Απόγευμα Τρίτης, στο εργαστήριο της Κοδριγκτώνος, μιλάμε για τέχνη και την αλήθεια που ενθυλακώνει, με την Χρύσα Βέργη, με αφορμή τα εγκαίνια –στις 16 Νοεμβρίου– της νέας ατομικής της έκθεσης στην Κύπρο, στην Alpha C. K. Art Gallery. Μεγαλωμένη στα Ανω Πατήσια, με καταγωγή από την Μεσσηνία και την Μάνη, η Χρύσα Βέργη μικρή ήθελε να γίνει αστρονόμος, ονειρευόταν και ζωγράφιζε, αλλά εν τέλει στη Β' Γυμνασίου, όταν το μπλοκ της των καλλιτεχνικών μαθημάτων κυκλοφορούσε σε όλο το σχολείο από την καθηγήτρια Καπετανάκη, πήρε την οριστική απόφαση, να γίνει ζωγράφος. Είναι αργότερα, που συνειδητοποιεί τη θεραπευτική δύναμη της ζωγραφικής.
Σας αποκαλούν ζωγράφο της φύσης και των υδάτινων κήπων. Η ίδια πώς προσδιορίζεστε;
Δεν μπορώ να προσδιοριστώ και δεν θέλω, νοιώθω κάπως δεσμευτικά με όλο αυτό, αλλά οπωσδήποτε ένας κριτικός τέχνης μπορεί να αποσαφηνίσει κάποια πράγματα. Σίγουρα ζωγραφίζω το φως, το φως έξω στη φύση. Μου αρέσει να ζωγραφίζω έξω και η αλήθεια είναι ότι από την στιγμή που το έκανα, ουσιαστικά δεν ξαναμπήκα «μέσα». Αυτό έγινε πολύ νωρίς στη Σχολή Καλών Τεχνών, όταν κάποια στιγμή ο δάσκαλός μου, ο Νίκος Κεσσανλής διέκοψε το μοντέλο και τη ζωγραφική «εκ του φυσικού». Άνοιγα, θυμάμαι τότε, τα παράθυρα και ζωγράφιζα τα δένδρα του ακαλύπτου. Αργότερα, στο Παρίσι, κάθε φορά που έβγαινα να ζωγραφίσω στο πάρκο, αισθανόμουν να με κατακλύζει απίστευτη ελευθερία, η δουλειά προχωρούσε αβίαστα, με το ένστικτο. Πολύ νωρίς υιοθέτησα προοπτική και συνθετική ματιά στο έργο μου, εστιάζοντας το βλέμμα προς τα κάτω, στο έδαφος, ή στο νερό. Σταδιακά, αφαιρούσα τους ορίζοντες, οι οποίοι «έμπαιναν» στο έργο, χρωματίζοντας με τις σκιές τους το έδαφος. Κάτι που είναι περισσότερο ευδιάκριτο στις επιφάνειες του νερού, στις πρώτες μου αντανακλάσεις. Χρειάστηκε να σημειωθεί από ιστορικούς τέχνης πολύ αργότερα, για να συνειδητοποιήσω κι εγώ, ότι αυτή η προσωπική ματιά μου είναι κάτι που με χαρακτηρίζει.
Το έργο σας στην Πινακοθήκη είναι από τα χαρακτηριστικά της δουλειάς σας;
Ναι, και ήταν επιλογή της Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα. Το 2014 έγιναν τα πρώτα έργα με τις λάμψεις του ήλιου ή του φεγγαριού επάνω στο νερό, στα ποτάμια και τις θάλασσες. Ζωγράφισα αυτά τα έργα σχεδόν ασπρόμαυρα. Οι λάμψεις ήταν τόσο εκρηκτικά φωτεινές, που εικαστικά ερμηνεύτηκαν, αφήνοντας το λευκό του καμβά σχεδόν ανέγγιχτο. Αυτά τα έργα εκτέθηκαν αρχικά στην Alpha C. K. Art Gallery και στη συνέχεια, σε ατομική στο Μπαχρέιν, με την Core Art and Design Gallery.
Σ' αυτό το έργο με τον κορμό του δέντρου μέσα στο ποτάμι που ρέει, είναι εντυπωσιακός ο τρόπος που ζωγραφίζετε τις πτυχώσεις του νερού.
Ο κομμένος κορμός στο επάνω τμήμα του έργου ήταν ουσιαστικά ένας τρόπος για να «κρατηθεί» η σύνθεση του έργου και ταυτόχρονα να προσδιοριστεί όλος αυτός ο υδάτινος όγκος, που ρέει προς τα κάτω και «έξω» από το πλαίσιο του τελάρου.
