Αυτή τη φορά δεν αποτελεί σχήμα λόγου. Η εισβολή της Ρωσίας σε μια ανεξάρτητη, κυρίαρχη ευρωπαϊκή χώρα, αλλάζει τον κόσμο.

Είναι βέβαιο πως ο νέος κόσμος που αναδύεται είναι συμβατός μόνο με πολύ μεγάλες κρατικές ή υπερκρατικές οντότητες. Και το μεγάλο ζητούμενο είναι αν η δύναμη ισχύος θα συνοδεύεται από τις αξίες της ελευθερίας και της δημοκρατίας.

Η μεγαλύτερη ίσως σύγχρονη κατάκτηση ήταν η «παρακμή του πολέμου». Από το 1945 και μετά, οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν ήρθαν ξανά σε άμεσο πόλεμο, κάτι που τους προηγούμενους αιώνες αποτελούσε την κανονικότητα. Αυτό δεν συνέβη από τύχη. Έγινε γιατί μετά τον όλεθρο των παγκοσμίων πολέμων, οι άνθρωποι άρχισαν να συνεννοούνται και δημιούργησαν καλύτερους διεθνείς οργανισμούς.

Για την «παρακμή του πολέμου» ευθύνονταν κι η ύπαρξη πυρηνικών, γιατί μέχρι τώρα ξέραμε πως θα ήταν αυτοκτονικό να μπούμε σ ένα τέτοιο πόλεμο. Σήμερα, όμως, ανοίγει κι αυτός ο εφιάλτης.

 

Το τέλος του ψυχρού πολέμου και η οικοδόμηση του σήμερα

 

Η ρωσική εισβολή αποτελεί κατάφορη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και κάθε αρχής συμβίωσης μεταξύ των κρατών και θέτει σε μείζονα κίνδυνο την παγκόσμια ειρήνη. Χωρίς αστερίσκους και συμψηφισμούς, είναι πράξη απολύτως καταδικαστέα και απεχθής.

Την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και τη διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας δεν ακολούθησε η διάλυση του ΝΑΤΟ και η χάραξη μιας νέας αρχιτεκτονικής ασφαλείας, που θα συμπεριελάμβανε προφανώς και τη Ρωσία και τις νέες Δημοκρατίες, κάτι που το σύνολο της ρωσικής πολιτικής ελίτ των αρχών του ‘90 επιθυμούσε.

Αντί η Ρωσία να ανταμειφθεί για το τέλος του ψυχρού πολέμου, αντιμετωπίζεται ως ο μεγάλος ηττημένος που έπρεπε να πληρώσει το γεωπολιτικό τίμημα. Η Δύση αντικειμενικά βοήθησε στην οικοδόμηση του αυταρχικού, κλεπτοκρατικού συστήματος Πούτιν.

Έτσι, αντί της ευρωπαϊκής πορείας, η Ρωσία εγκλωβίζεται στο ιδεολόγημα περί Ευρασίας με γνωστότερους θεωρητικούς τους Αλεξάντρ Ντούγκιν, Αλεξάντρ Προχάνοφ και Σεργκέι Γκλαζίεφ και γκουρού τον μεσοπολεμικό θεωρητικό του φασισμού Ιβάν Ίλιν, που υποστηρίζει πως όπως το παρελθόν, έτσι και το μέλλον, ανήκει στις αυτοκρατορίες. «Στόχος του ευρασιανισμού δεν είναι άλλος από μια Ευρώπη από τη Λισαβώνα μέχρι το Βλαδιβοστόκ», έγραφε ο Ντούγκιν λίγο πριν τη ρωσική εισβολή στο Ντονμπάς, την άνοιξη του 2014. Είχε προηγηθεί τον Ιανουάριο του 2012, πριν τις προεδρικές εκλογές, βαρυσήμαντο άρθρο του Πούτιν, όπου περιέγραφε το ιδεολόγημα του για τη Ρωσία και τους μελλοντικούς του στόχους. Το άρθρο έκλεινε με την προκλητική διατύπωση πως «Ρώσοι και Ουκρανοί δεν έπρεπε ποτέ να είχαν χωριστεί. Ζήσαμε μαζί επί αιώνες. Μαζί νικήσαμε στους πιο τρομερούς πολέμους. Και θα συνεχίσουμε να ζούμε μαζί. Και σ´ αυτούς που προσπαθούν να μας χωρίσουν, ένα έχω να πω: αυτό δεν πρόκειται να αφήσουμε να γίνει ποτέ». Τότε κανένας στη Δύση δεν έδωσε την πρέπουσα σημασία σε όλα αυτά. Ακόμα και τώρα δεν έχει αξιολογηθεί η «ιδεολογική-νομιμοποιητική» βάση των επεκτατισμού της Μόσχας.

