Πυρκαγιά ξέσπασε στη διαβόητη φυλακή Εβίν, με 8 νεκρούς επίσημα.
Σύμφωνα με μαρτυρίες που συγκέντρωσε η Διεθνής Αμνηστία, επρόκειτο για επίθεση των δυνάμεων ασφαλείας
με σκοπό να τρομοκρατήσουν τους κρατουμένους.
Επτά εβδομάδες μετά τη δολοφονία της Αμινί από αστυνομικούς, επειδή δεν φορούσε «σωστά» το χιτζάμπ της, οι διαδηλώσεις και οι απεργίες συνεχίζονται με αμείωτη ένταση. Συνεχίζεται όμως και η άγρια καταστολή των διαδηλωτών, με δολοφονίες, φυλακίσεις, ξυλοδαρμούς και βασανισμούς. Οι εξεγερμένοι είναι στην πλειονότητά τους νέα παιδιά, που θεωρούν την ελευθερία το πολυτιμότερο αγαθό. Κορίτσια και αγόρια, από τα πανεπιστήμια, από τα λύκεια όλης της χώρας, ξεχύνονται στους δρόμους αψηφώντας τη δολοφονική μανία του καθεστώτος με τους πάνοπλους «φρουρούς της επανάστασης» και την αστυνομία.
Τις τελευταίες μέρες οι αρχές έχουν αυξήσει τις πιέσεις στους καθηγητές των λυκείων για να ελέγχουν τους μαθητές και για να ενημερώνουν τις δυνάμεις ασφαλείας. Τα απουσιολόγια, οι κάμερες ασφαλείας μέσα στα σχολεία έχουν μεταβληθεί σε εργαλεία παρακολούθησης των μαθητών. Επίσης, οι αρχές ζητούν από τους γονείς να απαγορεύουν στα παιδιά τους να συμμετέχουν σε διαμαρτυρίες κατά του καθεστώτος. Όμως, είναι αδύνατο να σταματήσουν τη δίψα των νέων για την ελευθερία.
Σκληρές εικόνες βίντεο μαρτυρούν την ωμότητα με την οποία οι δήμιοι επιτίθενται σε αυτά τα παιδιά, χτυπώντας τα και δολοφονώντας τα.
Η 16χρονη Παρμίς Χαμνάβα ήταν ένα από τα πολλά κορίτσια που δολοφονήθηκαν. Ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου στην πόλη Ιρανσάχρ, στην επαρχία του Σιστάν και Μπαλουχιστάν, κοντά στα σύνορα με το Πακιστάν, όπου οι συγκρούσεις παρουσιάζουν ιδιαίτερη ένταση. Το έγκλημά της ήταν ότι έσκισε από τα σχολικά της βιβλία τις φωτογραφίες του Αγιατολάχ Χομεϊνί.
Όσοι δημοσιογράφοι τολμούν να γράψουν την αλήθεια στα ρεπορτάζ τους συλλαμβάνονται. 43 βρίσκονται στη φυλακή, μεταξύ των οποίων είναι η Νιλοφάρ Αζμούν και η Ελάχε Μοχαμαντί, που κατηγορούνται για κατασκοπεία επειδή υπήρξαν οι πρώτες πηγές ειδήσεων για τον ξένο Τύπο μετά τη δολοφονία της Αμινί.
Η δικαστική εξουσία ανήγγειλε ότι στην Τεχεράνη θα λάβουν χώρα δημόσιες δίκες που θα συμπεριλαμβάνουν περίπου χίλιους κατηγορουμένους/ες, που το καθεστώς θεωρεί ότι είχαν ρόλο κλειδί στις διαμαρτυρίες, ως «ανατρεπτικά στοιχεία». Ανάμεσα στις κατηγορίες είναι η επίθεση κατά των δυνάμεων ασφαλείας και η πυρπόληση δημοσίων κτιρίων.
