Το Ισραήλ πραγματοποίησε τις πέμπτες –σε διάστημα τρεισήμισι ετών– εκλογές, προϊόν παρατεταμένου πολιτικού αδιεξόδου και πολλαπλών κρίσεων. Το σταθερό κυβερνητικό οικοδόμημα υπό τον Νετανιάχου (Λικούντ), κατέρρευσε το 2019, όταν ο κοσμικός εθνικιστής Λίμπερμαν (Yisrael Beiteinu), αντιτάχθηκε στο νομοσχέδιο σχετικά με τη μη υποχρέωση των υπέρ-ορθόδοξων νέων να υπηρετούν στον στρατό. Το αίτημα είχε διατυπωθεί, από τους υπερ-ορθόδοξους συγκυβερνήτες του Λικούντ. Ο Λίμπερμαν, ο οποίος ήταν υπουργός Άμυνας, αποχώρησε και η κυβέρνηση έχασε τη μικρή πλειοψηφία που είχε.
Αυτή η σύγκρουση διέλυσε το ετερόκλητο μπλοκ εξουσίας και οδήγησε σε τέσσερις συνεχόμενες εκλογές, στην τελευταία εκ των οποίων φάνηκε να βρίσκεται μια κάποια λύση. Η λύση αυτή ήταν η δημιουργία ενός άλλου ετερόκλητου μπλοκ, το οποίο είχε ως κοινό χαρακτηριστικό την απέχθεια για τον Νετανιάχου και την απαίτηση να μην κυβερνά, ενώ αντιμετωπίζει κατηγορίες διαφθοράς. Άντεξε για ενάμιση χρόνο, ώσπου κατέρρευσε. Έτσι, οδηγήθηκε το Ισραήλ σε νέες εκλογές: ο Νετανιάχου κέρδισε, ο σχηματισμός κυβέρνησης αναδεικνύεται δύσκολος όπως σχεδόν πάντα, αλλά τώρα έχουμε ένα νέο στοιχείο, τον εκλογικό θρίαμβο της θρησκευτικής Ακροδεξιάς.
Η οικονομική κρίση, οι χιλιάδες θάνατοι από την πανδημία (η πολιτική επίπτωση όμως των οποίων περιορίστηκε από τον μαζικό εμβολιασμό) και οι περιφερειακές γεωπολιτικές εξελίξεις, ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά των τελευταίων ετών. Η συνεχιζόμενη δικαστική περιπέτεια του Νετανιάχου για τρεις σοβαρές υποθέσεις διαφθοράς συνεχίζει να απασχολεί την πολιτική ζωή, ενώ ταυτόχρονα το Ισραήλ έχει προχωρήσει το τελευταίο διάστημα στις «Συμφωνίες του Αβραάμ» με αραβικές χώρες, αλλά και σε Συμφωνία με τον Λίβανο για την ΑΟΖ, προσπαθώντας να κερδίσει πόντους στο περιφερειακό γεωπολιτικό παιχνίδι, συναρτήσει πάντα και της θέλησης της Ουάσιγκτον. Η διένεξη με το Ιράν και το άλυτο παλαιστινιακό ζήτημα συμπληρώνουν το παζλ.
Το Κυβερνητικό στρατόπεδο, το οποίο ήθελε να απομακρύνει τον Νετανιάχου οριστικά από την πολιτική ζωή της χώρας και να τον οδηγήσει στην αποστράτευση ή στη φυλακή, υπέστη ιστορική ήττα. Η Αριστερά γνώρισε ένα πρωτοφανές φιάσκο, σύμφωνα και με την έγκυρη και φιλελεύθερη Haaretz. Όπως τονίσαμε, η κυβέρνηση ήταν μια ετερόκλητη συμμαχία της Αριστεράς (Εβραϊκής και Αραβικής), της Κεντροαριστεράς/Κεντροδεξιάς και έφτανε έως την κοσμική εθνικιστική Δεξιά. Όχι μόνο έχασαν την πλειοψηφία, αλλά διαφωνούν πλέον μεταξύ τους και για την περαιτέρω στρατηγική. Ήδη, δεν υφίσταται ως μπλοκ.
