Μια ακόμα δεξιά κυβέρνηση διαδέχεται αυτήν της Λιζ Τρας, χωρίς εκλογές, όπως και η προηγουμένη, χωρίς λεπτομερείς προγραμματικές δηλώσεις, όπως και η προηγουμένη, αν και ήδη ο νέος πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ μάς έχει προειδοποιήσει για τη σκληρή λιτότητα που έρχεται. Ενδεχομένως γιατί όντας εκατομμυριούχος ο ίδιος, δεν αντιλαμβάνεται τις δραματικές συνθήκες που αντιμετωπίζουν ήδη πολλοί πολίτες. Ο καινούργιος πρωθυπουργός και πρώην υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης του Μπόρις Τζόνσον, που θεωρείται από τις αγορές «αξιόπιστος» και «συνετός» (και έχει υπάρξει και ο ίδιος τραπεζίτης), έχει δύο προτεραιότητες: να κρατήσει το κόμμα του ενωμένο και να μειώσει το χρέος της χώρας, που αυτή την στιγμή έχει φτάσει το 99.6% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ).
Το «νέο» υπουργικό συμβούλιο που ανακοινώθηκε αυτή την βδομάδα, αποτελείται από γνωστούς υπόπτους του Συντηρητικού Κόμματος, με τον Τζέρεμι Χαντ να παραμένει στη θέση του υπουργού Οικονομικών (θέση που κατέλαβε μετά την παραίτηση του Κουάσι Κουαρτένγκ, του εκλεκτού της Λιζ Τρας), τον Ντόμινικ Ραάμπ (που είχε διάφορα υπουργικά πόστα από το 2017) ως αναπληρωτή πρωθυπουργό και υπουργό Δικαιοσύνης και, προς μεγάλη έκπληξη πολλών, την Σουέλα Μπράβερμαν, στη θέση της υπουργού Εσωτερικών. Η τελευταία παραιτήθηκε από την κυβέρνηση της Λιζ Τρας για παραβίαση κανόνων ασφάλειας, για να επιστρέψει στην κυβέρνηση Σούνακ μόλις έξι μέρες μετά.
Ίδιες αξίες και πολιτικές
Η διαφορά μεταξύ της Λιζ Τρας και του Ρίσι Σούνακ δεν έγκειται τόσο στις διαφορετικές πολιτικές θέσεις και αξίες μεταξύ των δύο, αλλά στην ικανότητα των δύο πρωθυπουργών να εμπνεύσουν σταθερότητα και να προσαρμόσουν την πολιτική τους σύμφωνα με την οικονομική και πολιτική συγκυρία. Η Τρας μιλούσε για ανάπτυξη και χαμηλότερη φορολογία, ενώ για το Μπρέξιτ, ακολουθούσε τη γραμμή Τζόνσον, παρά την πάλαι πότε θέση της υπέρ της παραμονής. Στην πραγματικότητα, οι περικοπές θα συνεχίζονταν και οι μεγάλοι κερδισμένοι της χαμηλότερης φορολογίας θα ήταν οι επιχειρήσεις και τα ανώτερα οικονομικά στρώματα. Με τον πληθωρισμό πάνω από το 10%, η οικονομικά ορθόδοξη αντιμετώπιση είναι η αύξηση των επιτοκίων. Με το χρέος της χώρας να αγγίζει το 100% του ΑΕΠ, η οικονομικά ορθόδοξη αντιμετώπιση είναι οι περικοπές και η ελάττωση του δανεισμού. Ο μίνι προϋπολογισμός που ανακοίνωσε η Τρας και η αρχή του τέλους για εκείνη, υποδήλωνε περαιτέρω δανεισμό και μεγαλύτερο χρέος. Η Τράπεζα της Αγγλίας (με την οποία η Τρας ήρθε σε ρήξη) αύξησε τα επιτόκια κατακόρυφα μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, κάνοντας πολλά στεγαστικά δάνεια μη εξυπηρετήσιμα. Η βοήθεια για τους λογαριασμούς ενέργειας που ανακοίνωσε η πρώην πρωθυπουργός, είναι πολύ μικρή για να κάνει τη διαφορά, ειδικά σε ένα περιβάλλον που η πραγματική αξία των μισθών έχει συρρικνωθεί.
