Το τελευταίο διάστημα, πολλοί αναλυτές δεν εστιάζουν τόσο στο μέγεθος της διαφοράς που χωρίζει το πρώτο από το δεύτερο κόμμα, παρότι παρουσιάζεται ακόμα σημαντική. Αναδεικνύουν τη σημασία της σταθερής μείωσης της διαφοράς αυτής, παρότι δεν εμφανίζεται να την καρπώνεται η αξιωματική αντιπολίτευση. Διότι οφείλεται κυρίως στην πτώση των ποσοστών της ΝΔ, στοιχείο που υπονομεύει το διακηρυγμένο εκλογικό στόχο της, την αυτοδυναμία. Σύμφωνα με τις περισσότερες εκτιμήσεις, με την ενίσχυση αυτής της τάσης καθώς πλησιάζουμε στις εκλογές, ο στόχος προδιαγράφεται ανέφικτος και στη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, αν υπάρξει τέτοια.

 

Πού θα αναζητήσει αντίβαρο η ΝΔ

 

Η εκτίμηση αυτή, δεν είναι αποκύημα συριζαϊκής επιθυμίας. Προκύπτει από τους ίδιους τους δημοσκόπους και σοβαρούς πολιτικούς αναλυτές (βλέπε, το αποχαιρετιστήριο από τη θέση του διευθυντή άρθρο του Α. Καρακούση στο «Βήμα», 20-11-2022). Και υποχρεώνει τη ΝΔ σε μερική αναθεώρηση της εκλογικής τακτικής της. Αν συνεχίσει να επιδιώκει ως στρατηγικό στόχο την αυτοδυναμία, πρέπει να προσδιορίσει από ποια δεξαμενή και με ποια μέθοδο θα επιδιώξει την ανάκτηση του χαμένου εδάφους. Ένας τέτοιος προσδιορισμός έχει κρίσιμη σημασία, καθώς οι μετρήσεις δείχνουν ότι οι μετακινήσεις ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ προς τη ΝΔ έχουν ελαχιστοποιηθεί, πράγμα που δεν πρόκειται να αλλάξει σε συνθήκες τρέχουσας προεκλογικής πόλωσης μεταξύ των δύο διεκδικητών της πρωτιάς. Μάλλον η συσπείρωσή τους θα ενισχύεται.

Συνεπώς, αλλού θα πρέπει να αναζητηθεί έδαφος προς ανάκτηση: σε εκείνους τους αποστασιοποιούμενους από τη ΝΔ που κατευθύνονται στους αναποφάσιστους και σε όσους αισθάνονται πιο κοντά στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, αλλά και σε όσους το επιλέγουν μεν, αλλά είναι πιο ευάλωτοι σε «φιλικές» επιθέσεις από τα δεξιά. Η αρχική εκτίμηση της ΝΔ ότι η ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ θα απέβαινε σε βάρος κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, δεν επαληθεύεται. Μάλλον σε πρόβλημα για την ίδια εξελίσσεται, το οποίο μάλιστα επιδεινώνεται τόσο λόγω της αλαζονικής και ιδεολογικής υποτίμησης της πολιτικής συμμαχιών από τη μεριά της, όσο και από την εξέλιξη των ζητημάτων της συγκυρίας, που ενισχύουν τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ δεξιάς και δημοκρατικού ή σοσιαλδημοκρατικού κέντρου.

 

Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ θα δεχτεί πιέσεις

 

Είναι λογικό, συνεπώς, να περιμένουμε ότι το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ θα δεχτεί σοβαρές πιέσεις μέχρι τις εκλογές. Τόσο με την έντονη διεκδίκηση από τη ΝΔ ψήφων από την ίδια δεξαμενή που και εκείνο μπορεί να αντλήσει, όσο και με απόπειρες επέμβασης στα εσωτερικά του, ώστε να εξαναγκαστεί σε μια ρητή απόρριψη της μετεκλογικής συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ. Γεγονός που θα διευκόλυνε τη ΝΔ να αξιοποιήσει το δίλημμα «σταθερότητα ή αβεβαιότητα» και να επωφεληθεί εκλογικά. Η επίθεση που δέχεται ήδη με το πρόστυχο παλαιοδεξιό, κοπής 1960, σύνθημα «ψηφίζεις ΠΑΣΟΚ και βγαίνει ΣΥΡΙΖΑ», μπορεί να μοιάζει με χάδι σε συνθήκες μιας τέτοιας αντιπαλότητας.

