Όποιος περίμενε μεγάλες αλλαγές και δεσμευτικές αποφάσεις από τη σύνοδο των 20 ισχυρότερων κρατών του κόσμου στο Μπαλί, μάλλον θα απογοητεύτηκε. Αυτό που είναι βέβαιο, είναι ότι προς το παρόν αποφεύχθηκε ο κίνδυνος του τρίτου παγκοσμίου πολέμου.
Έως την Τρίτη, 15 Νοέμβρη, ο διεθνής Tύπος αναφερόταν σχεδόν αποκλειστικά στη συνάντηση Μπάιντεν-Σι Τζιν Πίνγκ. Μετά από τρεις ώρες συζητήσεων δεν υπήρξε κοινή ανακοίνωση και οι δηλώσεις ήταν χωριστές, έχοντας όμως κοινά σημεία, όπως η απόρριψη ενός νέου ψυχρού πολέμου. «Η Αμερική επέστρεψε. Το υποσχέθηκα και τηρώ τις δεσμεύσεις μου», είπε στο τέλος των συζητήσεων ο Τζο Μπάιντεν, ενισχυμένος και από τα αποτελέσματα των πρόσφατων ενδιάμεσων εκλογών στις ΗΠΑ.
Το πιο ακανθώδες τρέχον ζήτημα ήταν ασφαλώς ο πόλεμος στην Ουκρανία. Ο πρόεδρος Σι Τζιν Πινγκ δήλωσε ότι «η Κίνα είναι εξαιρετικά ανήσυχη για τη σημερινή κατάσταση, η οποία αποδεικνύει ότι οι πόλεμοι δεν παράγουν νικητές, ότι δεν υπάρχουν απλές λύσεις σε περίπλοκα ζητήματα και ότι η σύγκρουση ανάμεσα στις κύριες χώρες πρέπει να αποφευχθεί». Επίσης, τόνισε ότι «η διατροφική και ενεργειακή ασφάλεια δεν πρέπει να πολιτικοποιηθεί». Ο Σι Τζιν Πινγκ δεν παρέλειψε να ζητήσει από τις πλούσιες χώρες να συγκρατήσουν την αύξηση των επιτοκίων που βλάπτει τις πιο αδύναμες οικονομίες, οι οποίες ήδη υποφέρουν από την αύξηση των τιμών των τροφίμων και της ενέργειας, επιβαρυμένη από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Οι δύο ηγέτες συμφώνησαν ότι στην Ουκρανία «δεν πρέπει να χρησιμοποιηθούν πυρηνικά όπλα», ενώ ο Μπάιντεν ξεκαθάρισε ότι ο ανταγωνισμός με την Κίνα θα είναι σκληρός, αλλά πρέπει να αποφευχθεί να καταλήξει σε μια σύγκρουση. Ο Σι Τζιν Πινγκ συμφωνεί, αλλά δηλώνει ότι «οι επιτυχίες της Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών είναι ευκαιρίες, όχι προκλήσεις του ενός κατά του άλλου. Ο κόσμος είναι αρκετά μεγάλος, ώστε οι δύο χώρες να μπορούν να αναπτυχθούν και να ευημερήσουν μαζί».
Συμφωνήθηκε επίσης η επανεκκίνηση των συζητήσεων για το κλίμα μεταξύ των δύο χωρών, έπειτα από το πάγωμα που επέβαλε το Πεκίνο εξαιτίας της επίσκεψης της Πελόζι στην Ταϊβάν.
Ο κινέζος πρόεδρος εμφανίστηκε γενικά συμβιβαστικός, όμως υπογράμμισε ότι το θέμα της Ταϊβάν «είναι η πρώτη κόκκινη γραμμή για μας και δεν πρέπει να ξεπεραστεί». Προειδοποίησε ότι «η ειρήνη και η ανεξαρτησία της Ταϊβάν είναι ασυμβίβαστες, όπως το νερό με τη φωτιά». Ο αμερικανός πρόεδρος επανέλαβε ότι οι ΗΠΑ είναι αντίθετες με «επιθετικές» ενέργειες κατά της Ταϊβάν, αλλά, στη συνέχεια, στη συνέντευξη Τύπου, είπε ότι είναι βέβαιος πως δεν υπάρχουν σημάδια μιας «επικείμενης» επίθεσης της Κίνας κατά της Ταϊβάν. Οι δύο κυβερνήσεις, διαβεβαίωσε ο Μπάιντεν, αποφάσισαν να δημιουργήσουν «μια ομάδα επαφής» που θα εργάζεται για την επίλυση των προβλημάτων.
