«Βηθλεέμ, Δυτική Όχθη, Κατεχόμενη Παλαιστίνη. Βρίσκεται υπό κατοχή από το 1967. Το 2002 οι δυνάμεις κατοχής ξεκίνησαν την κατασκευή του διαχωριστικού τείχους γύρω από την πόλη. Έτσι είναι αόρατοι οι στρατιώτες των δυνάμεων κατοχής και οι κάτοικοι, κυρίως οι γυναίκες, πιο ευάλωτες. Οι Παλαιστίνιοι που αποχωρούν ή εισέρχονται στη Δυτική Όχθη χρειάζονται ειδική άδεια από τη Μυστική Υπηρεσία των δυνάμεων κατοχής». Με αυτές τις πληροφορίες ξεκινάει η ταινία «Η παγίδα» (Huda’s salon) του Χάνι Αμπού-Ασάντ.
Όλα ξεκινούν από ένα κομμωτήριο όπου μια νεαρή μητέρα η Ριμ πήγε να κόψει τα μαλλιά της. Όση ώρα η Χούτα, η ιδιοκτήτρια του κομμωτηρίου, την περιποιείται, οι δυο γυναίκες συζητούν και η Ριμ παραπονιέται πως ο άντρας της ο Γιουσέφ την αγαπά αλλά την ζηλεύει πολύ. Μετά από έναν καφέ που πρόσφερε η Χούτα στην πελάτισσά της η τελευταία θα αποκοιμηθεί και η κομμώτρια αφού κλείσει το μαγαζί την μεταφέρει σε ένα διπλανό δωμάτιο. Εκεί περιμένει ένας άνδρας, γδύνουν την κοπέλα, γδύνεται κι εκείνος, ξαπλώνει δίπλα της και η Χούτα τους φωτογραφίζει με μια μηχανή πολαρόιντ. Μετά από λίγο και αφού ο νεαρός έχει φύγει, η Ριμ ξυπνά γυμνή στο κρεβάτι. Η Χούτα της δείχνει τις φωτογραφίες και της ζητά να δουλέψει για τις μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ, δίνοντας πληροφορίες για καταζητούμενους, για όπλα, για τρομοκράτες. Η Ριμ φεύγει τρομοκρατημένη έχοντας στην τσέπη της τον τηλεφωνικό αριθμό κάποιου από τις μυστικές υπηρεσίες. Όμως η παλαιστινιακή αντίσταση παρακολουθεί το κομμωτήριο και βλέπουν την Ριμ να βγαίνει. Όταν θα συλλάβουν την Χούτα και θα την ανακρίνουν, θα αποκαλυφθεί πως κι άλλες γυναίκες έπεσαν στην παγίδα της και αναγκάστηκαν να προδώσουν για να μην εκτεθούν και να μην σπιλωθεί η τιμή τους. Παρακολουθώντας την ανάκριση της Χούτα από έναν παλαιστίνιο μαχητή, τον Χασάν, θα μάθουμε πολλά για την ίδια αλλά και για τον ανακριτή της.
Συγκλονιστικό πολιτικό θρίλερ, βασισμένο σε αληθινά γεγονότα. Ο Χάνι Αμπού-Ασάντ σκηνοθετεί δυναμικά, δημιουργεί ένταση, εισχωρεί μέσα στην ίδια την παλαιστινιακή αντίσταση όπου συνυπάρχει ο ηρωισμός με την προδοσία. Σε μια κοινωνία γεμάτη αντιφάσεις και αντιθέσεις, όπου ο αγώνας για την ελευθερία συνυπάρχει με την καταπίεση και τους συντηρητικούς κοινωνικούς θεσμούς. Αυτό λέει η Χούτα στον Χασάν κατά τη διάρκεια της ανάκρισης, πως «πιο εύκολη είναι η κατοχή μιας κοινωνίας που ήδη καταπιέζει τον εαυτό της». Έτσι ο σκηνοθέτης, την ίδια ώρα που καταγγέλλει την καταπίεση των Παλαιστινίων από το Ισραήλ, βλέπει κριτικά και την αντίσταση, δεν την εξιδανικεύει, δεν την τοποθετεί σε κάποιο βάθρο αλλά της προσδίδει τις πραγματικές της διαστάσεις και τα όρια των ανθρώπων οι οποίοι την υπηρετούν.
Κλειστοφοβική, σκοτεινή ταινία, η οποία αναδίδει μια αίσθηση ασφυξίας. Ο Χάνι Αμπού-Ασάντ στοχεύει κυρίως στο εσωτερικό την Παλαιστίνης. Η κατάσταση η οποία επικρατεί είναι αποτέλεσμα της κατοχής, του τείχους, της καταπίεσης αλλά υπάρχουν και προβλήματα ενδογενή τα οποία πρέπει να αντιμετωπιστούν από τους ίδιους τους ανθρώπους οι οποίοι ζουν στα κατεχόμενα και που πρέπει να παλέψουν ενάντια στους ίδιους τους εαυτούς τους. Φυσικά το ζητούμενο της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας παραμένει κυρίαρχο αλλά δεν είναι μόνον αυτό.