Το πάλαι ποτέ κραταιό Εργατικό Κόμμα υποχώρησε ακόμα περισσότερο. Η προσπάθεια ανανέωσης της προοδευτικής πολιτικής του απέτυχε. Το αριστερό Meretz, με έντονο πλέον και το οικολογικό αποτύπωμα, έμεινε εκτός Βουλής για πρώτη φορά μετά από 30 χρόνια. Τα αραβικά κόμματα (Αριστερά και Ισλαμικά) διατήρησαν το πρόβλημα απεύθυνσης στους Άραβες πολίτες του Ισραήλ. Η αποχή είναι ένα χαρακτηριστικό αυτού του πληθυσμού, με εξαίρεση τις προηγούμενες εκλογές. Υπάρχουν κομμάτια του αραβικού πληθυσμού που δεν θεωρούν ότι η ενδυνάμωση των αραβικών κομμάτων (Αριστερών και Ισλαμικών) μπορεί να τους βοηθήσει. Φοβούνται ότι η πολιτική ενδυνάμωση των Αράβων θα οδηγήσει σε τέτοιο διχασμό, ώστε θα χάσουν τα όποια προνόμιά τους ως πολίτες του Ισραήλ και ίσως περιέλθουν τελικά, στο σκληρό καθεστώς που βιώνουν οι Παλαιστίνιοι της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης.
Ο Νετανιάχου, από την άλλη, συμμάχησε με τρία θρησκευτικά κόμματα: το σεφαραδιτικό υπερ-ορθόδοξο Shas, το Ενωμένο Ιουδαϊκό Κόμμα της Τορά (κόμμα των Ασκενάζι υπερ-ορθόδοξων Εβραίων) και το θρησκευτικό/ακροδεξιό Religious Zionism, το οποίο υπερδιπλασίασε τις έδρες του. Λικούντ (32) και υπέρ-ορθόδοξοι (32) συγκέντρωσαν μαζί 64 έδρες (από τις 120). Ο στόχος του Νετανιάχου είναι ως πρωθυπουργός να ψηφίσει νόμο για την αμνηστία τη δική του και της συζύγου του, η οποία επίσης κατηγορείται. Η θρησκευτική Δεξιά του προσφέρει αυτή την λύση, αλλά διαπραγματεύεται σκληρά. Ζητάει την ψήφιση νόμων όπου θα κάνουν οριστικά το Ισραήλ θρησκευτικό κράτος, θα θαφτούν οι όποιες προοπτικές ειρηνευτικής Συμφωνίας με τους Παλαιστίνιους, ενώ απαιτεί την κατάργηση όλων των φιλελεύθερων νόμων του κράτους για την LGBTQ κοινότητα και τη θεσμοθέτηση της απαγόρευσης των αμβλώσεων. Να σημειώσουμε ότι οι υπερ-ορθόδοξοι βουλευτές είναι πάνω από τους μισούς του συγκεκριμένου σχηματισμού, αφού στους 32 βουλευτές πρέπει να συνυπολογίσουμε άλλους εφτά υπερ-ορθόδοξους (δικηγόρους) του Λικούντ.
Η εν δυνάμει συγκυβέρνηση του Λικούντ με τους ενδυναμωμένους Χαρεντίμ, αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό από την ελίτ του κράτους. Οι σημαντικές –πολιτικά– εβραϊκές κοινότητες σε Αγγλία και ΗΠΑ είναι μάλλον εχθρικές με αυτό το ενδεχόμενο. Η νυν ηγεσία του Λευκού Οίκου επίσης. Υπάρχει ήδη διατυπωμένη άποψη να αποσυρθεί η απαίτηση για συνέχιση της δίωξης από τους αντίπαλους του Νετανιάχου, ώστε να σχηματιστεί μια συστημική κυβέρνηση με αυτόν πρωθυπουργό. Όμως, για την ώρα, απορρίπτεται από τους Λαπίντ και Γκαντζ, τους κύριους προηγούμενους συγκυβερνήτες. Οι επόμενες εβδομάδες θα είναι κρίσιμες. Δεν αποκλείεται η Δεξιά/Ακροδεξιά κυβέρνηση, αλλά ούτε οι έκτες κατά σειρά εκλογές, την Άνοιξη, αν οι διαπραγματεύσεις ναυαγήσουν.