Ο πόλεμος έχει ήδη ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις, όχι μόνο για την Ουκρανία, αλλά και στον διεθνή καταμερισμό εργασίας. Οι αντιρωσικές κυρώσεις περιορίζουν τη διεθνή θέση της Ρωσίας και θέτουν μεγάλα εμπόδια στις οικονομικές και εμπορικές συναλλαγές της με τη Δύση. Ταυτόχρονα, όμως, οδηγούν στην περαιτέρω σύσφιξη των κινεζο-ρωσικών σχέσεων. Οι αρνητικές εξελίξεις οξύνθηκαν το τελευταίο διάστημα λόγω των ενδιάμεσων εκλογών στο αμερικανικό Κογκρέσο. Στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης μεταξύ Δύσης και Ρωσίας είναι οι τομείς των καυσίμων, της ηλεκτρικής ενέργειας και των μεταφορών. Ήδη διαφαίνεται ένας νέος κύκλος παγκόσμιας ύφεσης, με απρόβλεπτες συνέπειες για τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις. Στο μάτι του κυκλώνα είναι οι οικονομίες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σε δύσκολη θέση η βιομηχανία της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Η επιδείνωση των σχέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη Ρωσία, εκτός των άλλων, πλήττει την ευρωπαϊκή βιομηχανία, που πιέζεται από την ακρίβεια των ενεργειακών πόρων. Οι ΗΠΑ προς το παρόν φαίνεται να επιτυγχάνουν τους στόχους τους εις βάρος κυρίως των ευρωπαϊκών χωρών. Ήδη εγκρίθηκε νόμος για τη «μείωση του πληθωρισμού», όπου οι ΗΠΑ μειώνουν τη φορολογία και κάνουν εκπτώσεις στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στις επιχειρήσεις που θα μεταφέρουν τη δραστηριότητά τους στην αμερικανική επικράτεια. Η κίνηση αυτή θεωρήθηκε ότι θα ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου για τη μετεγκατάσταση κυρίως ευρωπαϊκών εργοστασίων. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις πλέον ή θα κληθούν να μετακομίσουν στις ΗΠΑ ή θα ζητήσουν κρατικές και ευρωπαϊκές ενισχύσεις, κάτι που μέχρι τώρα απαγορευόταν «δια ροπάλου», επειδή υποστηριζόταν, με βάση τον νεοφιλελευθερισμό, ότι στρεβλώνεται ο ανταγωνισμός. Η Γερμανία και η Γαλλία θεωρούν ότι ο νόμος αυτός δεν αποσκοπεί στη μείωση του πληθωρισμού, αλλά στη μετανάστευση των ευρωπαϊκών εταιρειών με στόχο τη μείωση των ελλειμμάτων του αμερικανικού ομοσπονδιακού προϋπολογισμού κατά περίπου 100 δισ. δολάρια. Επίσης θεωρείται ότι αποτελεί προεκλογική υπόσχεση εν όψει των ενδιάμεσων εκλογών στο Κογκρέσο.
Υπάρχει μεγάλη διαφορά στις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η γερμανική πολυεθνική BASF υπολόγισε ότι η τιμή της MWh αυξήθηκε, το τελευταίο διάστημα, κατά οκτώ φορές και απειλεί ότι θα μεταφέρει τις παραγωγές της στις ΗΠΑ. Στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκτός από τις υψηλές τιμές, ελλοχεύει o κίνδυνος μεγάλων ελλείψεων ενεργειακών πόρων, χωρίς σημάδια βελτίωσης για τα επόμενα δύο χρόνια. Στις ΗΠΑ, αντίθετα, υπάρχει υπερπροσφορά ενεργειακών πρώτων υλών σε πολύ χαμηλότερες τιμές. Είναι δύσκολο να υλοποιηθούν μακροπρόθεσμα επενδυτικά πρότζεκτ με αυτές τις υψηλές τιμές και χωρίς μακροχρόνια συμβόλαια προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας. Η ευρωπαϊκή αγορά δεν είναι πλέον ελκυστική για νέες επενδύσεις. Το κέντρο βάρους πλέον μετατοπίζεται εκτός από την Κίνα, στις ΗΠΑ, την Αυστραλία και τις χώρες της Μέσης Ανατολής. Η κατάσταση θα χειροτερεύσει και θα επεκταθεί σε όλους τους ενεργειακούς πόρους. Οι επιπτώσεις για την Ευρωπαϊκή Ένωση θα είναι ακόμη μεγαλύτερες μετά τις αρχές Δεκεμβρίου, όπου θα επιβληθεί εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο.