Η δυνατή ροή του νερού δημιουργεί αυτές τις πτυχώσεις που λέτε, που χρωματίζονται από τα θερμά χρώματα της αντανάκλασης του δέντρου. Στα έργα μου συχνά χρησιμοποιώ στοιχεία, όπως ένα κλαδί ή φύλλα που επιπλέουν, που εκτός από το ότι γίνονται μέρος της σύνθεσης, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, προσδίδουν και την κλίμακα με έναν τρόπο, εννοώ την απόσταση που έχω εγώ, άρα και ο θεατής, από το θέμα που ζωγραφίζω.
Δηλαδή κάθε αποσπασματικό τέτοιο στοιχείο στον πίνακα είναι στην ουσία σημείο αναφοράς διά του οποίου μπορούμε να υπολογίσουμε την απόσταση;
Ναι, ακριβώς. Παλαιότερα, όταν ζωγράφιζα τον γιο μου μέσα στο τοπίο του έργου, πέρα από τη συναισθηματική αξία που είχε η φιγούρα του για μένα, λειτουργούσε ταυτόχρονα και ως ένδειξη κλίμακας. Το έκανα ενστικτωδώς. Αργότερα καταλάβαινα πόσες ερμηνείες επιδέχονταν οι εκάστοτε ζωγραφικές επιλογές μου.
Ποια είναι η σχέση σας με τα πολύπτυχα;
Με τα πολύπτυχα δημιουργώ ένα συνθετικό παιχνίδι, που για μένα έχει ιδαίτερο ενδιαφέρον. Είναι ένας τρόπος να συνθέσω ανεξάρτητα έργα σε μία εικόνα. Ωστόσο, τα μέρη που την αποτελούν, το κάθε έργο-τμήμα μπορεί να σταθεί και αυτόνομα.
Σε αυτό το τρίπτυχο, η εικόνα είναι έτσι, όπως την βλέπουμε, δεν είναι ανάποδα;
Στη δουλειά, μου συμβαίνει συχνά, ο κόσμος να μπερδεύεται κι έχει πλάκα. Ζωγραφίζω την αντανάκλαση του περιβάλλοντος, το είδωλο και κάποιες φορές χωρίς το «πραγματικό» που καθρεφτίζεται στο νερό. Με μια πρώτη ματιά, μπορεί να έχεις την αίσθηση ότι το έργο είναι ανάποδα.
Και σε ασιατικό τοπίο θα μπορούσε να παραπέμψει.
Ναι, χαίρομαι που το λες. Με τα χρόνια αντιλαμβάνομαι ότι υπάρχει μια συγγένεια που, για να είμαι ειλικρινής, δεν ξέρω από πού προέρχεται, δεν έχω πάει ποτέ. Ίσως και τα πολύπτυχα που κάνω, να είναι ένας εσωτερικός μου διάλογος με αυτές τις εικόνες. Μαγεύομαι από τις ζωγραφισμένες, πολύπτυχες πόρτες τους, από τα παραβάν... Η σχεδόν δισδιάστατη ζωγραφική τους, με το καθαρό σχέδιο, τις επίπεδες φόρμες και τα παρμένα από τη φύση μοτίβα τους είναι μαγεία. Γοητεύομαι από το γεγονός ότι αυτή η εξαιρετική τέχνη είχε αρχικά σκοπό την εικονογράφηση των βιβλίων ή τη διακόσμηση του διαχωρισμού του εσωτερικού των κατοικιών τους. Ήταν αυτό που λέμε σήμερα, αιώνες μετά, applied arts (εφαρμοσμένη τέχνη). Ήταν όμως τέχνη υψίστου επιπέδου.
Με τον κορονοϊό πώς βιώσατε την όλη κατάσταση σε σχέση με το έργο σας;
Η δουλειά μου είναι μοναχική διαδικασία. Δεν μου άρεσε βέβαια καθόλου ο υποχρεωτικός εγκλεισμός. Ουσιαστικά το ότι δεν σταμάτησα καθόλου να ζωγραφίζω, με βοήθησε να νιώθω ότι δεν έχει αλλάξει τίποτα. Αυτό που είχε αλλάξει μόνο, ήταν ότι άκουγα πως είχε σταματήσει ο κόσμος έξω, όλα ήταν σιωπηλά, παύση. Η ζωγραφική με κράτησε σε ισορροπία.