Οι δύο πύραυλοι που κατέληξαν την Τρίτη 15 Νοέμβρη στην Πολωνία, στα σύνορα με την Ουκρανία, τροφοδότησαν νέες φιλοπόλεμες εξάρσεις σε κάποιους πολιτικούς σε διάφορες χώρες, που άρχισαν να επικαλούνται το άρθρο 5 του Ατλαντικού Συμφώνου, χωρίς να αναλογίζονται τον κίνδυνο να προκαλέσουν την έκρηξη ενός παγκοσμίου πολέμου. Πρώτος ο πρόεδρος της Ουκρανίας Ζελένσκι, ο οποίος προεξόφλησε το γεγονός ότι οι πύραυλοι ήταν ρωσικοί. Τελικά, οι έρευνες της ίδιας της Πολωνίας μιλούν για «ατύχημα», καθώς φαίνεται ότι επρόκειτο για ουκρανικούς αντιαεροπορικούς πυραύλους.
Το τελικό κείμενο της συνόδου του Μπαλί αναφέρεται στην ανάγκη να τεθεί ένα τέλος στον «πόλεμο στην Ουκρανία», χρησιμοποιώντας μια απόφαση των Ηνωμένων Εθνών που καταδικάζει «την επίθεση της Ρωσίας». Οι διαφορές μεταξύ των διαφόρων ηγετών αντανακλώνται και στο σημείο που αναφέρει ότι «το μεγαλύτερο μέρος των μελών καταδικάζει τον πόλεμο στην Ουκρανία», όχι όμως «όλα τα μέλη». Εν συνεχεία το κείμενο υπογραμμίζει ότι κατά τη διάρκεια της συνόδου υπήρξαν «άλλες απόψεις και διαφορετικές εκτιμήσεις της κατάστασης και των κυρώσεων».
Η Ρωσία εννοείται ότι δεν συμφώνησε με την τελική δήλωση της συνόδου, ενώ η Financial Times γράφει ότι η Κίνα επέμεινε πολύ για να αλλάξει τη διατύπωση της δήλωσης, χωρίς να το κατορθώσει. Φαίνεται ότι, όντως, η Κίνα κράτησε μια διφορούμενη στάση στο θέμα του πολέμου στην Ουκρανία, για να μη βλάψει την ιστορική συμμαχία της με τη Ρωσία. Σύμφωνα με την εφημερίδα, μεσολαβητές μεταξύ Κίνας και δυτικών ηγετών ήταν οι εκπρόσωποι της Ινδίας και της Ινδονησίας, οι οποίοι κατόρθωσαν να πείσουν και την Κίνα να υπογράψει.
Οι ευρωπαίοι απεσταλμένοι στη σύνοδο είχαν ως κύριους στόχους την απομόνωση της Ρωσίας, τη διατήρηση ανοιχτών διόδων εξαγωγής δημητριακών από την Ουκρανία και την εξεύρεση ισορροπίας στις σχέσεις με την Κίνα.
Τα τελευταία τρία χρόνια οι ροές χρήματος από την ΕΕ προς την Κίνα μειώθηκαν από 10,4 δισεκατομμύρια δολάρια το 2018 σε 6,3 δισεκατομμύρια το 2021. Όμως, τους πρώτους μήνες του 2022 διπλασιάστηκαν σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2021. Μια έρευνα που δημοσιεύτηκε από το Rhodium Group τον Σεπτέμβριο αποκάλυψε ότι οι επενδύσεις συγκεντρώθηκαν σε επιχειρήσεις με υψηλή ένταση ενέργειας, όπως η Volkswagen, η BMW, η Daimler και η BASF.
Είναι δεδομένη, λοιπόν, η προσπάθεια επαναπροσέγγισης της ΕΕ με την Κίνα.
Σε τελική ανάλυση, η σύνοδος G20 δεν παρήγε συνταρακτικές ειδήσεις. Επιβεβαιώθηκαν όμως οι πληγές του πολέμου και ελπίζουμε ότι έγιναν αντιληπτοί οι κίνδυνοι που απορρέουν από αυτές.