Βερένα Κέσλερ «Τα φαντάσματα του Ντέμιν», εκδόσεις Καστανιώτη, 2021

 

Τριάντα επτά ολόκληρα λεπτά μπορεί να κρέμεται ανάποδα από τη μηλιά μέχρι να μυρμηγκιάσουν τα πόδια της και να δυσκολεύεται να ανασάνει. Ουάου, ε; Η Λαρίσα είναι η σκόρερ τούτη που θέλει να γίνει πολεμική ανταποκρίτρια και εξασκείται. Την φωνάζουν –εκτός από τη μάνα της– Λάρι διότι το Λαρίσα «κάνει ομοιοκαταληξία με το τσίσα». Δεν ευτύχησε με το όνομά της «αλλά ποιος είναι ευτυχισμένος σ’ αυτή την πόλη;» Ούτε καν η μάνα της που «έχει καινούργιο γκόμενο».

Ούτε εννοείται η απέναντι γειτόνισσα, η συμπαθέστατη γριούλα. Που με νιάξιμο παρακολουθεί την Λάρι. Ετοιμάζεται να πάει στο γηροκομείο κι όλο το νοικοκυριό της θα πουληθεί στο διαδίκτυο. Ακόμα και το σερβίτσιο με «το περίτεχνο μοτίβο με τα τριαντάφυλλα και τη χρυσή ρίγα στο χείλος». Σε ειδικές περιπτώσεις το χρησιμοποιούσαν. «Η τελευταία φορά που βρέθηκε στο τραπεζάκι του καφέ ήταν στις 20 Απριλίου του 1945 στα γενέθλια του Χίτλερ. Η μητέρα της το λάτρευε όπως και τον Χίτλερ».

Η Βερένα Κέσλερ από το Αμβούργο γράφει το πρώτο της μυθιστόρημα. Και τολμά. Καταπιάνεται με ένα θέμα δύσκολο. Οι ηρωίδες της, ένα έφηβο κορίτσι και μια γλυκιά γριούλα, ζουν στο Ντέμιν, μια πόλη με ιστορία βαριά. Εκεί έγινε η μεγαλύτερη μαζική αυτοκτονία, μετά το τέλος του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, ανθρώπων που πολύ αγάπησαν τον Χίτλερ. Από αυτόν τον αδιανόητο παραλογισμό σώθηκε η γλυκιά γριούλα, που, αν και παιδάκι τότε, αποφάσισε να ζήσει. Μια ήσυχη ζωή, παμβάρετη για την, όλο ζωή, Λαρίσα. Παράλληλοι οι βίοι τους, με συνδετικό κρίκο ένα αγόρι. Οι λεπτές αποχρώσεις των χαρακτήρων των ηρώων αποδίδονται τέλεια από την συγγραφέα. Δίχως λεκτικές φανφάρες και ψευτοηρωισμούς, η τραγική ιστορία που περιγράφει δεν γίνεται μελό, αλλά ένα, μες στην απλότητα της διήγησης, βαθιά αντιναζιστικό ανάγνωσμα. Με ευθείες αναφορές στις δυσκολίες της ζωής των εφήβων του σήμερα, που αποτελούν και τον κεντρικό κορμό του βιβλίου.

 

 

Ελίζαμπεθ Σάου «Το μαύρο πρόβατο», εκδόσεις Αιώρα, 2019

 

Ναι, ο σκύλος είχε τη θέση του στο κοπάδι. Μια θέση με κύρος, δίπλα στον βοσκό, παρατηρητής του κοπαδιού και βοηθός του. Είναι ο Πόλο και φροντίζει το κοπάδι την ώρα που «ο βοσκός καθόταν σ’ ένα βράχο σκεπασμένο από βρύα κι έπλεκε». Έφτιαχνε κάλτσες και κασκόλ, πουλόβερ και κουβέρτες από αγνό μαλλί προβάτου και τα πουλούσε στην αγορά του κοντινού χωριού. Ειδυλλιακό τοπίο και σημαντικές στιγμές. Ειδικά όταν ο επίσης σημαντικός φύλακας πάει να φέρει πίσω το πρόβατο που ξεμάκρυνε πολύ και τα καταφέρνει τέλεια. Ώσπου ένα μαύρο πρόβατο ανακάλυψε την κανονικότητα. Πολύ εκνευριστικό για τον Πόλο. Δεξιά τού ’λεγες, αριστερά πήγαινε. Κι όλο αφηρημένο ήταν. Καθόλου δεν άκουγε τον Πόλο και περισσότερο από όσο χρειαζόταν σκεφτόταν. Μέχρι που σκέφτηκε να ζητήσει απ’ τον βοσκό να του πλέξει άσπρο πανωφόρι για να μην ξεχωρίζει απ’ το κοπάδι. Το όμορφο και υπάκουο κοπάδι, που, όπως ο βοσκός, μάλλον το θεωρεί απελπιστικά βαρετό.

Η Ελίζαμπεθ Σάου γράφει ένα πολύ χαριτωμένο παιδικό ανάγνωσμα. Η αλήθεια είναι πως ποτέ δεν βαριόμαστε να διαβάζουμε βιβλία με θέμα τη διαφορετικότητα και τις αντιδράσεις που προκαλεί. Τούτο είναι ένα από αυτά. Με δομή παραδοσιακού παραμυθιού, με ήρωες βγαλμένους από λαϊκές παραδόσεις, με ρόλους ξεκάθαρους και ήρωες που δεν διαπραγματεύονται τις απόψεις τους. Θα το έλεγες και «πάλη του καλού με το κακό». Οι προβληματισμοί και οι καταγγελλόμενες ιδεοληψίες αποτελούν στοιχεία της σύγχρονης πραγματικότητας όπως εξάλλου και οι οικολογικές ευαισθησίες.

Την εικονογράφηση φιλοτεχνεί η ίδια η συγγραφέας. Το παζάρι, τα τρομαγμένα προβατάκια, το κάδρο με το πάντα πάνω από το κρεβάτι του βοσκού, σκιτσαρισμένα στο άσπρο χαρτί, μάς περιμένουν. Οπλιζόμαστε με πολύχρωμα κραγιόνια και πάμε να δώσουμε χρώμα ζωηρό.

 

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet