Η προστασία της κύριας κατοικίας, ως συνταγματική επιταγή, αποτελούσε για τον καλόπιστο οφειλέτη απόλυτο δικαίωμα που μπορούσε να ασκήσει μέσα από τις διατάξεις του νόμου Κατσέλη. Η ρύθμιση του νέου «πτωχευτικού», που ισχύει από το 2020, έβαλε οριστικά και αμετάκλητα ταφόπλακα στην προστασία της κύριας κατοικίας, ακόμα και για τα ευάλωτα νοικοκυριά. Ειδικότερα δε για τα ευάλωτα νοικοκυριά, προβλέπεται στην ουσία μια ελεημοσύνη της πολιτείας στα πολύ φτωχά νοικοκυριά, προκειμένου να μη βρεθούν χωρίς στέγη στο άμεσο μέλλον, αλλά λίγο αργότερα. Πιο συγκεκριμένα, μόνο πολύ φτωχοί οφειλέτες μπορούν να ζητήσουν να αγοραστεί η κύρια κατοικία τους από έναν ιδιωτικό φορέα, ο οποίος πρόκειται να συσταθεί και να λειτουργήσει μέσα στο 2023 και στον οποίο θα καταβάλλουν μισθώματα για 12 έτη, με δικαίωμα επαναγοράς στην αξία που θα έχει το ακίνητο όταν ασκήσουν το σχετικό δικαίωμα.
Όμως, σε αυτές τις συνθήκες του υπέρογκου κόστους ζωής, με τις συνεχείς αυξήσεις στα προϊόντα και υπηρεσίες, έχει διαμορφωθεί για εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά και ΜμΕ, μια αδιέξοδη και ασφυκτική κατάσταση, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να επιβιώσουν αξιοπρεπώς, πολύ δε περισσότερο να αποπληρώσουν τις οφειλές τους, οι οποίες έχουν εκτοξευθεί λόγω των πολύ υψηλών επιτοκίων.
Αυτό που εμείς καταγράφουμε καθημερινά στην ΕΚΠΟΙΖΩ από τις καταγγελίες των καταναλωτών, είναι ότι έχει ξεκινήσει μια επιθετική πολιτική, κυρίως από τις κερδοσκοπικές εταιρείες (funds). Ασκούν πιέσεις και εκβιασμούς στους οφειλέτες και δεν διστάζουν να προσδιορίζουν πλειστηριασμούς για κύριες κατοικίες, η αξία των οποίων δεν υπερβαίνει ακόμα και τις 20.000 ευρώ, σε άτομα με χαμηλά εισοδήματα, χωρίς ίχνος κοινωνικής ευαισθησίας!
Οι πλειστηριασμοί στο μεγαλείο τους… Αρκεί να σημειώσουμε ότι για το 2022 έχουν αναρτηθεί 44.000 χιλιάδες πλειστηριασμοί, στη μεγάλη πλειοψηφία τους από τα funds, τα οποία και έχουν αναλάβει τη διαχείριση των κόκκινων δανείων. Οι κερδοσκοπικές αυτές εταιρείες είναι ανάλγητες και δεν διστάζουν να προχωρούν σε πλειστηριασμούς μικρής αξίας ακινήτων, προκείμενου να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις τους, ακόμα και αυτής της κύριας κατοικίας και πολύ φοβούμαστε ότι πολλά νοικοκυριά θα οδηγηθούν στην εξαθλίωση και περιθωριοποίηση από την οικονομική και κοινωνική ζωή με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Η πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου (822/2022) για τις Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων Δανείων και Πιστώσεων (ΕΔΑΔΠ)-Funds είναι πολύ σημαντική και αναμένεται να επηρεάσει θετικά δεκάδες χιλιάδες υπερχρεωμένους που εκκρεμεί σε βάρος τους πλειστηριασμός.
Το ανώτατο δικαστήριο της χώρας εξέτασε παρεμπιπτόντως το θέμα και έκρινε ότι δεν νομιμοποιούνται οι εταιρείες διαχείρισης δανείων να διενεργούν νομικές πράξεις, εφόσον οι μεταβιβάσεις έχουν γίνει με βάση τον νόμο του 2003. Αυτό αναμένεται να φέρει ανατροπές σε πλήθος πλειστηριασμών που εκκρεμούν σε βάρος υπερχρεωμένων δανειοληπτών. Παράλληλα, αναδεικνύεται για μια ακόμη φορά η ανυπαρξία εποπτείας από τις αρμόδιες αρχές για την τήρηση της νομοθεσίας.
Οι υπερχρεωμένοι οφειλέτες μέσω των νομικών τους εκπρόσωπων (δικηγόρων) πρέπει να αξιοποιήσουν την πολύ σημαντική απόφαση του Αρείου Πάγου, για να ακυρώσουν τον πλειστηριασμό ή την διαταγή πληρωμής που έχουν λάβει.
Επιπροσθέτως σημειώνουμε ότι Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων Δανείων και Πιστώσεων (ΕΔΑΔΠ)-Funds είναι αρνητικές σε ρεαλιστικές και βιώσιμες ρυθμίσεις και δημιουργούν τεράστια προβλήματα στους οφειλέτες στην προσπάθεια τους να ρυθμίσουν εξωδικαστικά τις όφειλες τους με βάσει τον πτωχευτικό νόμο. Τα στοιχειά, άλλωστε, καταμαρτυρούν την απροθυμία των Funds για εξεύρεση λύσεων. Ειδικότερα πάνω από 60.000 οφειλέτες έχουν εισέλθει στην πλατφόρμα εξωδικαστικής ρύθμισης των οφειλών. Μέχρι στιγμής, έχουν υλοποιηθεί 1.498 ρυθμίσεις οφειλών. Από αυτές 697 ρυθμίσεις, έχουν διενεργηθεί από τράπεζες και εταιρίες διαχείρισης και 801 ρυθμίσεις, έχουν διενεργηθεί από το Δημόσιο.
Τα δε προβλήματα που δημιουργούν στους οφειλέτες τα Funds είναι δυσεπίλυτα. Δεν απαντούν στα αιτήματα τους, δεν ανταποκρίνονται στις προτάσεις του εξωδικαστικού μηχανισμού, ζητούν προκαταβολές υπέρογκων ποσών ακόμα και για να συζητήσουν μια ρύθμιση χωρίς βέβαια να δεσμεύονται για πρόταση βιώσιμη και ρεαλιστική.
Εν κατακλείδι, υπό τις παρούσες συνθήκες πρωτοφανούς ακρίβειας και φτωχοποίησης των νοικοκυριών και ΜμΕ, οφείλει να μεριμνήσει και να λάβει γενναίες αποφάσεις η κυβέρνηση, ώστε να ανασταλούν οι πλειστηριασμοί της κύριας κατοικίας για όλα τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε πραγματική αδυναμία.