Συμφωνία για τα ουκρανικά σιτηρά: αποχώρηση και επιστροφή της Ρωσίας
Η Ρωσία ανακοίνωσε ότι προτίθεται να αποχωρήσει από τη συμφωνία για τα ουκρανικά σιτηρά, μετά τις επιθέσεις με drones εναντίον ρωσικών πολεμικών πλοίων στο ναύσταθμο της Σεβαστούπολης της Κριμαίας, τα οποία σύμφωνα με ρωσικές πηγές εγγυούνταν τη διέλευση των φορτίων με τα ουκρανικά σιτηρά, με βάση τη συμφωνία που υπεγράφη μεταξύ ΟΗΕ, Ρωσίας, Ουκρανίας και Τουρκίας, στις 22 Ιουλίου με ισχύ μέχρι τις 19 Νοεμβρίου. Η Μόσχα θεωρεί ότι οι επιθέσεις έγιναν από τον ουκρανικό στρατό με την καθοδήγηση ειδικών από τη Μεγάλη Βρετανία. Επίσης υποστηρίζεται ότι υπάρχουν στοιχεία για τη συμμετοχή του Λονδίνου στις δολιοφθορές των αγωγών ρωσικού φυσικού αερίου Nord Stream-1 και Nord Stream-2. Ο ουκρανός πρόεδρος, μετά την ανακοίνωση για αποχώρηση, δήλωσε ότι η Ρωσία πρέπει να αποβληθεί από τους G20. Ο Τζο Μπάιντεν δήλωσε στο Fox News ότι η απόφαση της Ρωσίας να αποχωρήσει από τη συμφωνία θα εντείνει την πείνα στον κόσμο.
Ο υπουργός Αγροτικής Οικονομίας της Ρωσίας Ντμίτρι Πατρούσεφ ανέφερε ότι η χώρα του μπορεί να αντικαταστήσει τα ουκρανικά σιτηρά και να προμηθεύσει δωρεάν τους επόμενους μήνες τις πολύ φτωχές χώρες με 500 χιλιάδες τόνους σιτηρών και συμπλήρωσε ότι η συγκεκριμένη συμφωνία για τα ουκρανικά σιτηρά, όχι μόνο δεν συνέβαλε στην επίλυση του επισιτιστικού προβλήματος, αλλά αντίθετα το επιδείνωσε, αφού τα περισσότερα φορτία κατευθύνθηκαν προς τις ευρωπαϊκές χώρες και όχι προς τις φτωχές της Αφρικής και της Ασίας. Η εκπρόσωπος Τύπου του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα δήλωσε ότι για την αποχώρηση ευθύνεται το Κίεβο, με σκοπό να διατηρηθεί στην επικαιρότητα το ουκρανικό, γιατί κόντευε να ξεχαστούν ο Ζελένσκι και ο Κουλέμπα, που επίμονα ζητούν τη χρηματοδότηση της Ουκρανίας και την αποστολή οπλικών συστημάτων.
Το 2021 τα βασικά εξαγώγιμα ουκρανικά εμπορεύματα ήταν τα μέταλλα, αξίας 13,9 δισ. δολάρια και τα σιτηρά και τα σπορέλαια, αξίας 12 δισ. δολάρια. Το 2022 άλλαξε η σειρά κατάταξης. Στην πρώτη θέση ήταν οι εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας και μετά τον Ιούλιο, η εξαγωγή σιτηρών. Η Μόσχα θέλοντας να τιμωρήσει την Ουκρανία χτύπησε με πυραύλους πολλούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, απέσπασε από το ουκρανικό δίκτυο το μεγάλο πυρηνικό σταθμό του Ζαπορόζιε και αποχώρησε από τη συμφωνία για τα ουκρανικά σιτηρά.
Υπήρξε μεγάλη αναστάτωση από τη δήλωση της Ρωσίας για αποχώρηση από τη συμφωνία και η τιμή του σιταριού εκτινάχθηκε στο χρηματιστήριο του Σικάγου. Την Τετάρτη 2 Νοεμβρίου επέστρεψε στη συμφωνία. Σύμφωνα με στοιχεία του ρωσικού υπουργείου Άμυνας, παρασχέθηκαν από την Ουκρανία «έγγραφες εγγυήσεις ότι δε θα επαναληφθεί η χρησιμοποίηση του διαδρόμου των σιτηρών για πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον της Ρωσικής Ομοσπονδίας». Η Τουρκία διαδραμάτισε ιδιαίτερα έντονο διπλωματικό ρόλο, με ανοιχτή γραμμή με Μόσχα και Κίεβο. Πολιτικοί παρατηρητές υποστηρίζουν ότι η Μόσχα εκτός από τις έγγραφες εγγυήσεις της Ουκρανίας, πήρε και προφορικές διαβεβαιώσεις από τη Δύση για την αποδέσμευση πλοίων που είναι φορτωμένα σε διάφορα ευρωπαϊκά λιμάνια με ρωσικά αγροτικά προϊόντα και λιπάσματα και δεν μπορούν να αποπλεύσουν, λόγω των αντιρωσικών κυρώσεων. Μετά την ανακοίνωση της Μόσχας ότι επανέρχεται στη συμφωνία, έπεσαν οι τόνοι και ομαλοποιήθηκε η αγορά σιτηρών. Η τιμή του σιταριού στο χρηματιστήριο του Σικάγου έπεσε, στις 2 Νοεμβρίου, κατά 6% και η πτώση συνεχίζεται.