Έφυγε η φίλη μας ξαφνικά και θυμηθήκαμε πόσο σπουδαία ήταν. Σπουδαία όπως κάθε ενεργός άνθρωπος που ζει με τις αρχές και τις αξίες της Αριστεράς. Κάτι ούτε εύκολο ούτε αυτονόητο.
Δεν είναι εύκολο να οργανώνεις δράσεις αλληλεγγύης σε εποχές που μετράς το ευρώ, θέλει πολλές προσωπικές θυσίες για να κάνεις εθελοντικά μια δουλειά με απαιτήσεις πλήρους απασχόλησης, να αντιταχθείς σ’ αυτούς που «σου δίνουν ψωμί» επειδή έτσι είναι το σωστό και το δίκαιο για τους πολλούς, να αφήσεις το μεροκάματο γιατί «τώρα έχουμε εκλογές», ή «τώρα πάμε εθελοντές στην τάδε εκδήλωση».
Η Βαλεντίνα Γαβριελάτου ήταν από τις λίγες. Και το νησί που διάλεξε για να ζήσει, της το αναγνώρισε. Λίγους μήνες πριν εισέπραξε τη συμπαράσταση των Τηνίων σε μια σοβαρή οικογενειακή περιπέτεια και ήταν απόλυτα ευγνώμων γι’ αυτό.
Από αριστερή οικογένεια, με κεφαλλονίτικες ρίζες, μεγάλωσε στην Αθήνα και υπήρξε, μεταξύ άλλων, ενεργό μέλος στην Ενάτη Ναυτοπροσκόπων με φιλίες που κράτησαν μια ζωή. Εντάχθηκε στην ΚΝΕ, το ΚΚΕ, από την ίδρυσή του στον Συνασπισμό και στον ΣΥΡΙΖΑ. Μέλος του συντονιστικού της ΝΕ Κυκλάδων από το 2016, τελευταία της χρέωση ήταν η θέση της συντονίστριας σε μια περίοδο με πολλές εντάσεις και δυσκολίες.
Άνθρωπος πρακτικός και αποτελεσματικός, ιδανική να οργανώσει οτιδήποτε. Την Κοινωνική Κουζίνα, τη Λέσχη Ανάγνωσης, μια δημοσιογραφική αποστολή υπό την αιγίδα του Δήμου, μια εκδήλωση, τις Οργανώσεις Μελών της ευθύνης της, ένα πρόγραμμα για ένα γκρουπ μεγάλου τουριστικού γραφείου.
Συνεργάστηκε με διαφορετικούς ανθρώπους, επιχειρήσεις και φορείς αλλά αν για κάτι πραγματικά καμάρωνε, ήταν το έργο της ως πρόεδρος του ΚΥ Τήνου. Ένα έργο που πολλές γενιές θα μνημονεύουν και για το οποίο δεν είχε κανένα απολύτως προσωπικό όφελος.
Καλλιεργημένη, χωρίς έπαρση, διαβασμένη, πολύγλωσση, φιλομαθής, δουλευταρού και ανθεκτική, έπεσε και σηκώθηκε πολλές φορές. Από τα προβλήματα δεν κρύφτηκε ποτέ. Ήταν εκεί, παρούσα, τα πάλευε, τα συζητούσε και τα μοιραζόταν με αγαπημένους φίλους.
Έκανε μεγάλες αγκαλιές, πάντα είχες κάτι να πεις, ν’ ακούσεις, να εξομολογηθείς. Και πάντα ο χρόνος δεν έφτανε.
Δεν έφτασε. Η Βαλεντίνα μας –η Βαλέ μας– ο αριστερός άνθρωπος, η συντρόφισσα, η αγαπημένη φίλη, έφυγε γρήγορα, πιο νωρίς από ό,τι έπρεπε, απ’ ό,τι ήθελε, από ό,τι δικαιούνταν.
Και θα μας λείψει πολύ. Ειδικά εκείνο το τεράστιο χαμόγελο με τα έντονα χρώματα.
Τελικά ο χρόνος ποτέ δε φτάνει. Και το συνειδητοποιούμε όταν έχει ήδη τελειώσει.