρεμία και τη σταθερότητα στη χώρα».
Θεωρητικά η προσφυγή στις κάλπες θα ήταν μια λύση. Αλλά για τους Τόρις αυτό θα σήμαινε αυτοκτονία, συνεπώς θα κάνουν ό,τι μπορούν για να την αποφύγουν. Από την άλλη, η χλιαρή πολιτική του Κιρ Στάρμερ δεν δίνει καμιά εγγύηση ότι οι Εργατικοί θα έχουν το θάρρος για να εγκαταλείψουν το «μπλερισμό», που τους έφερε για σχεδόν 13 χρόνια στην αντιπολίτευση, χάνοντας μάλιστα εκλογές από πρωθυπουργούς που λίγο αργότερα αποδεικνύονταν «ξοφλημένοι».