Ο επικεφαλής της δικαστικής εξουσίας Γκολάμ-Χουσεΐν Μοχσένι Εζέι διευκρίνισε ότι θα υπάρξει διαφορετική μεταχείριση μεταξύ αυτών που περιορίστηκαν στις διαμαρτυρίες στον δρόμο και αυτών που ήθελαν να ανατρέψουν την Ισλαμική Δημοκρατία. Άφησε, μάλιστα, σαφώς να εννοηθεί ότι κάποιοι διαδηλωτές θα καταδικαστούν επειδή συνεργάστηκαν με ξένες κυβερνήσεις.
Όμως, ούτε αυτό τρομάζει τους εξεγερμένους. Μετακινούμενοι πυρήνες της ιρανικής αντίστασης βρίσκονται ανάμεσα στο πλήθος, ενώ το καθεστώς κατηγορεί ανοιχτά τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου Αντίστασης του Ιράν, τα οποία αποκαλεί «άπιστους» και «προδότες», ότι υποκινούν την εξέγερση. Είναι, πράγματι, δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι η όλη εξέγερση είναι εντελώς αυθόρμητη και ότι δεν υπάρχει συνεννόηση και καθοδήγηση μεταξύ των διαφόρων τμημάτων της, κυρίως στα πανεπιστήμια.
Η απροκάλυπτη βία κατά της νεολαίας και κυρίως κατά των γυναικών αφαιρεί συνεχώς συναίνεση από την κυβέρνηση, οδηγώντας την στην απομόνωση. Είναι δύσκολο για το καθεστώς να γίνει πιστευτό και να κρύψει τις εγκληματικές του ενέργειες, όταν όλος ο λαός βλέπει καθαρά και δέχεται καθημερινά την καταστολή.
Αυτό συμβαίνει και με την υπόθεση της φοβερής φυλακής Εβίν, όπου κρατούνται και βασανίζονται οι πολιτικοί κρατούμενοι. Η φυλακή είναι γνωστή από το 1987, όταν ο σημερινός πρόεδρος Ραΐσι ήταν ένας από τους τέσσερις αξιωματούχους της «επιτροπής θανάτου» που επέβλεψαν την ανάκριση και την εκτέλεση με συνοπτικές διαδικασίες των αντιπάλων του καθεστώτος που κρατούνταν εκεί, καθώς και στη φυλακή Γκοχαρντάστ. Η σφαγή αυτή προκάλεσε πάνω από 30.000 θύματα, τα περισσότερα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου για την Αντίσταση του Ιράν.
Σχετικά με την πυρκαγιά που τύλιξε ένα μέρος του συγκροτήματος των φυλακών την 15η Οκτώβρη 2022 κυκλοφορούν διάφορες εκδοχές, με τους συγγενείς των θυμάτων να αναζητούν την αλήθεια. Το καθεστώς μίλησε για εξέγερση, επίσημα υπήρξαν 8 νεκροί, αλλά, σύμφωνα με μαρτυρίες που συγκέντρωσε η Διεθνής Αμνηστία, επρόκειτο για μια επίθεση που οργανώθηκε και πραγματοποιήθηκε από τις δυνάμεις ασφαλείας με σκοπό να τρομοκρατήσει τους κρατουμένους και να τους υποβάλει σε βασανιστήρια και ξυλοδαρμούς. Σύμφωνα με μαρτυρίες κρατουμένων, οι δυνάμεις ασφαλείας, εκτός των άλλων, εισέβαλαν και στη γυναικεία πτέρυγα και σημάδευαν στο κεφάλι διάφορες κρατούμενες, βρίζοντας και απειλώντας.
Η αντίσταση του ιρανικού λαού, με τις γυναίκες και τη φοιτητική νεολαία στην πρώτη γραμμή, έχει αποφασίσει να ανατρέψει τη δικτατορία των μουλάδων. Θέλει την αλληλεγγύη των άλλων λαών στον αγώνα για ελευθερία και δημοκρατία, χωρίς να αναζητά ξένους προστάτες, όπως ακριβώς λέει η ιρανική νεολαία στα συνθήματά της.