Η σκυτάλη πέρασε στον Σούνακ (για μια ακόμη φορά χωρίς να ερωτηθεί το εκλογικό σώμα), που σαν πρώην υπουργός Οικονομικών δεν είναι καθόλου άμοιρος ευθυνών για την παρούσα κατάσταση. Οι αναγκαίες δαπάνες στις οποίες προέβη την περίοδο της πανδημίας για να προστατευθούν εργαζόμενοι και επιχειρήσεις, αυξήσαν τη δημοτικότητα του μεταξύ του εκλογικού σώματος, αλλά από τότε μέχρι σήμερα το οικονομικό πλαίσιο έχει αλλάξει: ο κρατικός μακροχρόνιος δανεισμός της χώρας τότε είχε σχεδόν μηδενικό επιτόκιο, ενώ σήμερα είναι κοντά στο 5%. Η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας έχει επιδεινωθεί, η στασιμότητα της παραγωγικότητας μετράει ήδη μια δεκαετία και η έλλειψη εργατικού δυναμικού δεν πρόκειται να αλλάξει, μιας και ούτε ο Σούνακ, ούτε και κανείς άλλος, θα υποστηρίξει οποιαδήποτε μεταναστευτική πολιτική που θα πήγαινε εναντίον του Μπρέξιτ. Γι’ αυτό και η επιστροφή της Σουέλα Μπράβερμαν, αν και προβληματική, δεν προκαλεί έκπληξη: υπέρ της περαιτέρω μείωσης των μεταναστών, παρά τις κενές θέσεις εργασίας (κάτι που η Λιζ Τρας ήθελε να αλλάξει προς χάριν της οικονομίας), ειδικά δε των διεθνών φοιτητών (σημαντική πηγή εισοδήματος για τη χώρα) και των εργαζομένων σε αγροτικές δουλείες, με επιφυλάξεις για την εμπορική συμφωνία με την Ινδία, μιας και θα οδηγούσε σε αύξηση της μετανάστευσης από την Ινδία προς το Ηνωμένο Βασίλειο και έχοντας δηλώσει ότι περιμένει πώς και πώς τη στιγμή που θα γίνει πραγματικότητα η είδηση των απελάσεων με προορισμό την Ρουάντα όσων αιτούνται άσυλο στη χώρα, η Μπράβερμαν είναι η αγαπημένη της (άκρο) δεξιάς πτέρυγας του κόμματος.
Πώς προβλέπεται να προχωρήσει η κυβέρνηση Σούνακ
Σε αυτό το οικονομικό πλαίσιο και χωρίς τη ρητή εντολή του εκλογικού σώματος, είναι εύλογο σύσσωμη η αντιπολίτευση να ζητάει νέες εκλογές, ειδικά όταν το Εργατικό Κόμμα προηγείται, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, κατά 30 μονάδες. Όμως χωρίς κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αυτό είναι εφικτό μόνο εάν το Συντηρητικό Κόμμα αρχίσει τον πόλεμο στον Σούνακ, με ανάλογο τρόπο σαν αυτόν που έριξε τον Τζόνσον. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός στην πρώτη του ομιλία μπροστά στην πρωθυπουργική κατοικία δήλωσε ότι δεν υπάρχει δημοκρατικό έλλειμα, αφού το κόμμα του ως σύνολο (και όχι σαν μεμονωμένες πολιτικές προσωπικότητες) έχει την εντολή του λαού από τις εκλογές του 2019. Μόνο που από τότε μέχρι τώρα, έχει περάσει πολύ νερό στο αυλάκι.
Εάν ο υπουργός Οικονομικών, Χαντ, μείνει συνεπής στις προγραμματικές δεσμεύσεις του 2019, δεν θα υπάρξουν αυξήσεις στον ΦΠΑ, στον φόρο εισοδήματος και στις εισφορές στη δημόσια ασφάλιση. Όμως ο Χαντ, που έσκισε τον «μίνι προϋπολογισμό» της Τρας, θα αναγκαστεί να βρει άλλους τρόπους φορολόγησης, ενώ ήδη ο Σούνακ έχει μιλήσει για «επώδυνες περικοπές» στις δημόσιες δαπάνες, που μάλλον θα οδηγήσουν σε περαιτέρω ύφεση. Με το Εθνικό Σύστημα Υγείας και τις κοινωνικές παροχές σε κακά χάλια, το μέλλον διαγράφεται δυσοίωνο. Αναμένουμε την πρώτη δόση από τη λιτότητα Σούνακ στις 17 Νοεμβρίου, όταν θα ανακοινωθούν τα νέα μέτρα της νέας κυβέρνησης.