 

Η κλιμάκωση των επιθέσεων

 

Μέχρι σήμερα Ρωσία και ΝΑΤΟ δείχνουν να σέβονται τις άτυπες κόκκινες γραμμές. Όμως όσο η κατάσταση δυσκολεύει τη θέση της Ρωσίας και όσο αυξάνεται η πίεση από τις υποβοηθούμενες από τη Δύση ουκρανικές δυνάμεις, τα εφιαλτικά σενάρια αναβάθμισης της ρωσικής επιθετικότητας αυξάνουν. Η κλιμάκωση των επιθέσεων θα μπορούσε να οδηγήσει και στην απονενοημένη αντιπαράθεση μεταξύ των πυρηνικών δυνάμεων, αν κάποια στιγμή ο Πούτιν κρίνει πως δεν έχει άλλη επιλογή από το να προχωρήσει σε πυρηνικό πλήγμα κατά της Ουκρανίας.
Οι κυριακάτικες τηλεφωνικές επικοινωνίες του ρώσου υπουργού Άμυνας με τον γάλλο, βρετανό και τούρκο ομόλογο του, στις οποίες ισχυρίστηκε πως η Ουκρανία ετοιμάζεται για χρήση «βρώμικης βόμβας» (συνδυασμός συμβατικών εκρηκτικών με ραδιενεργά υλικά), σε συνδυασμό με την απειλή Πούτιν για χρήση πυρηνικών στο πεδίο «αν χρειαστεί», αλλά και τις προχθεσινές πυρηνικές δοκιμές, εντείνουν την παγκόσμια ανησυχία. 60 χρόνια από την κρίση των πυραύλων της Κούβας, στην καρδιά του ψυχρού πολέμου, επανέρχεται ο εφιάλτης ενός παγκόσμιου πυρηνικού ολέθρου.

Όσο κι αν αυτός ο πόλεμος εξελίσσεται πανάκριβος και πολλαπλά καταστροφικός για τη Ρωσία, δεν είναι ρεαλιστικό να πιστέψουμε πως μπορεί να αποσυρθεί. Ούτε επίσης ότι οι όποιες επιχειρησιακές αποτυχίες στο μέτωπο θα μπορούσαν να ανατρέψουν το καθεστώς Πούτιν. Το απολυταρχικό καθεστώς διαθέτει ισχυρούς μηχανισμούς ελέγχου κάθε εσωτερικής αμφισβήτησης και είναι ανθεκτικό απέναντι στις δημόσιες διαμαρτυρίες και κοινωνικές αντιδράσεις.
Η δύσκολη εξίσωση για τη Δύση είναι: πώς ισορροπεί ανάμεσα στη βοήθεια προς την Ουκρανία, ώστε να αντιμετωπίσει τη ρωσική επιθετικότητα, παράλληλα με την αποφυγή της κλιμάκωσης. Η στρατιωτική εξουθένωση της Ρωσίας και η ταπείνωσή της, στόχοι με τους οποίους φαίνεται πως κάποιοι σε ΗΠΑ και ΝΑΤΟ φλερτάρουν, θα απέβαινε καταστροφική για όλους.
Η πορεία του πολέμου, με την αποκάλυψη των πραγματικών αδυναμιών του ρωσικού στρατού που ξεθώριασε το υπερτιμημένο του είδωλο, σε συνδυασμό με την αλαζονική συμπεριφορά της Ρωσίας, αλλάζουν τις ισορροπίες στην «πίσω αυλή» της.
Οι χώρες της κεντρικής Ασίας, προσδεδεμένες στη Ρωσία μέσω του εμπορίου και των αγωγών, εξαρτώμενες απ’ αυτήν και με ζωντανές τις κοινές σοβιετικές μνήμες, φαίνεται να αρχίζουν την πορεία της χειραφέτησης.