Αν δεχθούμε ότι αυτός είναι πραγματικά ο σοβαρότερος κίνδυνος που αντιμετωπίζει το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, αλλά και άλλα κόμματα στα αριστερά του δημοκρατικού τόξου, σ’ αυτή τη συγκυρία, τότε γίνονται πιο αληθοφανή τα δημοσιεύματα για πρώτες ανεπίσημες επαφές στελεχών κομμάτων της αντιπολίτευσης. Το άρθρο που προαναφέραμε, αντλεί από συνήθως καλά πληροφορημένες πηγές και ο τρόπος που τις παρουσιάζει μάλλον αποκλείει την από τρίτους υπαγορευμένη «διαρροή».

 

Δεν είναι μόνο αναγκαίο, είναι και εφικτό

 

Σε κάθε περίπτωση, ακόμα κι αν δεν έχουν πραγματοποιηθεί τέτοιες επαφές, χρειάζεται να γίνουν το συντομότερο, αν θέλουμε να ματαιωθεί το στρατήγημα της ΝΔ για κάψιμο των εκλογών με την απλή αναλογική. Τόσο για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, αλλά πολύ περισσότερο για το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, είναι πιο κατάλληλο το έδαφος της πρώτης κάλπης για την ήττα της ΝΔ και της δεξιάς αυταρχικής νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Στο έδαφος της απλής αναλογικής μπορεί να διεκδικήσει ο κάθε πιθανός σύμμαχος σε μια προοδευτική κυβέρνηση, ή και υποστηρικτής της στο κοινοβούλιο, το μέγιστο δυνατό εκλογικό ποσοστό, χωρίς να το αφαιρεί από τον πλησίον του, αλλά από τον κοινό αντίπαλο. Αυτό θα πρέπει να εννοούσε και ο Κ. Σκανδαλίδης, όταν διαπίστωνε, μιλώντας στη Βουλή, ότι η πολιτική της «θα καταδικαστεί από την πλειονότητα των ελλήνων πολιτών στις επερχόμενες εκλογές, όποτε κι αν γίνουν». Σε ένα τέτοιο έδαφος και με μια τέτοια πολιτική δεν μπορεί να υπάρξει «κυβέρνηση ηττημένων», όταν αυτή μπορεί να στηριχτεί στο 50% και πλέον του εκλογικού σώματος. Θα είναι οπωσδήποτε μια κυβέρνηση γεννημένη από την ήττα της δεξιάς πολιτικής. Μια λαθεμένη επιλογή του εδάφους της υπερενισχυμένης για την τελική μάχη δεν διακινδυνεύει μόνο την επικράτηση της ΝΔ, αλλά και την αναβίωση ενός αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου, λόγω της πόλωσης που θα πλήξει δυνάμει συμμάχους. Σε ένα διαφορετικό έδαφος, αντίθετα, μπορεί να αναδειχτεί ο ηγετικός ρόλος της σύγχρονης Aριστεράς και να επιβεβαιωθεί και εκλογικά.

Με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι θα καλλιεργηθεί από τώρα και θα βλαστήσει σ’ αυτό μια προγραμματική συμφωνία ικανή να λειτουργήσει σαν ριζοσπαστική προοδευτική εναλλακτική στον νεοφιλελεύθερο αυταρχισμό. Με στόχο την ανάκτηση της δημόσιας παρέμβασης για την παραγωγική και καταναλωτική ανασυγκρότηση σε συνθήκες κλιματικής κρίσης, την ανασύσταση του διαλυμένου κοινωνικού κράτους, την ανάσχεση των ανισοτήτων, την αποκατάσταση των δικαιωμάτων και την προστασία του εισοδήματος των εργαζομένων, την υπεράσπιση και διεύρυνση της απειλούμενης σήμερα δημοκρατίας. Δηλαδή, τη δημιουργία συνθηκών μιας ανώτερης ποιότητας ζωής για τη μεγάλη πλειονότητα των λαϊκών τάξεων.

 

Χαράλαμπος Γεωργούλας Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet