Είχαμε την ευκαιρία να συναντήσουμε τον κολομβιανό συγγραφέα Αρμάντο Ρομέρο στο πλαίσιο του ομολογουμένως επιτυχημένου Books N’ Beer Fest, το καλοκαίρι, και να μιλήσουμε για το βιβλίο του «Καχάμπρε» (εκδ. Τόπος) σε εξαιρετική μετάφραση της Αγαθής Δημητρούκα. Γεννημένος στο περιβόητο Κάλι –ένεκα του ναρκοκαρτέλ– ταξίδεψε πολύ και χρημάτισε τη δεκαετία του ’60, μέλος του πρωτοποριακού κινήματος του Ναδαϊσμού. Ας σημειώσουμε εδώ πως το παρθενικό του μυθιστόρημα το έγραψε στη χώρα μας ομού με ποιητικές συλλογές, πολλές εκ των οποίων έχουν θέματα ελληνικά. Εδώ και κάποια χρόνια διδάσκει Ιβηροαμερικανική Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Σινσινάτι, στις ΗΠΑ.
Το βιβλίο αναφέρεται στη δυτική πλευρά της χώρας, στις ακτές του Ειρηνικού, όπου βρίσκεται μια από τις πυκνότερες ζούγκλες στον κόσμο. Την διασχίζουν τεράστια ποτάμια με μαγκρόβια φυτά και δέντρα. Στην περιοχή που κυλάει ο ποταμός Καχάμπρε κατοικοεδρεύει κοινότητα Αφροκολομβιανών. Απομεινάρια της δουλείας επιβιώνουν εκεί στα ορυχεία χρυσού, στις φυτείες κακαόδεντρων και στα εργοστάσια ξυλείας που εκμεταλλεύονται οι λευκοί. Η ιστορία αρχίζει με τη δολοφονία της νεαρής αφροκολομβιανής οστρακοσυλλέκτριας Ρουπέρτα και διαρκεί εννέα ημέρες, έως την ταφή της. Με αφορμή το ψάξιμο για τον δράστη, ο Ρομέρο δράττεται της ευκαιρίας για να μιλήσει για την επιβίωση μεγάλου μέρους του αφρικάνικου πολιτισμού που έφεραν μαζί τους οι γηγενείς της Μαύρης Ηπείρου. Χαρακτηριστικά, ο συγγραφέας παραθέτει στο τέλος του βιβλίου ολόκληρο λεξιλόγιο ιδιωματικών λέξεων αλλά και περιγραφές εθίμων.
Μιλήστε μας για αυτή την ιδιαίτερη αφροκολομβιανή κοινότητα στην αποκαλούμενη «Ρεσιόν δελ Πασίφικο» της χώρας.
H Κολομβία είναι μια χώρα με ποικιλόμορφη γεωγραφία, με τεράστια βουνά και απέραντες ζούγκλες. Στα δυτικά, στις ακτές του Ειρηνικού, υπάρχει μία από τις πυκνότερες ζούγκλες του κόσμου, η οποία πλαισιώνεται από τμήματα της οροσειράς των Άνδεων. Είναι ένας αφιλόξενος τόπος, όπου για χρόνια τον εκμεταλλεύονταν με ορυχεία χρυσού και φυτείες κακαόδεντρων. Τεράστια ποτάμια ξεκινούν από την οροσειρά και καταλήγουν στον ωκεανό, οριοθετώντας περιοχές, οι οποίες συνήθως φέρουν το όνομα του οικείου ποταμού. Μία από τις περιοχές αυτές, ίσως η πιο σημαντική, φέρει το όνομα του ποταμού Καχάμπρε. Σ’ αυτήν έχουν εγκατασταθεί διάφοροι μικροί οικισμοί. Ο πληθυσμός τους στην πλειοψηφία του είναι αφρικανικής καταγωγής, παρόλο που λευκοί και μιγάδες μετανάστες, καθώς και ξένοι, άρχισαν να εκμεταλλεύονται την ξυλεία λίγο πριν τα μέσα του 20ού αιώνα. Αυτό προκάλεσε μεγαλύτερη εκμετάλλευση της αφροκολομβιανής κοινότητας, η οποία είχε εγκατασταθεί εκεί πριν από αιώνες για να εργαστεί στα ορυχεία χρυσού. Η κοινότητα αυτή ζούσε ανέκαθεν μακριά από τις διαδικασίες επιβολής του ισπανικού πολιτισμού κατά την αποικιοκρατία και τη συνέχισή της από τους Κολομβιανούς. Η καθολική εκκλησία κατάφερε να επιβάλει τη θρησκεία της, ωστόσο ένα μεγάλο μέρος του αφρικανικού πολιτισμού επιβίωσε.
Κεντρικός χαρακτήρας του Καχάμπρε είναι η Ρουπέρτα, ένα πρόσωπο απόν καθώς από την έναρξη της αφήγησης είναι ήδη νεκρή. Παρ’ όλη την απουσία της κυριαρχεί στο μυθιστόρημα.
Ναι, με απλά λόγια μπορούμε να πούμε ότι το μυθιστόρημα είναι η δυναμική σχέση μεταξύ της Ρουπέρτα και της κοινότητας της Καχάμπρε. Η Ρουπέρτα είναι η δύναμη που προσπαθεί να σπάσει τον φαύλο κύκλο της εκμετάλλευσης που κυριαρχεί. Η γνώση που έχω για αυτά τα μέρη, η προσωπική μου εμπειρία, μ’ έκαναν να διαισθανθώ ότι μια αφροκολομβιανή γυναίκα θα μπορούσε να επιτύχει αλλαγές που δεν ήταν δυνατόν να επιτύχουν οι άντρες. Έτσι λοιπόν, αυτές τις μέρες στην Κολομβία, μια αφροκολομβιανή γυναίκα από τις ίδιες εκείνες περιοχές του Ειρηνικού, η Φράνσια Μάρκες, έφτασε να εκλεγεί αντιπρόεδρος της Κολομβίας. Η μυθοπλασία γίνεται πραγματικότητα, αυτό τονίζουν οι Κολομβιανοί που ξέρουν το μυθιστόρημά μου. Ένα μυθιστόρημα που πρωτοεκδόθηκε πριν από έντεκα χρόνια στην Ισπανία.
Διαβάζουμε σε κάποια σημείο της συζήτησης «πως εδώ οι μαύροι χάνουν πάντα» από τους «έμπορους της μεγάλης απάτης». Πώς όμως αυτές οι δυο ομάδες συνυπάρχουν;
Απλώς γιατί δεν έχουν άλλη δυνατότητα επιβίωσης. Όταν η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο είναι ενδημική, είναι πολύ δύσκολο, σχεδόν ακατόρθωτο να την ξεριζώσει κανείς. Η Καχάμπρε και οι άνθρωποί της δεν ήταν ποτέ στις προγραμματικές δηλώσεις των πολιτικών κομμάτων, είτε της δεξιάς είτε της αριστεράς, στην Κολομβία. Γι’ αυτό και είναι τόσο σημαντική η ανάδειξη μιας γυναίκας όπως η Φράνσια Μάρκες. Σηματοδοτεί μια αλλαγή που προέρχεται από τις περιθωριοποιημένες αυτές κοινότητες.
Αν και η υπόθεση αναφέρεται στη δεκαετία του ’60, όλα μοιάζουν σαν να διαμείβονται στο σήμερα. Μάλλον δεν έχουν αλλάξει και πολλά από εκείνη την εποχή.
Η βία στην Κολομβία εμποδίζει την πρόοδο και την αλλαγή της χώρας. Κι αυτό επηρεάζει όλη τη χώρα. Η μοναδική ορατή αλλαγή στην Καχάμπρε τα τελευταία χρόνια είναι το ότι οι κοινότητες κατάφεραν να βελτιώσουν το σύστημα ιδιοκτησίας της γης. Όλα τα άλλα είναι χειρότερα. Η εκμετάλλευση των γυναικών οστρακοσυλλεκτριών, η επανεμφάνιση των ορυχείων και, το χειρότερο, η ύπαρξη παραστρατιωτικών, ένοπλων ομάδων και ναρκεμπόρων καθιστούν την Καχάμπρε μια περιοχή όπου δεν μπορεί να ζήσει κανείς χωρίς τον φόβο τού να βρεθεί δολοφονημένος ανά πάσα στιγμή.
Με αφορμή την Ρουπέρτα θελήσατε να κάνετε ένα σχόλιο πάνω στην κατάσταση των Αφροκολομβιανών και -εν γένει -των γυναικών στην Κολομβία.
Ίσως επειδή έχουμε κληρονομήσει την ευρωπαϊκή νοοτροπία, οι Κολομβιανοί εξακολουθούμε να είμαστε σεξιστές. Αυτό, φυσικά, έχει επιπτώσεις στις γυναίκες και, παρόλο που τα φεμινιστικά κινήματα που αναπτύχθηκαν στις ΗΠΑ δεν έχουν γίνει αποδεκτά από μέρους τους, ο αγώνας των γυναικών της Κολομβίας για ανεξαρτησία και σεβασμό είναι ισχυρός. Το ίδιο συμβαίνει και στις αφροκολομβιανές κοινότητες. Η αλλαγή και επιβολή νέων νόμων, όπως ο πρόσφατος για την άμβλωση, αυτό αποδεικνύει.
Έχει πολύ ενδιαφέρον ο τρόπος που τοποθετείτε τους ήρωες σας σε μια σχεδόν τροπική περιοχή με την οργιώδη βλάστηση και τα κυρίαρχα ρεύματα του ποταμού Καχάμπρε και των παραποτάμων του που μοιάζει να είναι ο πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος.
Ίσως ένα από τα δυσκολότερα πράγματα για μένα κατά τη συγγραφή αυτού του μυθιστορήματος ήταν η ανάκληση στη μνήμη μου του ποταμού Καχάμπρε. Είναι ένας ποταμός με μεγάλο όγκο νερού, τεράστιος, με χρώμα σκούρο καφετί, που συνήθως κατεβάζει φυτά, απόβλητα της ζούγκλας, και που κάποιες φορές είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς την άλλη όχθη γιατί δημιουργεί μια ομίχλη που οι ντόπιοι τη λένε «νουμπλίνα». Είναι πολύ όμορφος αλλά προϋποθέτει μεγάλο σεβασμό. Είναι επικίνδυνος. Στις όχθες του έχει πολλά φίδια, και άλλα περίεργα πλάσματα που οι ντόπιοι τα λένε «αβετσούτσος»
.
Μιλήστε μας για τη ζωή σας σε εκείνο το μέρος.
Βρέθηκα εκεί πολλές φορές όταν ήμουν νέος. Οι θείοι μου είχαν πριονιστήρια και, φυσικά, άνηκαν στην ομάδα εκείνων που εκμεταλλεύονταν την ξυλεία και, ως εργατικά χέρια, τους Αφροκολομβιανούς. Ήταν μια συνάντηση όχι μόνο με μια φύση που μου ήταν άγνωστη, αλλά με μια φύση που δεν υπάρχει πουθενά αλλού. Η εμπειρία αυτή σημάδεψε κατά πολύ τη ζωή μου και πιστεύω ότι συνέβαλε τα μάλα στο να αναπτύξω αυτό το ταξιδιάρικο πνεύμα που με διακατέχει.
Πιστεύετε πως η κολομβιανή κοινωνία μπορεί να αλλάξει πραγματικά με μια μεταρρυθμιστική πολιτική, δεδομένης της σύγκρουσης πολύ ισχυρών συμφερόντων ανάμεσα στα καρτέλ ναρκωτικών, στους ακροδεξιούς παραστρατιωτικούς και στην κυριαρχία των ΗΠΑ πάνω στη χώρα;
Οι Κολομβιανοί πάντα αναρωτιόμαστε αν θα δούμε ποτέ μια άλλη Κολομβία. Αν ζητάτε τη δική μου απάντηση στο ερώτημα αυτό, σας λέω πως δεν ξέρω τι ν’ απαντήσω. Τα προβλήματα της Κολομβίας είναι εξαιρετικά δύσκολα. Θα έπαιρνε ώρες μόνο και μόνο για να τα απαριθμήσω. Είναι τόσο πολλά που η οικονομική κυριαρχία των ΗΠΑ είναι απλώς ένα μεταξύ αυτών. Ίσως η παρουσία στην πολιτική σκηνή της Φράνσια Μάρκες να είναι μια ένδειξη για μελλοντική αλλαγή, ένα φως στο τέλος των πολλαπλών τούνελ. Μακάρι. Αυτό θέλω να πιστεύω...
Μετάφραση συνέντευξης: Αγαθή Δημητρούκα