Διάβαζα έναν ορισμό της Τσβετάγιεβα για τη νεοτερικότητα, ότι είναι η επίδραση των αρίστων επί των αρίστων, ενώ η επικαιρότητα αντίθετα είναι επίδραση των χειρίστων επί των χειρίστων. Πώς θα συνδέαμε αυτό με το έργο;
Το έργο είναι συνδυασμός πολλών πραγμάτων, είναι ό,τι είμαι εγώ. Και ό,τι είμαι εγώ είναι, ό,τι φέρω ως άνθρωπος, ως οντότητα από τις ρίζες μου και από ό,τι προσλαμβάνω συνειδητά ή μη. Όλα αυτά, αναφέρομαι επίσης και στις επιρροές μέσα από την μακρά ιστορία της τέχνης και την επίδραση επάνω στο έργο μου, δεν τα συνειδητοποιώ και ούτε θέλω να τα συνειδητοποιώ. Προσπαθώ να μην το εκλογικεύω, να μην το υπεραναλύω. Αυτό θα με επηρέαζε περισσότερο. Η ζωγραφική δεν είναι εγκεφαλική διαδικασία. Αφήνομαι να ερμηνεύω το συναίσθημά μου που σαφέστατα έχει επηρεαστεί από όλα αυτά. Προτιμώ να ανακαλύπτω τις εκλεκτικές μου συγγένειες και κοιτώντας πίσω, τα έργα που έχουν προηγηθεί. ’Ετσι τελικά «διαβάζω» καλύτερα τον εαυτό μου, μαθαίνω πράγματα γι' αυτόν.
Η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα έχει επισημάνει ότι στο έργο σας βλέπει και έναν Πόλοκ. Τί εννοεί; Πώς δουλεύετε;
Αρχίζω τα έργα μου κάτω στο έδαφος, σε ελεύθερο καμβά, χωρίς τελάρο. Σχεδιάζω, ρίχνοντας κηλίδες χρώματος, όρθια και από ψηλά. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, όλο αυτό το dripping, σαν γραφή να παραπέμπει στη γραφή του Πόλοκ. Στην πορεία της δουλειάς μου, αυτές οι χρωματικές κηλίδες, κάποιες φορές εξαφανίζονται και γίνονται μέρος της σύνθεσης και άλλες παραμένουν ως έχουν. Εκμεταλλεύομαι το «τυχαίο» τους, εφόσον αυτό εξυπηρετεί τη ματιέρα, προκειμένου να ερμηνεύσω, αυτό που ζωγραφίζω. Αυτός ο τρόπος δουλειάς ξεκίνησε ως πρακτική ανάγκη, αρχικά, τότε που ζωγράφιζα έξω, τοποθετώντας τον καμβά μου απευθείας επάνω στο χώμα.
'Οταν ένα έργο αρέσει και πάει καλά στις πωλήσεις, το ξέρετε από πριν;
Όχι. Δεν το γνωρίζω και δεν το σκέφτομαι καθόλου. Μερικές φορές όμως, όταν ζωγραφίζω ένα έργο, νιώθω ένα έντονο συναίσθημα στο στομάχι, κάτι σαν σφίξιμο. 'Εχω δει ότι αυτό περνάει συγκινησιακά με κάποιον τρόπο και στον θεατή, ανεξαρτήτως αγοράς. Είναι ενεργειακό. (Γελάει)
Και τα νέα έργα σας; Τι ζωγραφίζετε τώρα; Τι να περιμένουμε αναφορικά στα μελλοντικά σας σχέδια;
Συμμετέχω με τρεις ακόμη εξαιρετικά αξιόλογους ζωγράφους, στην έκθεση «Το τραγούδι της Γης», που εγκαινιάστηκε στις 8 Νοεμβρίου στο πανέμορφο Μητροπολιτικό Πάρκο Αντώνη Τρίτση, στον Πύργο Βασιλίσσης, υπό την αιγίδα της Περιφέρειας Αττικής και σε επιμέλεια της Ελένης Αθανασίου. Θα είναι μοναδική εμπειρία αυτή η έκθεση και λόγω του χώρου που την φιλοξενεί. Εκτός από τη νέα ατομική μου έκθεση, με τον τίτλο «Επέκεινα», στην Alpha C. K. Art Gallery στην Κύπρο, που μόλις εγκαινιάστηκε στο άμεσο μέλλον, προετοιμάζεται η ατομική μου έκθεση στην Αθήνα, στην Γκαλερί Ευριπίδης. Τώρα, όσον αφορά τα νέα μου έργα, ζωγραφίζω πια ό,τι μου αρέσει, ό,τι διεγείρει τη ματιά και το συναίσθημά μου. Έτσι κι αλλιώς, δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου να μην ζωγραφίζει.