 

Η «πίσω αυλή» της Ρωσίας και η Δύση


Προ ημερών στον ΟΗΕ, ο μόνος γείτονας που υποστήριξε τη Μόσχα στο ψήφισμα καταδίκης των «δημοψηφισμάτων» στην Ουκρανία, ήταν η Λευκορωσία. Καζακστάν, Κιργιζιστάν, Τατζικιστάν και Ουζμπεκιστάν απείχαν και το Τουρκμενιστάν δεν ψήφισε.

Την ίδια στιγμή η Κίνα ακολουθεί ολοένα και μεγαλύτερη απόκλιση στη στάση της, μη έχοντας κανένα συμφέρον να παρασυρθεί στην περιπέτεια της Ουκρανίας, που ήδη βαραίνει σημαντικά στην οικονομική κρίση που εξελίσσεται, με απρόβλεπτες συνέπειες κι όχι μονάχα για τον γίγαντα Κίνα, προφανώς. Ο πραγματισμός της Κίνας δεν δίνει προοπτικές σε μια πιθανή σινο-ρωσική συμμαχία. Ο Πούτιν αντιλαμβάνεται πως μπορεί να κερδίσει την Ευρώπη στον τομέα της ενέργειας και τη συνακόλουθη κλιμάκωση των οικονομικών και κοινωνικών της παρενεργειών.

Στην ΕΕ οι ατέρμονες συζητήσεις οκτώ μήνες τώρα για κοινή αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, πλην του χρόνου, «καίνε» και την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Το «καθένας για τον εαυτό του» έχει πρώτο θύμα την ευρωπαϊκή ενοποίηση και διογκώνει το οικονομικό τίμημα της κρίσης, πολύ περισσότερο απ’ όσο θα μπορούσε να περιοριστεί με τολμηρές, ορθολογικές, κοινές πολιτικές. Παράλληλα όμως το κοινωνικό, πολιτικό και γεωπολιτικό τίμημα αυτών των επιλογών είναι τεράστιο. Προβάλει όσο ποτέ η αναγκαιότητα ουσιαστικής εμβάθυνσης και πραγματικής ενοποίησης. Η ετερογονία των σκοπών.

Η ευρωπαϊκή Αριστερά, ριζοσπαστική, σοσιαλδημοκρατία, πράσινοι έχουν την ιστορική ευθύνη και ευκαιρία να συγκλίνουν σε μια φιλόδοξη ευρωπαϊκή στρατηγική που αντιλαμβάνεται το μέλλον της σ’ ένα περιβάλλον ειρήνης, ασφάλειας και συνεργασίας. Συνύπαρξης και ειρηνικής αντιμετώπισης στον παγκόσμιο στίβο των υπερδυνάμεων ΗΠΑ και Κίνας.

Παρόλο που η Ρωσία με την εισβολή βρίσκεται απέναντι σ’ αυτόν τον στόχο, η σχέση μαζί της στο μέλλον, δεν μπορεί παρά να είναι στην κατεύθυνση της διασφάλισης σταθερής ειρήνης και σοβαρού διεθνούς ρόλου για την Ευρώπη.

Όσο κι αν οι αντιφάσεις, η διαφορά ταχυτήτων κι οι εθνικές ιδιοτέλειες κι εγωισμοί απογοητεύουν τους πολίτες, η Ευρώπη παραμένει το μόνο πλαίσιο για να αγωνιστεί η Αριστερά για την ειρήνη, τη δημοκρατία, τις ελευθερίες και τα δικαιώματα, την κοινωνική πρόοδο.

 

Σπύρος Κρίκος Ο Σπύρος Κρίκος είναι δημοσιογράφος, τ. Γ.Γ. της ΕΣΠΗΤ και υποψήφιος με το συνδυασμό "Δημοσιογραφική Ανανέωση" για το ΔΣ και το 9ο Τακτικό Πανελλαδικό Συνέδριο της ΠΟΕΣΥ. Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2025 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet